Ομαδικοί βιασμοί, βασανιστήρια, φόνοι και σφαγές: οι Ροχίνγκια που πέρασαν τα σύνορα διηγούνται τις ωμότητες που υπέστησαν από τους βιρμανούς στρατιώτες στη δυτική Μιανμάρ όπου ζουν δεκάδες χιλιάδες μέλη της μειονότητας αυτής.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, 30.000 άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί από τις βιαιότητες που έχουν προκαλέσει τον θάνατο δεκάδων ανθρώπων μετά την έναρξη της επιχείρησης του βιρμανικού στρατού έπειτα από τις επιθέσεις που σημειώθηκαν στις αρχές Οκτωβρίου εναντίον αστυνομικών τμημάτων.
Ο Τζον Μακίσικ, διευθυντής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) στην μπαγκλαντεσιανή πόλη Κοξ Μπαζάρ, εκτίμησε μιλώντας στο BBC ότι οι πράξεις αυτές ισοδυναμούν με «εθνοκάθαρση» βάσει των μαρτυριών των προσφύγων.
Αγνοώντας τις πιέσεις της διεθνούς κοινότητας, η οποία το καλεί να ανοίξει τα σύνορά του για να αποφευχθεί μια ανθρωπιστική κρίση, το Μπαγκλαντές ζητεί από τη Μιανμάρ να λάβει «έκτακτα μέτρα» ώστε να σταματήσει η εισροή Ροχίνγκια στο έδαφός του.
«Είναι πολύ δύσκολο για την κυβέρνηση του Μπαγκλαντές να ανακοινώσει το άνοιγμα των συνόρων διότι αυτό ενδέχεται να ενθαρρύνει την κυβέρνηση της Μιανμάρ να συνεχίσει τις ωμότητες και να εκδιώξει (τους Ροχίνγκια), μέχρι να πετύχει τον τελικό της στόχο της εθνοκάθαρσης της μουσουλμανικής μειονότητας», εξήγησε ο Μακίσικ.
Τις κατηγορίες αυτές αμφισβητεί ο Ζάου Χτάι, εκπρόσωπος της κυβέρνησης της βραβευμένης με Νόμπελ Ειρήνης Αούνγκ Σαν Σου Κι, που βρίσκεται στην εξουσία εδώ και λίγους μήνες, έπειτα από δεκαετίες στρατιωτικής χούντας.
«Διερωτώμαι για τον επαγγελματισμό και την ηθική του προσωπικού του ΟΗΕ. Θα έπρεπε να μιλά βασιζόμενο σε συγκεκριμένα και επιβεβαιωμένα γεγονότα και να μην εξαπολύει κατηγορίες», δήλωσε ο Χτάι, την ώρα που μέλη των ανθρωπιστικών οργανώσεων και δημοσιογράφοι δεν έχουν πρόσβαση στην περιοχή.
Η Μιανμάρ έχει κατηγορηθεί και στο παρελθόν για εθνοκάθαρση εναντίον της μουσουλμανικής μειονότητας, όμως την εποχή που τη χώρα διοικούσε η στρατιωτική χούντα. Από τα τέλη Μαρτίου η Σου Κι ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας, έπειτα από τη διεξαγωγή ιστορικών εκλογών πριν ένα χρόνο.
Όμως η βραβευμένη με Νόμπελ έχει αποφύγει να κάνει δηλώσεις σχετικά με το θέμα μετά την έναρξη των βιαιοτήτων τον προηγούμενο μήνα. Η νέα κυβέρνηση της Μιανμάρ δεν έχει εξουσία πάνω στον στρατό, ο οποίος παραμένει επικεφαλής του υπουργείο Εσωτερικών και Συνόρων.
Τηλεφώνημα Σολτς - Πούτιν για την Ουκρανία: Τι είπαν καγκελαρία και Κρεμλίνο
Η τύχη των Ροχίνγκια είναι ένα ευαίσθητο θέμα στη Μιανμάρ. Θεωρούνται ξένοι στη χώρα και είναι θύματα πολλών διακρίσεων: αναγκαστική εργασία, εκβιασμοί, περιορισμοί στην ελευθερία κινήσεων, έλλειψη πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας και την εκπαίδευση, ενώ και μεγάλο μέρος του πληθυσμού της χώρας, που σε ποσοστό 95% είναι βουδιστές, τους απεχθάνεται.
Στο κρατίδιο Ραχίν χιλιάδες Ροχίνγκια ζουν σε καταυλισμούς μετά τα βίαια επεισόδια που ξέσπασαν το 2012 μεταξύ μουσουλμάνων και βουδιστών, από τα οποία σκοτώθηκαν σχεδόν 200 άνθρωποι.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW), που βασίζεται σε δορυφορικές εικόνες, περισσότερα από 1.000 σπίτια των Ροχίνγκια έχουν πυρποληθεί πρόσφατα στο κρατίδιο Ραχίν. Ο βιρμανικός στρατός αμφισβητεί ότι ευθύνεται για τις καταστροφές αυτές και απαντά ότι οι ίδιοι οι Ροχίνγκια πυρπολούν τα σπίτια τους. Παράλληλα υπάρχουν αναφορές για τουλάχιστον 83 νεκρούς τους δύο τελευταίους μήνες.
Για να γλιτώσουν από τους διωγμούς και να αναζητήσουν καλύτερες συνθήκες ζωής χιλιάδες Ροχίνγκια προσπαθούν κάθε χρόνο να φύγουν από τη Μιανμάρ και διασχίζοντας τον κόλπο της Βεγγάλης να φτάσουν κυρίως στη Μαλαισία. Αυτή τη φορά χιλιάδες Ροχίνγκια στράφηκαν στο Μπαγκλαντές.
Στο μεταξύ η Μαλαισία θα καλέσει τον πρεσβευτή της Μιανμάρ για εξηγήσεις σχετικά με τον διωγμό των Ροχίνγκια, όπως ανακοίνωσε σήμερα το υπουργείο Εξωτερικών της χώρας, καθώς εκατοντάδες διαδηλωτές σε όλη τη νοτιοανατολική Ασία διαμαρτύρονται για την κλιμακούμενη βία.
Εκατοντάδες Ροχίνγκια πραγματοποίησαν πορεία στην Κουάλα Λουμπούρ καταδικάζοντας τον διωγμό της μειονότητας και επικρίνοντας τη Αούνγκ Σαν Σου Κι για την απουσία αντίδρασης.
Την ίδια ώρα διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν και στην Μπανγκόκ της Ταϊλάνδης, αλλά και στη Τζακάρτα της Ινδονησίας. Οι διαδηλωτές στη Τζακάρτα ζήτησαν μάλιστα από την επιτροπή Νόμπελ να πάρει πίσω το βραβείο της Αούνγκ Σαν Σου Κι.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