Δύο έγγραφα των μυστικών υπηρεσιών της παλιάς Τσεχοσλοβακίας (η οποία το 1992 χωρίστηκε «βελούδινα» σε Τσεχία και Σλοβακία) υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση της Βόννης είχε συμφωνήσει να μειώσει το χρέος της -κομμουνιστικής ακόμη!- Ουγγαρίας, προκειμένου η τελευταία να επιτρέψει σε Ανατολικογερμανούς πολίτες να διασχίσουν τα σύνορά της με προορισμό την Αυστρία, δηλαδή την πλησιέστερη χώρα του δυτικού μπλοκ. Οι εικόνες της μαζικής φυγής Ανατολικογερμανών με τα Τράμπαντ, που εκμεταλλεύτηκαν εκείνη τη χαραμάδα ελευθερίας, έδωσαν επικοινωνιακά τη χαριστική βολή στο καθεστώς του ηγέτη της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Εριχ Χόνεκερ, οδηγώντας μέσα από ένα ντόμινο γεγονότων στην επανένωση των δύο Γερμανιών το 1990.
Ως τώρα, η ενιαία Γερμανία αρνιόταν κάθε υπονοούμενο περί μυστικής συμφωνίας ελάφρυνσης χρέους με την Ουγγαρία.
Ωστόσο, το αφήγημα κλονίζουν τα τσεχοσλοβακικά έγγραφα που παρουσίασε το δημόσιο γερμανικό ραδιόφωνο (Deutschlandfunk) xωρίς να εγγυάται την αυθεντικότητα του περιεχομένου τους.
Από τον Μάιο του 1989 -κι ενώ η περεστρόικα του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ είχε, μετά το 1985, διαλύσει φόβους και αναστολές στις κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης- όλο και περισσότεροι πολίτες της Αν. Γερμανίας περνούσαν στη Δύση μέσω Ουγγαρίας. Τον Αύγουστο έγινε μια πρώτη μαζική έξοδος και στις 10 προς 11 Σεπτεμβρίου οι Ούγγροι άνοιξαν εντελώς τα σύνορά τους, υποτίθεται ανιδιοτελώς. Για να διαλύσει τις φήμες περί ανταλλαγμάτων, ο τότε Μαγυάρος πρωθυπουργός, Μίκλος Νέμετ, είχε τονίσει πως η χώρα του «δεν πουλάει ανθρώπους». Η δήλωσή του, μάλιστα, αναρτήθηκε επιδεικτικά στην ιστοσελίδα της γερμανικής κυβέρνησης.
Το πρώτο έγγραφο που αμφισβητεί τα παραπάνω αποδίδεται στη Στάζι, τη διαβόητη μυστική Αστυνομία της Αν. Γερμανίας. Χρονολογείται το φθινόπωρο του 1989, επικαλείται πληροφορίες των οργάνων ασφαλείας της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας και αποφαίνεται ότι η δυτικογερμανική κυβέρνηση χρησιμοποίησε στοχευμένα τους οικονομικούς της πόρους για να ανοίξουν τα ουγγρικά σύνορα. Κάτω από τη σημείωση «Μετάφραση από τα τσέχικα» αναγράφεται, με κεφαλαία, «ΑΚΡΩΣ ΑΠΟΡΡΗΤΟ» και πάνω δεξιά χειρογράφως «6.10.89 προς τον συν(τροφο) υπουργό». Δηλαδή, τον διαβόητο επικεφαλής της Στάζι, Εριχ Μίλκε.
Επικαλούμενοι διπλωματικούς και οικονομικούς κύκλους της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, οι Τσέχοι θεωρούν «προφανές» ότι οι ενέργειες των Ούγγρων είχαν οικονομικά και δημοσιονομικά κίνητρα. Η Βουδαπέστη είχε μεγάλα χρέη στις δυτικογερμανικές τράπεζες, αλλά και στο κράτος της Βόννης. Το εξωτερικό χρέος της ξεπερνούσε τα 2,5 δισ. δολάρια, που αντιστοιχούν στο 50% των εσόδων της από το εξωτερικό εμπόριο.
Το έγγραφο θεωρεί επιβεβαιωμένη την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ Ο.Δ. της Γερμανίας και Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας σχετικά με την καταβολή ενός ποσού για τους πρόσφυγες, ανάλογου με αυτό που κατέβαλε παλαιότερα στην Λ.Δ. της Γερμανίας για την απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων (περίπου 90.000 μάρκα ανά άτομο).
Για την Ουγγαρία αυτό σήμαινε τεράστια δημοσιονομική ελάφρυνση για την αποπληρωμή του χρέους της το 1989, καθώς έλαβε συνολικά 150-200 εκατομμύρια μάρκα. Ταυτόχρονα, η δυτικογερμανική κυβέρνηση δεσμεύτηκε να ασκήσει επιρροή σε ιδιωτικές τράπεζες ώστε να ικανοποιούν τις ουγγρικές επιθυμίες. Το συνολικό όφελος για την Ουγγαρία υπολογίζεται σε 300 εκατ. μάρκα, μέρος των οποίων θα κατέληγε πάλι σε γερμανικές εταιρίες, μέσω του ανοίγματος που είχε εγκαινιάσει τότε η Ουγγαρία στο διεθνές οικονομικό σύστημα (στη Βουδαπέστη λειτουργούσε ήδη Χρηματιστήριο).
Το δεύτερο τσεχοσλοβακικό έγγραφο της 5ης Οκτωβρίου 1989 αφορά 230 Ανατολικογερμανούς πρόσφυγες στη δυτικογερμανική πρεσβεία της Βαρσοβίας. Αυτό είναι μεταφρασμένο και από τα ρωσικά και αναφέρει πως η δυτικογερμανική κυβέρνηση ασκεί στοχευμένη πολιτικοοικονομική πίεση στην κυβέρνηση της Λ.Δ. της Πολωνίας ώστε να επιτευχθεί μια λύση βασισμένη στο «ουγγρικό μοντέλο». Γινόταν, μάλιστα, λόγος για ένα πλοίο έτοιμο να μεταφέρει περίπου 120 Ανατολικογερμανούς πρόσφυγες στη Δ. Γερμανία.
Ειδήσεις σήμερα
Γυναικοκτονία στο Περιστέρι: Νέα προθεσμία για να απολογηθεί αύριο ζήτησε και πήρε ο κατηγορούμενος