Την ίδια στιγμή, επιχειρείται να συρθεί ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, σε μια διάσκεψη με «σημαδεμένα χαρτιά» για την όπως-όπως και με συνοπτικές διαδικασίες επίλυση του ζητήματος. Μια διάσκεψη κομμένη και ραμμένη στη βάση των αμερικανικών σχεδίων και των επιδιώξεων της Αγκυρας, όπου ο ίδιος θα πιεστεί αφόρητα να «σφραγίσει» με την υπογραφή του μια συμφωνία.
Εκτός των άλλων, ιδιαιτέρως ανησυχητικά φαίνεται να είναι τα μηνύματα και από τη Γερμανία, όπου η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ για πρώτη φορά μιλάει με τόση ένταση για το Κυπριακό. Κατά πληροφορίες και το Βερολίνο επιδιώκει την επίλυση του Κυπριακού εδώ και τώρα και δεν αποκλείεται να βάλει στη ζυγαριά των «εκβιασμών» προς την ελληνική πλευρά ακόμα και το «ελληνικό χρέος».
Στο μεταξύ, αναμένεται να ενταθούν οι διαβουλεύσεις ανάμεσα σε Αθήνα και Αγκυρα για το θέμα της ασφάλειας-καθεστώτος εγγυήσεων και τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων στη Μεγαλόνησο. Ετσι, υπάρχει μια κατ’ αρχήν συμφωνία για επαφές του γενικού γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών, Δημήτρη Παρασκευόπουλου, με τους αρμοδίους του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, αν και στο συγκεκριμένο υπουργείο, εξαιτίας των εκκαθαρίσεων που κάνει το «σύστημα Ερντογάν» παρουσιάζονται τεράστια κενά σε στελέχη τα οποία γνωρίζουν τα ζητήματα.
Σφοδρή χιονόπτωση πλήττει τη Σερβία - Χωρίς ρεύμα 10.000 καταναλωτές
Δεν αποκλείεται λοιπόν, μέχρι το τέλος της εβδομάδας, ή την επομένη, ο κ. Παρασκευόπουλος να μεταβεί στην Αγκυρα. Ωστόσο, τα περιθώρια ουσιαστικής συνεννόησης στενεύουν ασφυκτικά, δεδομένου ότι η διάσκεψη στην Ελβετία έχει οριστεί για τις 9-12 Ιανουαρίου 2017. Αρα, ο χρόνος είναι ελάχιστος. Εκτός των άλλων, με δεδομένο ότι όλους τους ουσιαστικούς χειρισμούς στο Κυπριακό τούς κάνει ο Ταγίπ Ερντογάν και το περιβάλλον του, είναι αμφίβολο εάν το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών μπορεί να παίξει κάποιον καθοριστικό ρόλο τόσο για να συμφωνηθεί μια συνάντηση Τσίπρα-Ερντογάν όσο και για να υπάρξει συνεννόηση ανάμεσα στις δυο πλευρές πριν από τη διάσκεψη. Να σημειωθεί ότι η Αθήνα δήλωνε πως δεν θα μετάσχει σε διάσκεψη αν προηγουμένως δεν γίνει η διμερής συνάντηση κορυφής. Αντίθετα, ο Τούρκος πρόεδρος επέμενε να συναντηθούν στη διάσκεψη, δίχως προηγούμενη συνεννόηση μεταξύ τους.
Ολα δείχνουν ότι η αμερικανική (και τουρκική) πλευρά επιθυμεί στη διάσκεψη, που έχει προγραμματιστεί να γίνει σε ξενοδοχείο της Γενεύης (όπου οι σουίτες κοστίζουν 4-5 χιλιάδες ευρώ ημερησίως), να μετέχουν μόνο οι: ΟΗΕ, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι και οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις (Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία). Αν και η Ε.Ε. δηλώνει ότι θέλει να λάβει μέρος, η τουρκική πλευρά χρονοτριβεί. Ενώ αρχικώς δήλωνε ότι δεν θέλει την Ε.Ε., τώρα υποστηρίζει πως εάν μετάσχει, θα πρέπει να έχει ρόλο παρατηρητή. Το πιθανότερο είναι, πάντως, στο τέλος μάλλον να δεχτεί την παρουσία των Βρυξελλών. Ωστόσο, μετά το όχι και τόσο θετικό κλίμα από το Βερολίνο, το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν η Ε.Ε. θα παίξει ουσιαστικά εποικοδομητικό ρόλο ή θα θελήσει και αυτή να κλείσει όπως-όπως το Κυπριακό. Σε μια τέτοια διάσκεψη, πάντως, η ελληνική πλευρά κινδυνεύει να βρεθεί παγιδευμένη. Ως γνωστόν, η Αθήνα ζητάει πολυμερή διάσκεψη με τη συμμετοχή, εκτός των παραπάνω, και των πέντε μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (ΗΠΑ, Ρωσία, Γαλλία, Κίνα, Βρετανία). Κατά πληροφορίες, η Μόσχα δέχεται να μετάσχει σε μια πολυμερή.
Η αμερικανική πλευρά, κατά πληροφορίες, φέρεται να θέλει να κλείσει το Κυπριακό προτού αποχωρήσει η σημερινή ηγεσία και αναλάβει ο Ντ. Τραμπ (20 Ιανουαρίου). Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, η υφυπουργός Εξωτερικών και αρμόδια χειριστής του Κυπριακού, Βικτόρια Νούλαντ, έχει διαμηνύσει ότι η Ουάσιγκτον είναι υπέρ της διατήρησης μεγάλου αριθμού κατοχικών δυνάμεων (τουλάχιστον 20.000) στο νησί μετά την οποιαδήποτε συμφωνία. Οι εκπρόσωποι των Κατεχομένων, επίσης, ζητούν παραμονή του αριθμού αυτού επί δεκαετία και κατόπιν επανεξέταση του θέματος. Ουσιαστικά, δηλαδή, μονιμοποίηση της παρουσίας. Η ελληνική, αντίθετα, ζητάει αποχώρηση του μεγαλύτερου τμήματος των κατοχικών δυνάμεων άμα τη υπογραφή και συγκεκριμένο, αυστηρό και δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα ολίγων ετών για την ολοκληρωτική αποχώρησή τους. Ιδιαιτέρως σοβαρό θέμα, τέλος, είναι ότι έως σήμερα ουδείς διεθνής οργανισμός έχει καταγράψει τον βαρύ οπλισμό και τον ακριβή αριθμό των κατοχικών δυνάμεων. Κατόπιν τούτου, με τόσα τεράστια κενά στα δεδομένα, αλλά και με τόσες πολλές διαφορές (οι εκπρόσωποι των Κατεχομένων δεν θέλουν ούτε καν να ελεγχθεί το τραπεζικό σύστημά τους από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς) είναι απορίας άξιον πώς οι μεγάλες δυνάμεις διεθνώς θέλουν να επιβάλουν λύση εδώ και τώρα.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΑΡΓΥΡΑΚΗΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής