Με τα έκτακτα μέτρα που έλαβε το αμερικανικό οικονομικό επιτελείο μέσα στο Σαββατοκύριακο διασφαλίστηκε το σύνολο των καταθέσεων των αποταμιευτών της καλιφορνέζικης Silicon Valley Bank και της νεοϋορκέζικης Signature Bank, της δεύτερης αμερικανικής τράπεζας που ανέστειλε χθες τη λειτουργία της και πέρασε στην εποπτεία της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Εγγύησης Καταθέσεων (FDIC).
Ομως, η διαβεβαίωση της Κεντρικής Αμερικανικής Τράπεζας (Fed) ότι θα στηρίζει τις προβληματικές τράπεζες μέσα από ένα ειδικό ταμείο (Bank Term Funding Program), που προβλέπει μεταξύ άλλων ένα μηχανισμό απευθείας δανεισμού με ευνοϊκούς όρους, στάθηκε αδύνατον να ανακόψει το ντόμινο που πυροδότησε από την Πέμπτη η κατάρρευση της μετοχής της Silicon Valley Bank, κατά βάση λόγω των υψηλών επιτοκίων που την ανάγκασαν να επιδιώξει με αδέξιο τρόπο αύξηση μετοχικού κεφαλαίου κατά 2,25 δισ. δολάρια, με αποτέλεσμα να υποστεί απώλειες 1,8 δισ. και να πέσει θύμα bank run.
H κατεξοχήν τράπεζα χρηματοδότησης των startups και 16η μεγαλύτερη τράπεζα στις ΗΠΑ έδωσε τη «μαύρη» σκυτάλη στη Signature Bank της Νέας Υόρκης -χρηματοδότρια εταιριών κρυπτονομισμάτων-, η οποία επίσης ανέστειλε τη λειτουργία της λόγω κατάρρευσης της μετοχής της.
Δυστυχώς, το πρόβλημα δεν σταμάτησε εδώ, αλλά απειλεί με «σφαγή» τις μικρομεσαίες και περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ. Πανέτοιμη να περάσει το κατώφλι του κλαμπ των χρεοκοπημένων ήταν χθες η First Republic Bank, η μετοχή της οποίας σταμάτησε να διαπραγματεύεται στη Γουόλ Στριτ ύστερα από κατρακύλα 67%, μολονότι η τράπεζα διαβεβαίωσε ότι διαθέτει μαξιλάρι ρευστότητας 70 δισ. δολαρίων από τo μηχανισμό της Fed και την JP Morgan. Παράλληλα, η Western Alliance Bancorp έχασε 76%, η μεγαλύτερη πτώση που είχε ποτέ, η PacWest Bancorp σημείωσε ιστορική πτώση 48% και η Charles Schwab Corp υπέστη τις μεγαλύτερες απώλειες από το 2016, συγκεκριμένα 17%, με τους επενδυτές να εστιάζουν σε συναλλαγές που πραγματοποίησε πρόσφατα. Γενικά, οι μετοχές στις ΗΠΑ του περιφερειακού τραπεζικού δείκτη KBW βυθίστηκαν 12% στην πιο απότομη ενδοημερήσια βουτιά από τον Μάρτιο του 2020.
Το ξεπούλημα των μετοχών των μικρομεσαίων αμερικανικών τραπεζών, που αποτελούν αιμοδότες χιλιάδων επιχειρήσεων, συνιστά τεράστια πρόκληση για τον Τζο Μπάιντεν, ο οποίος διαβεβαίωσε ότι αυτή τη φορά τα λεφτά τους θα τα χάσουν οι επενδυτές που πήραν το ρίσκο και όχι οι φορολογούμενοι, τονίζοντας επιπλέον ότι οι διοικήσεις των χρεοκοπημένων τραπεζών θα αντιμετωπίσουν τις συνέπειες.
Ισως όμως η χθεσινή εξαγγελία του Aμερικανού προέδρου περί αυστηροποίησης του ρυθμιστικού πλαισίου λειτουργίας των τραπεζών μέσα από διαβουλεύσεις με το Κογκρέσο και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) να είναι too little, too late (πολύ λίγο, πολύ αργά). Ακόμη κι αν παγώσει η σχεδιαζόμενη νέα αύξηση επιτοκίων από τη Fed για να αντιμετωπιστεί ο πληθωρισμός, όπως θεωρείται πλέον δεδομένο.
To λιγότερο, πάντως, που μπορούσε να κάνει ο Μπάιντεν σε αυτή τη λεπτή φάση, που όλα κρέμονται από μία κλωστή, ήταν να καθησυχάσει όλους τους συμπατριώτες του ότι «οι αμερικανικές τράπεζες είναι ασφαλείς και οι καταθέσεις τους θα βρίσκονται εκεί οποιαδήποτε στιγμή τις ζητήσουν», αλλά τόνισε ότι οι επενδυτές θα χάσουν τα λεφτά τους.
Στη Βρετανία, τον κίνδυνο μετάδοσης αποσόβησε προσωρινά ο τραπεζικός κολοσσός HSBC (με ισολογισμό 2,9 τρισ. δολάρια) αγοράζοντας κατόπιν παρακλήσεων του υπουργού Οικονομικών, Τζέρεμι Χαντ, έναντι της συμβολικής τιμής 1 λίρας, τον βρετανικό βραχίονα της SVB, ο οποίος στην πραγματικότητα… δεν αξίζει πια περισσότερα. Αναταράξεις ωστόσο σημειώνονται και στην Ευρώπη.
Αίσθηση προκάλεσε το γεγονός ότι η δεύτερη μεγαλύτερη ελβετική τράπεζα, Credit Suisse, ανέβαλε τη δημοσίευση της ετήσιας έκθεσής της μετά από έκκληση της τελευταίας στιγμής από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των Ηνωμένων Πολιτειών (SEC), η οποία έθεσε ερωτήματα σχετικά με τις προηγούμενες οικονομικές καταστάσεις της! Η ασυνήθιστη παρέμβαση της αμερικανικής ρυθμιστικής Αρχής είναι το τελευταίο πλήγμα για την Credit Suisse, η οποία ταλανίζεται από σειρά σκανδάλων και αποτυχιών που έχουν στείλει την τιμή της μετοχής της στα τάρταρα, με μαζικές εκροές εκατοντάδων δισ. φράγκων και σχεδιαζόμενες 9.000 απολύσεις. Χθες η μετοχή της Credit Suisse έπεσε έως 15% με απώλειες 7% στο κλείσιμο, ενώ συνολικά οι τραπεζικές μετοχές στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια άγγιξαν μέσο όρο απωλειών 6%, τον χειρότερο από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Στο Μιλάνο, η μετοχή της Unicredit έπεσε έως 8%, αφού διακόπηκε η διαπραγμάτευσή της προσωρινά, ενώ ζημιές 12% είχε η γερμανική Commerzbank. Γι’ αυτό η γερμανική κεντρική τράπεζα (Bundesbank) συγκάλεσε χθες εκτάκτως την επιτροπή κρίσεων, για να αποτιμήσει την κατάσταση, όπως έκανε και η ελβετική ρυθμιστική τραπεζική Αρχή FINMA.
Αμερικανός αξιωματούχος: Η Ρωσία ενημέρωσε πριν το πλήγμα στο Ντνίπρο
ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑ
Πτώση στην Ευρώπη, άνοδος στις ΗΠΑ
Μετά τον Τζο Μπάιντεν, καθησυχαστικά μηνύματα εξέπεμψαν ο Βρετανός πρωθυπουργός, Ρίσι Σούνακ, και κύκλοι της ΕΚΤ. Ωστόσο, χθες ήταν μία ακόμη ημέρα σημαντικών απωλειών για τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, εν αντιθέσει με τη Γουόλ Στριτ, που αναμένει πάγωμα των επιτοκίων από τη Fed και ως ένα βαθμό ικανοποιήθηκε από τις διαβεβαιώσεις για τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος που έδωσε ο Αμερικανός πρόεδρος. Στη δίνη ωστόσο της σοβαρότερης τραπεζικής κρίσης από το 2008, οι επενδυτές στράφηκαν στο χρυσό και στα κρατικά ομόλογα, κυρίως ΗΠΑ-Γερμανίας, ενώ η τιμή του πετρελαίου σημείωσε πτώση 4%.
Ο Σούνακ δήλωσε στο δίκτυο ITV ότι δεν υπάρχει συστημικός κίνδυνος για τις βρετανικές τράπεζες από την κατάρρευση της Silicon Valley Bank και άλλων τραπεζών στις ΗΠΑ, υποστηρίζοντας ότι τα βρετανικά ιδρύματα διαθέτουν ισχυρή κεφαλαιοποίηση και ρευστότητα. Ο ίδιος χαιρέτισε ως «καλή συναλλαγή» την εξαγορά τoυ βρετανικού βραχίονα της SVB από την HSBC έναντι 1 λίρας.
Εν τω μεταξύ, πηγή της Φρανκφούρτης δήλωσε στο Reuters πως το εποπτικό συμβούλιο της ΕΚΤ δεν έκρινε σκόπιμο να συνεδριάσει εκτάκτως επειδή δεν διέκρινε άμεσες επιπτώσεις για τις τράπεζες της ευρωζώνης. Προειδοποίησε, ωστόσο, ότι αυτό θα μπορούσε να αλλάξει στην περίπτωση που μεταδοθούν οι τριγμοί στις ΗΠΑ και σε μεγαλύτερες τράπεζες. Η ίδια πηγή υπογράμμισε ότι οι τράπεζες της Γηραιάς Ηπείρου έχουν πολύ καλύτερα κεφάλαια και είναι πιο συντηρητικές από τη SVB.
Υπό την επήρεια του σοκ στις ΗΠΑ, η πρώτη συνεδρίαση της εβδομάδας ήταν τραυματική για τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, με τους δείκτες σε Λονδίνο, Φρανκφούρτη, Παρίσι, Ρώμη και Μαδρίτη να καταγράφουν απώλειες 2,5%-4,5% όχι μόνο στις τραπεζικές μετοχές, αλλά και σε ασφάλειες και χρηματοοικονομικό τομέα. Η πτώση του πανευρωπαϊκού δείκτη Stoxx 600 άγγιξε το 3%.
Πιο ψύχραιμα αντέδρασε η Νέα Υόρκη, καθώς παρά την πτώση των μετοχών των μεγάλων αμερικανικών τραπεζών κατά 1%-6,3%, οι δείκτες Dow Jones, Nasdaq και S&P είχαν οριακή άνοδο, λόγω της προσδοκίας να μην αυξήσει τον Μάρτιο τα επιτόκια η Fed – τα οποία οι Αμερικανοί επενδυτές θεωρούν πηγή των δεινών του τραπεζικού συστήματος.
Παρ’ όλα αυτά, οι επενδυτές παγκοσμίως αναζήτησαν ασφαλή καταφύγια στον παραδοσιακό χρυσό, η τιμή του οποίου ξεπέρασε τα 1.900 δολάρια η ουγγιά, όπως επίσης σε κρατικά ομόλογα, με έμφαση σε εκείνα των ΗΠΑ, της Γερμανίας, της Ελβετίας και της Γαλλίας.
Εξάλλου, λόγω των φόβων μείωσης της ζήτησης, η τιμή του πετρελαίου σημείωσε βουτιά 4,6%-4,8%, με τα συμβόλαια του δυτικοτεξανικού αργού (WTI) και του βρετανικού brent να κινούνται κοντά στα 73 και τα 79 δολάρια το βαρέλι αντιστοίχως.
ΑΝΕΒΗΚΑΝ ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ
Αντεξε το ελληνικό χρηματιστήριο
Οι άμυνες βγήκαν στη λήξη και μείωσαν σημαντικά τις απώλειες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, απέναντι στο «κόκκινο κύμα» από τις ΗΠΑ. Αν και οι επενδυτές έδειξαν έντονη ανησυχία από τη δεύτερη κατάρρευση τράπεζας (Silicon Valley Bank και Signature Bank) στην άλλη άκρη του Ατλαντικού σε μόλις τέσσερις ημέρες, τα «φρένα» της αγοράς μείωσαν την πτώση του γενικού δείκτη στο 0,64% και τις 1.049,55 μονάδες, ενώ η διακύμανση ημέρας ήταν μεταξύ 1.049,97 μονάδων (-0,60%) και 1.025,17 μονάδων (-2,94%). Ο τζίρος ήταν υψηλός στα 152,58 εκατ. ευρώ και ο όγκος στα 65,7 εκατ. τεμάχια. Οι θετικές δυνάμεις που συγκράτησαν την πτώση αφορούν κυρίως τραπεζικές μετοχές όπως η Εθνική, που με άνοδο 3,73% και σημαντική βαρύτητα στην αγορά λειτούργησε αντισταθμιστικά στο αρχικό κύμα πωλήσεων. Ο δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης έκλεισε με πτώση 0,63% στις 2.548,19 μονάδες, ενώ ο Mid Cap στις 1.537,56 με απώλειες -0,69%. Κυρίως λόγω ΕΤΕ, ο τραπεζικός δείκτης έκλεισε με άνοδο 0,97% στις 801,03 μονάδες.