Ποια ήταν όμως η εικόνα που είχε το ελληνικό κράτος εκείνη την εποχή; Πόσοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι; Πόσες ήταν γυναίκες και πόσοι άντρες; Πού είχαν γεννηθεί και σε ποιο σημείο της Ελλάδας βρέθηκαν;
Οι απαντήσεις αυτές δόθηκαν τον Απρίλιο του 1923, με την πρώτη απογραφή προσφύγων που ήρθαν από Μικρά Ασία και Ανατολική Θράκη. Βρισκόμαστε ένα χρόνο μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και λίγους μήνες πριν από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης (Ιούλιο του ίδιου έτους) και την ανταλλαγή πληθυσμών.
«Η απογραφή του ’23 αποτελεί το μοναδικό ποσοτικό εργαλείο που υπήρχε τότε διαθέσιμο σε ένα κράτος που έπρεπε ταυτόχρονα να διαχειριστεί τις καταστροφικές για τον ελληνισμό συνέπειες μιας ταπεινωτικής ήττας και την ίδια στιγμή, με καταρρακωμένο ηθικό και άδεια δημόσια ταμεία, να ανασυνταχθεί για να αντιμετωπίσει με ορθολογισμό μια πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση», σημειώνει ο πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. Αθανάσιος Θανόπουλος στον πρόλογο της επανέκδοσης της απογραφής του ’23 με αφορμή τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. «Από ένα χρονικό σημείο και μετά είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς, χωρίς επί τούτου μελέτη, ποιοι κάτοικοι της Ελλάδας έχουν κάποιες προσφυγικές ρίζες και ποιοι όχι. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι η πλήρης συγχώνευση του γηγενούς και του προσφυγικού πληθυσμού, σε βαθμό που οι διακριτές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνιστώσες του παρόντος πληθυσμού να μην είναι πλέον ανιχνεύσιμες ή έστω μερικώς ταυτοποιούμενες με εκείνες του προσφυγικού πληθυσμού, συνιστά και το μέτρο της πληρότητας της ενσωμάτωσης των προσφύγων»
Απογραφή 1923
Το πρώτο δεκαήμερο του Απριλίου του 1923, με συνεργασία των υπουργείων Εσωτερικών, Εθνικής Οικονομίας, Υγιεινής, Πρόνοιας και Αντιλήψεως, διενεργήθηκε απογραφή των προσφύγων που ήρθαν στην Ελλάδα από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη. Τα αποτελέσματά της (αριθμός απογραφόμενων προσφύγων κατά διοικητικές περιφέρειες και οικισμούς με διάκριση κατά φύλο) δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της 22ας Οκτωβρίου 1923, χωρίς, όμως, τα υπόλοιπα δημογραφικά χαρακτηριστικά που είχαν ζητηθεί.
Το σύνολο των προσφύγων που απογράφηκαν ήταν 786.431, εκ των οποίων 351.313 άντρες και 435.118 γυναίκες. Ο μεγαλύτερος αριθμός προσφύγων απογράφηκε στη Γενική Διοίκηση Θεσσαλονίκης (162.418) και στο γεωγραφικό διαμέρισμα Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας (158.076)
Σέρρες: Ζεστά ιγκλού, πολύχρωμα σπιτάκια και ένα μεγάλο υπαίθριο τζάκι περιμένουν τον Αϊ-Βασίλη
Απογραφή 1928
Πληρέστερα στοιχεία για τον αριθμό, την ένταξη και εγκατάσταση των προσφύγων έχουμε με την απογραφή που διενεργήθηκε στις 15 και 16 Μαΐου 1928. Ενδιάμεσα, το 1925, είχε συσταθεί ως αυτοτελής Αρχή η Γενική Στατιστική Υπηρεσία. Με την ολοκλήρωση της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, τα στοιχεία αναφορικά με τους πρόσφυγες είναι πιο αντιπροσωπευτικά και πλήρη σε σχέση με την απογραφή προσφύγων του 1923.
Το σύνολο των προσφύγων που απογράφηκαν ήταν 1.069.957 και αποτελούσαν το 17,2% του πληθυσμού της χώρας. Οι περισσότεροι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Μακεδονίας (538.595) και στη Στερεά Ελλάδα και Εύβοια (283.710), ενώ, ως ποσοστό επί του πληθυσμού, η Μακεδονία ήταν πάλι πρώτη με το 38,1% και η Δυτική Θράκη δεύτερη, με 31,8% των κατοίκων τους να είναι πρόσφυγες.
Ταυτόχρονα, στην απογραφή του 1928, ήταν δυνατός ο εντοπισμός των προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, καθώς και οι περιοχές προέλευσής τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην απογραφή καταγράφονται εκείνοι που ήρθαν από Μικρά Ασία, Ανατολική Θράκη, Πόντο, Βουλγαρία κ.α., αλλά και από τα Δωδεκάνησα (355 πρόσφυγες πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή και 383 μετά).
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο τόπος γέννησης του πληθυσμού, μιας και το 19% περίπου των κατοίκων της Ελλάδας δεν είχε γεννηθεί εντός των συνόρων της το 1928. Συγκεκριμένα, ως τόποι γέννησης κατά την απογραφή του 1928 καταγράφονται, εκτός της Ελλάδας (5.045.373), η Μικρά Ασία (560.556), η Ανατολική Θράκη (216.753), ο Πόντος (159.945), η Βουλγαρία (52.840), η Κωνσταντινούπολη (49.625), ο Καύκασος (33.690) κ.ά.
Συνθήκη της Λωζάννης
Με τη Συνθήκη της Λωζάννης (Ιούλιος 1923) μεταξύ άλλων αποφασίστηκε η οριστική απόδοση στην Τουρκία της Ανατολικής Θράκης, της Ιμβρου, της Τενέδου και των Στενών του, η παραχώρηση των Δωδεκανήσων στην Ιταλία και η οριστική παραχώρηση της Κύπρου στην Αγγλία.
Λόγω αδυναμίας καταβολής πολεμικών αποζημιώσεων από την Ελλάδα η Τουρκία δέχθηκε, αντί για χρηματική αποζημίωση, να της αποδοθεί το τρίγωνο του Κάραγατς (Παλιάς Ορεστιάδας) δυτικά του ποταμού Εβρου στη Θράκη. Σε χωριστή σύμβαση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας που είχε υπογραφεί στις 30 Ιανουαρίου του 1923 και αποτέλεσε το άρθρο 142 της Συνθήκης της Λωζάννης προβλέφθηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών, με εξαίρεση των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, της Ιμβρου και της Τενέδου, καθώς και των μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης.