Αν και εξακολουθούν να ελέγχουν περιοχές στην υπόλοιπη Συρία, κυρίως σχεδόν ολόκληρη την επαρχία Ιντλίμπ στα βορειοδυτικά, η επικείμενη ήττα τους στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας έχει μεγάλο συμβολικό χαρακτήρα.
«Αυτό δείχνει το τέλος της αντιπολίτευσης ως δύναμης που θα μπορούσε λογικά να προκαλέσει το καθεστώς και να αναλάβει τον έλεγχο της χώρας», σημειώνει ο Σαμ Χέλερ, ερευνητής στο Century Foundation, μια αμερικανική δεξαμενή σκέψης.
Ένα χρόνο και κάτι μετά τις φιλοδημοκρατικές διαδηλώσεις που οργανώθηκαν στο πλαίσιο της Αραβικής Άνοιξης αλλά καταστάλθηκαν βίαια από το καθεστώς Άσαντ, οι αντάρτες εξαπέλυσαν την επίθεση στο Χαλέπι τον Ιούλιο του 2012.
Με την υποστήριξη πολλών δυτικών δυνάμεων, των χωρών του Κόλπου και της Τουρκίας, για τις οποίες η συριακή αντιπολίτευση ήταν ο «νόμιμος εκπρόσωπος» του συριακού λαού, έμοιαζε να έχει τον άνεμο στα πανιά της.
Όμως τους τελευταίους μήνες, κυρίως μετά τη ρωσική στρατιωτική επέμβαση τον Σεπτέμβριο του 2015, υπέστη μια σειρά από ήττες, η πιο πρόσφατη από τις οποίες στο Χαλέπι, όπου σήμερα κατέχει μόνο μια μικρή περιοχή.
«Έχουμε περάσει το σημείο όπου η αντιπολίτευση είχε ακόμη την ελπίδα να αλλάξει τα δεδομένα. Δεν έχει πλέον τον αριθμό των μαχητών που χρειάζονται ούτε τον γεωγραφικό χώρο για να εξαπολύσει μεγάλες επιθέσεις», σημειώνει ο Γεζίντ Σαγίγκ, ένας από τους κύριους ερευνητές του Κέντρου Κάρνεγκι για τη Μέση Ανατολή.
Μετά την απώλεια της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Συρίας, η επαρχία Ιντλίμπ θα είναι το τελευταίο προπύργιο των ανταρτών, το οποίο τελεί υπό τον έλεγχο μιας συμμαχίας υπό το Μετώπο Φάτεχ αλ-Σαμ, πρώην παρακλαδιού της Αλ Κάιντα στη Συρία.
Οι αντάρτες είναι επίσης παρόντες στη νότια επαρχία Ντεράα και στη Γούτα, το μεγάλο προάστιο γύρω από τη Δαμασκό απ΄όπου, ωστόσο, έχουν παραχωρήσει έδαφος.
Τους τελευταίους μήνες το καθεστώς συνήψε πολλές συμφωνίας στη Γούτα με βάση τους όρους των οποίων οι εξεγερμένοι εγκατέλειψαν τις θέσεις τους με αντάλλαγμα τη δυνατότητα να παραδοθούν με ασφαλή τρόπο στην Ιντλίμπ.
Η αντιπολίτευση επέκρινε τις συμφωνίες αυτές χαρακτηρίζοντας την τακτική της κυβέρνησης «πείνα ή παράδοση», στην οποία οι αντάρτες υποχρεώθηκαν να υποταχθούν έπειτα από μήνες πολιορκίας και βομβαρδισμών.
Ο πρόεδρος Άσαντ εκτιμά πως οι συμφωνίες αυτές ήταν ο καλύτερος τρόπος για να τελειώσει ο πόλεμος ο οποίος έχει προκαλέσει από τον Μάρτιο του 2011 τον θάνατο 300.000 ανθρώπων και τον εκτοπισμό περίπου του μισού πληθυσμού.
«Είναι πιθανό οι δυνάμεις που είναι πιστές στον Άσαντ να ενεργήσουν γρήγορα για να επιβάλουν και άλλες συμφωνίες παράδοσης και σε άλλους ανταρτικούς θυλάκους», δηλώνει ο Άρον Λουντ, επίσης του Century Foundation. «Η συντριβή της εξέγερσης στην ανατολική Γούτα θα είναι ο μεγάλος στόχος του καθεστώτος το 2017», προσθέτει.
Στην Ιντλίμπ, με πρόσβαση στην τουρκική μεθόριο και ένα μεγάλο απόθεμα μαχητών, κυρίως εκείνοι που έχουν φθάσει πρόσφατα από περιοχές που έπεσαν στα χέρια του καθεστώτος, οι αντάρτες είναι ικανοί να κρατήσουν για πολύ καιρό. «Υπάρχει εκεί μια ένοπλη αντιπολίτευση ζωντανή και παρακινημένη» σημειώνει ο Χέλερ.
Όμως, στις δυνάμεις των ανταρτών στην περιοχή κυριαρχούν ριζοσπάστες ισλαμστές και τζιχαντιστές, κάτι που μπορεί να μην είναι και τόσο δελεαστικό για τους ξένους συμμάχους τους, προσθέτει. «Αν οι αντάρτες θεωρηθούν χαμένη υπόθεση δεν πρόκειται να λάβουν αόριστα το ίδιο επίπεδο ξένων επενδύσεων», προειδοποιεί ο Λουντ. «Βλέπω ήδη ορισμένους συμπαθούντες της αντιπολίτευσης και προσωπικότητες των αναρτών να συζητούν την κατάσταση στο Χαλέπι ως εάν η εξέγερση να έχει επίσημα αποτύχει τώρα», προσθέτει.
Αντιμέτωποι με μια κατάσταση εξαιρετικά δυσμενή για αυτούς, ορισμένοι μαχητές μπορεί να καταθέσουν τα όπλα και να επιστρέψουν στην πολιτική ζωή. Άλλοι μπορεί να διαφύγουν στο εξωτερικό, φοβούμενοι αντίποινα του καθεστώτος.Ορισμένοι μπορεί να πυκνώσουν τις τάξεις των πιο εξτρεμιστών, όπως το Μέτωπο Φάτεχ αλ-Σαμ, εκτιμά ο Χέλερ, όσο κι αν η τζιχαντιστική οργάνωση Ισλαμικό Κράτος παραμένει ελάχιστα ελκυστική.
Το Ιράν “χαιρέτισε” την απελευθέρωση του Χαλεπίου
Πολλοί ιρανοί πολιτικοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι χαιρέτισαν σήμερα την «απελευθέρωση» του Χαλεπίου, της μεγάλης πόλης της βόρειας Συρίας, ενώ ο συριακός στρατός επανέλαβε τις επιδρομές του εναντίον απομονωμένων ανταρτών που εξακολουθούν να βρίσκονται εκεί.
Ο υπουργός Άμυνας, ο στρατηγός Χοσέιν Ντεχγκάν, τηλεφώνησε στον σύρο ομόλογό του για να «συγχαρεί τον συριακό λαό και τη συριακή κυβέρνηση για τις νίκες του συριακού στρατού και των δυνάμεων της αντίστασης προκειμένου να ελευθερώσουν την πόλη Χαλέπι από τα χέρια των τρομοκρατών», σύμφωνα με την κρατική τηλεόραση.
Το Ιράν υποστηρίζει πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά την κυβέρνηση του προέδρου Μπασάρ αλ-Άσαντ έχοντας στείλει στη χώρα στρατιωτικούς συμβούλους και «εθελοντές» που μάχονται στο πλευρό του συριακού στρατού.