Αρκετά μεταγωγικά αεροσκάφη τύπου An-124 και Il-76MD, καθώς και πλοία του ρωσικού Πολεμικού Ναυτικού, συμπεριλαμβανομένου του φορτηγού «Sparta II» και του αποβατικού «Alexander Shabalin», έχουν αναπτυχθεί για την υποστήριξη της επιχείρησης. Αλλα πλοία, όπως τα «Ivan Gren» και «Alexander Otrakovsky», έχουν ήδη αναχωρήσει για τη Μεσόγειο προκειμένου να συνδράμουν στην απαγκίστρωση ορισμένων ρωσικών δυνάμεων. Βρετανικές πηγές αναφέρουν επίσης ότι και οι φρεγάτες «Admiral Gorshkov» και «Admiral Golovko» εμπλέκονται επίσης στην επιχείρηση «Αποχώρηση από τη Συρία».
Αλλαγή ρητορικής
Στο λιμάνι της Ταρτούς οι Ρώσοι πραγματοποιούν έκτακτη αποσυναρμολόγηση εξοπλισμού και στρατιωτικών μέσων, ενώ εκατοντάδες άνδρες των ειδικών δυνάμεων έχουν ήδη φτάσει στην περιοχή ώστε να εξασφαλίσουν την ασφάλεια της αποχώρησης. Ενδιαφέρον έχει η αίσθηση ότι η Ρωσία πιθανότατα προσπαθεί να διαπραγματευθεί με τις αντικυβερνητικές-ανταρτικές δυνάμεις της Συρίας για μια ασφαλή έξοδο, αλλάζοντας τη ρητορική της σχετικά με τους αντάρτες σε έναν πιο ουδέτερο τόνο.
Ακόμη και οι εκπρόσωποι των λεγόμενων διπλωματών της Μόσχας (στελέχη των μυστικών υπηρεσιών FSB-GRU) δεν χαρακτηρίζουν πλέον τις ομάδες που αντιτέθηκαν στο καθεστώς Ασαντ ως «τρομοκρατικές», αλλά επιδεικνύουν μια πιο ουδέτερη, ακόμη και «φιλική δημόσια ρητορική», όπως αναφέρει διαβαθμισμένη έκθεση πληροφοριών άλλης δυτικοευρωπαϊκής χώρας.
Το ρωσικό στρατιωτικό προσωπικό που παραμένει στη Συρία φέρεται να είναι απογοητευμένο. Εκφράζουν δυσαρέσκεια για την ηγεσία, κατηγορώντας τους διοικητές ότι απέτυχαν να οργανώσουν πιο γρήγορα την αποχώρηση, δεδομένου ότι όλα έδειχναν ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ. Παράλληλα, μία από τις βάσεις όπου σταθμεύουν Ρώσοι στρατιωτικοί φέρεται να βρίσκεται υπό πολιορκία.
TO ΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΚΡΕΜΛΙΝΟΥ
Συρία: Μετά την ανατροπή Άσαντ, η HTS βάζει τη σφραγίδα της στο κράτος
Στρατολόγηση Σύρων μισθοφόρων
Η επέμβαση της Ρωσίας στην ένοπλη σύγκρουση της Συρίας ξεκίνησε το 2015, αρχικά με στόχο την υποστήριξη του καθεστώτος Ασαντ κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, και οδήγησε στη μόνιμη ανάπτυξη χιλιάδων ρωσικών στρατευμάτων στην περιοχή (από το Χαλέπι μέχρι τα σύνορα με το Ισραήλ). Το περασμένο φθινόπωρο η Μόσχα μετέφερε στρατεύματα, εξοπλισμό και αεροσκάφη από τη Συρία στο πεδίο της μάχης στο Ντόνετσκ της Ουκρανίας, αφήνοντας τις δυνάμεις της στη Συρία ευάλωτες σε πιθανές μη συμβατικές επιθέσεις (π.χ. δολιοφθορές) σε Λαττάκεια, Χομς και περιφερειακά της Δαμασκού.
Ταυτόχρονα, δεδομένης της παρατεταμένης παρουσίας της στην περιοχή, η Ρωσία έχει δημιουργήσει ένα δίκτυο κέντρων στρατολόγησης προκειμένου να στρατολογήσει Σύρους μισθοφόρους για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η στρατολόγηση μισθοφόρων επιβλέπεται από το «Κέντρο Συμφιλίωσης των Αντιτιθέμενων Πλευρών και Διαχείρισης Προσφύγων» στην αεροπορική βάση Αλ Χμέιμιμ. Εκεί, οι μισθοφόροι παραλαμβάνουν ρωσικά διαβατήρια και στη συνέχεια ενσωματώνονται στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις – ειδικά στις βάσεις του Ροστόφ και του Κρασνοντάρ.
ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ
Οι μυστικές επιχειρήσεις της Ουκρανίας (από την ομάδα «Χίμικ») σε συνεργασία με υπηρεσίες δύο δυτικών κρατών είχαν εμπλακεί σε μια επίθεση στις 15 Σεπτεμβρίου 2024 σε ρωσική στρατιωτική βάση στο νοτιοανατολικό Χαλέπι της Συρίας, κατά την οποία καταστράφηκαν μαχητικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024, οι ουκρανικές ειδικές δυνάμεις διεξήγαγαν πολλαπλές επιχειρήσεις εναντίον ρωσικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων στη Συρία και σε βάσεις μισθοφόρων στην υποσαχάρια Αφρική.
Αξίζει να τονιστεί ότι στις αρχές του περασμένου Ιουνίου, ουκρανικές ειδικές δυνάμεις επιτέθηκαν σε ρωσικά σημεία ελέγχου -οχυρώσεις, πεζές περιπολίες και στήλες στρατιωτικού εξοπλισμού- στη συριακή πλευρά των Υψιπέδων του Γκολάν, καθώς και σε βάση της λεγόμενης «Ομάδας Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων στην Αραβική Δημοκρατία της Συρίας». Παράλληλα, οι ουκρανικές ειδικές δυνάμεις εξακολουθούν να κυνηγούν στο Σουδάν και στο Μάλι της Αφρικής Ρώσους μισθοφόρους που ήταν μέλη της πρώην παραστρατιωτικής οργάνωσης Wagner.
Αυτές οι εξελίξεις αποδεικνύουν τις διευρυνόμενες στρατηγικές προσπάθειες του Κιέβου για την αντιμετώπιση της ρωσικής επιρροής παγκοσμίως, υπογραμμίζοντας παράλληλα τη διασυνδεδεμένη φύση των πολεμικών συγκρούσεων σε Συρία, Ουκρανία και Αφρική.