ΣΥΜΦΩΝΑ με ρωσικές πηγές, ο στρατηγός δεν διέκοψε τις συνομιλίες, αλλά απλά ζήτησε πίστωση χρόνου. Η αλήθεια όμως είναι ότι και οι δύο πλευρές έβαλαν στο τραπέζι ακραίες θέσεις και επέμειναν σ’ αυτές. Οπως έχω επισημάνει πολλές φορές, ο Σαράζ ζητούσε την αποχώρηση των δυνάμεων του LNA από την ευρύτερη περιοχή της Τρίπολης (περιοχές Σαλαχεντίν κ.ά.), ενώ ο Χαφτάρ ζητούσε το αντίθετο, να επιτραπεί δηλαδή η είσοδος των δυνάμεών του στην Τρίπολη. Ζητούσε επίσης αποχώρηση των μισθοφόρων από τη Λιβύη, εννοώντας βέβαια τους μισθοφόρους της άλλης πλευράς (Τούρκους) και όχι αυτούς που χρησιμοποιεί ο ίδιος (Ρώσους, Σουδανούς κ.ά.).
ΑΥΤΕΣ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ήταν αναμενόμενες από τις δύο πλευρές. To θέμα είναι ποια ήταν η ρωσική πρόταση. Σύμφωνα με πληροφορίες μου, η συμφωνία που προτάθηκε αλλά τελικά δεν υπεγράφη από τον Χαφτάρ προέβλεπε ιδίως:
• Επιστροφή των ένοπλων δυνάμεων στα στρατόπεδά τους και εφεξής απασχόλησή τους αποκλειστικά στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας αλλά και της ασφάλειας των πετρελαιοπηγών.
• Αφοπλισμό ορισμένων πολιτοφυλακών.
• Επίβλεψη της εφαρμογής των συμφωνηθέντων και της κατάπαυσης του πυρός από ρωσική αποστολή, αφήνοντας όμως χώρο στην επίβλεψη αυτή να συμμετάσχει και ο ΟΗΕ, με πιθανούς επιπρόσθετους ολιγάριθμους Τούρκους και Ιταλούς στρατοχωροφύλακες και καραμπινιέρους.
• Διεθνή επίβλεψη των λιμανιών και των χερσαίων προσβάσεων.
• Καθορισμό και επιμερισμό αρμοδιοτήτων ανάμεσα στον Σαράζ και το Κοινοβούλιο.
• Μη ανάπτυξη κανονικών στρατιωτικών δυνάμεων από την Τουρκία (δηλαδή συμβατικών).
ΕΝΑ ΤΕΤΟΙΟ ΣΧΕΔΙΟ θα ήταν ασφαλώς χρήσιμο για την εξασφάλιση των βασικών προϋποθέσεων για μια πολιτική λύση στο θέμα της Λιβύης και εάν στην πραγματικότητα δεν συνοδεύεται από κρυφές παραγράφους, υποσημειώσεις και παραρτήματα, είναι δείγμα πολύ καλής δουλειάς από μέρους του ρωσικού ΥΠΕΞ. Ομως υποβαθμίζει έως και εξαφανίζει τον ρόλο του Χαφτάρ στο μέλλον της Λιβύης, αφού προβλέπει επιστροφή των στρατιωτικών τμημάτων του στα στρατόπεδά τους (σε Τομπρούκ, Ντέρνα, Βεγγάζη). Ο Χαφτάρ είναι στο προσκήνιο ακριβώς επειδή ελέγχει κάποιες στρατιωτικές δυνάμεις και αν αυτές υποχρεωθούν να αδρανήσουν, ο Χαλίφα θα φύγει από την επικαιρότητα. Εύλογο λοιπόν το να μη δεχθεί να το υπογράψει. Είναι πια φανερό ότι ο στρατηγός επιθυμεί να αποτελέσει διάδοχη φιγούρα του συνταγματάρχη Καντάφι.
Μοζαμβίκη: Τουλάχιστον 21 νεκροί σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις το τελευταίο 24ωρο
ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ λοιπόν να αναγκαστεί να επιστρέψει στις διαπραγματεύσεις ο Χαφτάρ, η Τουρκία επαναλαμβάνει τις απειλές για ανάπτυξη ενισχυμένων συμβατικών δυνάμεων στη Λιβύη. Από την άλλη μεριά, ο Χαφτάρ, έχοντας την υποστήριξη των ΗΑΕ και της Σαουδικής Αραβίας, δεν φαίνεται να φοβάται ιδιαίτερα τους γείτονές μας. Η βοήθεια που λαμβάνει δεν είναι μόνο οικονομική αλλά και στρατιωτική. Εχει παραλάβει από τα ΗΑΕ τόσο ΜΕΑ (drones) κινεζικής κατασκευής όσο και άλλα οπλικά συστήματα, περιλαμβανομένων και πολύπλοκων αντιαεροπορικών, ενώ υπάρχει και η προοπτική προμήθειας μοντέρνων αντιπλοϊκών πυραύλων από την Αίγυπτο.
