Ο φοιτητής ονομαζόταν Βίκτορ Ορμπαν και κανείς δεν φανταζόταν ότι μερικές δεκαετίες αργότερα θα οδηγούσε το… αντιφιλελεύθερο κόμμα του από τη μια εκλογική νίκη στην άλλη, ως φορέας μιας υπερσυντηρητικής-εθνικιστικής ατζέντας, κραδαίνοντας ως υπ’ αριθμόν 1 εχθρό του το σκιάχτρο του Τζορτζ Σόρος και των ιδρυμάτων του στην Ουγγαρία.
Απόδειξη αποτυχίας
Kατά τους «New York Times» το φαινόμενο Ορμπαν αποδεικνύει την αποτυχία του εκδημοκρατισμού και της φιλελευθεροποίησης των μετακομμουνιστικών κοινωνιών της Ανατολικής Ευρώπης. Ο Γίρι Πέχε, πρώην συνεργάτης του εμβληματικού προέδρου της Τσεχίας, Βάτσλαβ Χάβελ, επισήμανε ότι οι λαοί της περιοχής απογοητεύτηκαν από την αδυναμία της Ε.Ε. να υλοποιήσει το όραμα μιας διαρκούς ευημερίας. Η κρίση του 2008, η διαφθορά των πρώην κομμουνιστικών και μετέπειτα φιλοευρωπαϊκών ελίτ και η ιδιωτικοποίηση κρίσιμων τομέων της οικονομίας προς όφελος ξένων επενδυτών δαιμονοποίησαν την Ε.Ε. στα μάτια, κυρίως, των Ούγγρων. Ετσι, αυτοί στράφηκαν στον συντηρητικό εθνικισμό, αναζητώντας τυχάρπαστους σωτήρες. (Το ίδιο συνέβη, βέβαια, στην Πολωνία με τους αδελφούς Κατσίνσκι, στην Τσεχία με τον Μίλος Ζέμαν κ.λπ.).
Γεννημένος το 1963 στο Φελτσούτ, όπου έπαιξε στην τοπική ποδοσφαιρική ομάδα και αργότερα έχτισε ένα γήπεδο 4.000 θέσεων κυριολεκτικά δίπλα στο πατρικό του, ο Βίκτορ Ορμπαν αποδείχθηκε ο πιο επιδέξιος όλων. Μέλος της κομμουνιστικής νεολαίας στην αρχή, αργότερα φιλελεύθερος αντιφρονών, που ζήτησε την αποχώρηση των σοβιετικών στρατευμάτων από την Ουγγαρία σε μια ιστορική ομιλία του το 1988 κατά την επέτειο της εξέγερσης του 1956, ο Ορμπαν διετέλεσε αρχικά ένας «comme il faut» κεντροδεξιός πρωθυπουργός το 1998-2002. Δύο χρόνια αργότερα η Ουγγαρία συμμετείχε πανηγυρικά στη διεύρυνση της Ε.Ε. Ομως, η πολιτική λιτότητας των κεντροαριστερών κυβερνήσεων, η ισχυρή εξάρτηση από τις Βρυξέλλες και, κυρίως, η προσφυγή στο ΔΝΤ για ένα δάνειο 12,5 δισ. ευρώ (από τα οποία εκταμιεύτηκαν 8,7 δισ.) προκάλεσαν ξέσπασμα λαϊκής οργής, σε συνδυασμό με τη διαρροή της ομολογίας προς βουλευτές του κεντροαριστερού πρωθυπουργού, Φέρεντς Γκιούρτσανι, «λέγαμε στον λαό συνεχώς ψέματα».
Ο Ορμπαν καβάλησε το κύμα διαμαρτυρίας κερδίζοντας τις εκλογές του 2010 με ισχυρή αντιευρωπαϊκή και αντι-ΔΝΤ ρητορεία και αυτονομώντας σιγά σιγά τους οικονομικούς και διοικητικούς θεσμούς της χώρας του από την Ε.Ε.
Στα χρόνια που ακολούθησαν μετατράπηκε σε έναν μεταμοντέρνο, μεσοπολεμικού τύπου αυταρχικό ηγέτη, που κατάφερε να νικήσει με άνεση στις εκλογές του 2014, του 2018 και του 2022, ελισσόμενος αριστοτεχνικά ανάμεσα σε Ε.Ε., Ρωσία και Τουρκία. Ελάχιστοι θυμούνται ότι η Ουγγαρία έχει αναβαθμισμένες σχέσεις με το τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος και ότι ο Ορμπαν έχει συμμετάσχει παλαιότερα σε ένα φόρουμ… τουρκικών εθνών, υπογραμμίζοντας τις κοινές εθνολογικές ρίζες των Μαγυάρων με τους τουρκογενείς πληθυσμούς της Μικράς και Κεντρικής Ασίας! Δεν έκρυψε, άλλωστε, ότι βλέπει την Τουρκία του Ερντογάν ως κυματοθραύστη για τη «χριστιανική Ευρώπη» στο προσφυγικό.
Τηλεφώνημα Σολτς - Πούτιν για την Ουκρανία: Τι είπαν καγκελαρία και Κρεμλίνο
Χωρίς ηθικούς και πολιτικούς ενδοιασμούς, ο προτεστάντης (καλβινιστής) το δόγμα, ιδρυτής και αρχηγός του Fidesz (το οποίο αποβλήθηκε πρόσφατα από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα) παραβίασε κατάφωρα τους κανόνες του κράτους δικαίου, με πρακτικές σε στιλ Πούτιν.
Νέα γενιά ολιγαρχών
Εκκόλαψε μια νέα γενιά Ούγγρων ολιγαρχών, που θυμίζουν εν μέρει τους Ρώσους, ανάμεσά τους τον γαμπρό του, Ιστβαν Τίμπορτς, σύζυγο της μεγαλύτερης κόρης του. Επέβαλε τον έλεγχό του στα ΜΜΕ, συγκεντρώνοντας τα μερίδια των βασικών μετόχων τους σε μια κρατική πλατφόρμα, που διοικείται από ανθρώπους του. Το ίδιο έκανε στα πανεπιστήμια, υπάγοντάς τα στον έλεγχο μιας «ανεξάρτητης Αρχής» υπό την εποπτεία του, ώστε να μην μπορεί να τα ελέγξει μια επόμενη κυβέρνηση. Ανάλογες κινήσεις έκανε στη Δικαιοσύνη. Η αντιπολίτευση μίλησε για ένα «παράλληλο κράτος», που δύσκολα θα ξηλωθεί ομαλά. Εκτός των άλλων, βέβαια, ο Ορμπαν φρόντισε να ράψει στα μέτρα του τον εκλογικό νόμο ούτως ώστε στις αγροτικές περιοχές, όπου το Fidesz συγκεντρώνει την περισσότερη δύναμη, οι αντιπολιτευόμενοι υποψήφιοι να χρειάζονταν διαφορά 5% για να εξασφαλίσουν την έδρα.
Χωρίς να το διατυμπανίζει, ο Ορμπαν βασίζει την ασυλία του στα φθηνά εργατικά χέρια που προσφέρει στη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία με τις μονάδες παραγωγής Opel, Audi και Mercedes στο ουγγρικό έδαφος. Αλλωστε, αν και πολιτικά «αντιφιλελεύθερος», εφάρμοσε και κλασικές νεοφιλελεύθερες συνταγές, όπως ο ενιαίος φορολογικός συντελεστής 16%, η μείωση εισφορών και η περιστολή εργασιακών δικαιωμάτων.
Αυτά τα εξισορρόπησε με την εθνικιστική-αντιμεταναστευτική ρητορεία και με γενναίες προεκλογικές παροχές (επιστροφή φόρου σε οικογένειες, χορήγηση μιας επιπλέον σύνταξης, πλαφόν σε τρόφιμα και καύσιμα, γενναίες επιδοτήσεις στο ρεύμα κ.λπ.), τις οποίες όμως δεν αντέχει για μακρό διάστημα η ουγγρική οικονομία, με πληθωρισμό 15,3%.
ΕΥΡΕΙΑ ΝΙΚΗ, ΜΕΤΩΠΙΚΗ ΜΕ Ε.Ε.
Η νίκη του Fidesz ήταν τόσο ευρεία (53%-35%), ώστε δεν αμφισβητήθηκε από τον ηγέτη της «Ενωμένης Ουγγαρίας», Πέτερ Μάρκι Ζάι. Ενα εξίσου υπερσυντηρητικό και ομοφοβικό πρώην στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος, που προσπάθησε εις μάτην να συνενώσει ακροδεξιούς, κεντροαριστερούς και οικολόγους αντιπάλους του Ορμπαν.
Με τις ευχές του Βλαντιμίρ Πούτιν, που έσπευσε πρώτος να τον συγχαρεί, ανταποδίδοντας τη σθεναρή αντίσταση του Ούγγρου σε ενεργειακές κυρώσεις κατά της Ρωσίας (οι οποίες θα έπλητταν καίρια τη Βουδαπέστη), όπως και για την αντίθεσή του στην παροχή όπλων στην Ουκρανία, ο Ορμπαν ετοιμάζεται για νέες συγκρούσεις με την Ε.Ε., σχετικά με την παρακράτηση ευρωπαϊκών κονδυλίων. Θα είναι όμως πλέον μόνος του, καθώς οι αντιρωσικές χώρες της Ομάδας του Βίσεγκραντ (Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία) τού γύρισαν επιδεικτικά την πλάτη.