Μάλιστα ο ίδιος ο Γκάμπριελ επιβεβαίωσε την είδηση. «Αυτό που μπορώ εγώ να φέρω δεν αρκεί. Ο Σουλτς σηματοδοτεί μία νέα αρχή. Και αυτό είναι το θέμα στις εθνικές εκλογές», δήλωσε στο Stern.
Ο Γκάμπριελ πάντως δεν έχει σκοπό αποτραβηχτεί από την πολιτική, αλλά βλέπει εαυτόν στο υπουργείο Εξωτερικών, όπως είχε πει ο ίδιος σε συνέντευξή του στην Ζeit, δηλαδή στη θέση του Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγιερ, ο οποίος στις 12 Φεβρουαρίου, θα εκλεγεί κατά πάσα πιθανότητα Πρόεδρος της Γερμανικής Δημοκρατίας, κατόπιν πρότασης της… Μέρκελ.
Ηταν γνωστό εδώ και μήνες ότι ο Μάρτιν Σουλτς επιθυμούσε να είναι εκείνος ο άνθρωπος, που θα μονομαχήσει με την πάντα ισχυρή Άνγκελα Μέρκελ για την Μπούντεσταγκ. Όμως τον προηγούμενο μήνα, το Spiegel Online δημοσίευσε πληροφορίες, ότι σε συζητήσεις του με στελέχη του κόμματος ήδη πριν από τα Χριστούγεννα, ο Σουλτς είχε αφήσει να εννοηθεί ότι εγκαταλείπει την ιδέα να γίνει υποψήφιος καγκελάριος για το SPD. Μάλιστα, σύμφωνα πάντα με το Spiegel, τις ημέρες των γιορτών δεν ευοδώθηκαν προσπάθειες συντρόφων του να τον μεταπείσουν, για να ανακοινώσει επίσημα την πρόθεσή του να διεκδικήσει το αξίωμα και να δρομολογήσει έτσι εκλογική διαδικασία μέσα στο κόμμα.
Μοζαμβίκη: Τουλάχιστον 21 νεκροί σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις το τελευταίο 24ωρο
Η υποψηφιότητα Γκάμπριελ έμοιαζε μονόδρομος και θεωρούνταν δεδομένη (αν και επισήμως ο υποψήφιος επρόκειτο να ανακοινωθεί στις 29 Ιανουαρίου) , όμως οι δημοσκοπήσεις δεν έδειχναν ότι θα κατάφερνε να πείσει τους ψηφοφόρους να επιστρέψουν στην SPD, η οποία δημοσκοπικά βρίσκεται στο 21%. Έτσι κατά τη σημερινή συνάντηση των ηγετικών στελεχών του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, ερρίφθη ο κύβος: Ο Γκάμπριελ επείσθη ότι εάν κατέβαινε θα έβλαπτε και τον ίδιο και το κόμμα, επομένως το καλύτερο ήταν να κάνει πίσω και να γίνει ο Σουλτς υποψήφιος της SPD για την καγκελαρία και αρχηγός του κόμματος. Ο Σουλτς είναι πιο αγαπητός στο κοινό σε αντίθεση με το Γκάμπριελ που έχει διαχρονικά χαμηλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις. Ο ίδιος ο Γκάμπριελ άλλωστε παραδέχθηκε στο Stern ότι ο Σούλτς έχει ξεκάθαρα περισσότερες πιθανότητες εκλογής.
“Οι πολιτικές της Άγγελας Μέρκελ και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αναμφίβολα συνέβαλαν στις βαθιές κρίσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2008, στην απομόνωση μιας κυριαρχικής γερμανικής κυβέρνησης και, διαμέσου της αδυσώπητης επιμονής στη λιτότητα, στην υψηλή ανεργία εντός Γερμανίας”, τόνισε ο Γκάμπριελ, επισημαίνοντας ότι “μια συνέπεια υπήρξε η ενίσχυση των αντιευρωπαϊκών λαϊκιστικών κομμάτων και να πληγεί όχι μόνο η δημοκρατία, αλλά και το καλό επενδυτικό κλίμα”.
Το έλλειμμα ικανοποίησης των σοσιαλδημοκρατών από τον Γκάμπριελ μεγάλωνε σταθερά τα προηγούμενα χρόνια του “μεγάλου συνασπισμού”. Ναι μεν η SPD κατάφερνε να περνά πολλές από τις θέσεις της στη συγκυβέρνηση, αλλά τα ποσοστά του κόμματος έμεναν κολλημένα κοντά στο 20%. Οι επιτυχίες των σοσιαλδημοκρατών δε γίνονταν αντιληπτές από τους ψηφοφόρους ή χρεώνονταν στην καγκελάριο, έλεγαν τα στελέχη του κόμματος.
Ο 57χρονος Γκάμπριελ ήταν αρχηγός της SPD από το 2009. Μετά το Βίλυ Μπραντ ήταν ο μακροβιότερος πρόεδρος στην ιστορία του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος.
Ο 61χρονος Σουλτς ήταν ευρωβουλευτής από το 1994 και τελευταία πρόεδρος της Ευρωβουλής. Παραιτήθηκε στα τέλη του 2016 από το αξίωμα του. Στην εθνική πολιτική σκηνή της Γερμανίας δοκιμάζει την τύχη του για πρώτη φορά και καλείται μέχρι την ημέρα των εκλογών στις 24 Σεπτεμβρίου να μπει στα βαθιά της εσωτερικής πολιτικής της Γερμανίας, με την ελπίδα ότι θα επιτύχει την ανατροπή απέναντι στην πανίσχυρη Άνγκελα Μέρκελ.