ΣΤΟ ΑΜΕΣΟ ΜΕΛΛΟΝ έχουμε τη διάσκεψη της Κυριακής που συγκάλεσε η Γερμανία, για την οποία εύχεται κανείς να είναι επιτυχής. Εδώ μπορεί να εκφραστούν και επιφυλάξεις, διότι τέτοιου είδους σύνοδοι διοργανωμένες από τους Ευρωπαίους φίλους μας, συνήθως καταλήγουν σε ένα ανακοινωθέν με περιεχόμενο αμπελοφιλοσοφικού χαρακτήρα, χωρίς ουσιαστικές συνέπειες, το οποίο, ακόμη κι αν είναι κοινό, ερμηνεύεται διαφορετικά από τον καθένα. Μόνο η διάσκεψη της Μόσχας είχε τη δυνατότητα να βάλει τις βάσεις για έναν διάλογο. Επαναλαμβάνω ότι οι ευχές μας, ειδικά της ελληνικής πλευράς, πρέπει να είναι η σύνοδος του Βερολίνου να καταλήξει σε επιτυχία.
ΣΑΦΩΣ ΔΙΑΚΥΒΕΥΟΝΤΑΙ ελληνικά συμφέροντα. Ομως η Ελλάδα είναι μια χώρα παθητική, με πολιτικές που αποφεύγουν δυναμικές παρεμβάσεις, ιδίως αν πρόκειται περί προβολής στρατιωτικής ισχύος και επίσης αποφεύγουν τους υψηλούς τόνους. Ο μόνος λοιπόν τρόπος εξασφάλισης των ελληνικών συμφερόντων είναι η έναρξη ενός πολιτικού διαλόγου στη Λιβύη, που θα οδηγήσει στην ανασύσταση αυτού του κράτους και στη συνύπαρξη της (διεθνώς αναγνωρισμένης) κυβέρνησης με το Κοινοβούλιο. Υπό τέτοιες συνθήκες, οι συμφωνίες που θα συνάπτει η κυβέρνηση (δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή συμφωνία αλλά μόνο MOU/μνημόνια) θα απαιτούν την έγκριση του Κοινοβουλίου, βάζοντας τέρμα στην αναρχία που επικρατεί αυτή τη στιγμή. Πρέπει επίσης να έχουμε υπόψη ότι αν ο Σαράζ δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα επιβίωσης απέναντι στον στρατάρχη Χαφτάρ στην ευρύτερη περιοχή της Τρίπολης, δεν θα είχε κανένα λόγο να υπογράψει τα δύο MOU που υπέγραψε με την Τουρκία. Μην ξεχνάμε ότι η από μέρους της Τουρκίας προσέγγιση της Λιβύης για υπογραφή συμφωνιών, με το επιχείρημα ότι η Ελλάδα «της έκλεψε» θαλάσσιες περιοχές, δεν είναι σημερινή. Απλά οι σημερινές συνθήκες, και συγκεκριμένα η πίεση του Χαφτάρ, οδήγησε τον Σαράζ να ενδώσει στους Τούρκους.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΔΙΑΦΟΡΑ συμπεράσματα που μπορούμε να εξαγάγουμε από τις εξελίξεις αυτές. Το πρώτο και κύριο, που επιβεβαιώνει τις δικές μου διαπιστώσεις, τις οποίες επαναλαμβάνω διαρκώς, είναι το ότι η Ρωσία έχει περισσότερο ανάγκη την Τουρκία από οποιονδήποτε άλλο σύμμαχό της. Οπως έχουμε πει παλιότερα, αυτό δεν είναι σημερινό, πρόκειται για μια επίθεση φιλίας από τη Ρωσία προς την Τουρκία που ξεκινά από την εποχή του πρώτου τουρκο-αιγυπτιακού πολέμου, συνεχίστηκε και επί Ψυχρού Πολέμου (και παρά την ακροδεξιά στάση των τότε τουρκικών κυβερνήσεων) και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, που η Ρωσία είναι επί του παρόντος το μόνο σταθερό στήριγμα των γειτόνων μας. Τα συμφέροντα της Ρωσίας στη Λιβύη και στη Συρία μπορεί να είναι αντίθετα με αυτά της Τουρκίας, αλλά η Ρωσία λειτουργεί με τέτοιο τρόπο ώστε να αποφύγει να δυσαρεστήσει την Τουρκία, επιλέγοντας το να «φιλοξενήσει» τις τουρκικές επιδιώξεις στους δικούς της σχεδιασμούς, αντί να έλθει σε ευθεία αντιπαράθεση με αυτές. Μια τέτοια συμβίωση, που δεν συνεπάγεται απόλυτη ταύτιση αλλά απλά αλληλοκατανόηση, είναι και το χαρακτηριστικό ενός επιτυχημένου γάμου.
ΑΛΛΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ είναι το ότι η σύμπραξη HAE και Σαουδαραβίας δεν περιορίζεται στην Αραβική Χερσόνησο. Είναι φανερή η επιδίωξή τους να αποκτήσουν και βάση στη Μεσόγειο και αυτό δεν έχει σχέση με τις ενεργειακές πηγές. Αντίθετα με αυτά που πρεσβεύουν πολλοί Ελληνες «ειδικοί», πατρίδα του εξτρεμιστικού Ισλάμ δεν είναι η Τουρκία. Οι δύο αυτές αραβικές χώρες επιδιώκουν τη δημιουργία προγεφυρωμάτων στην περιοχή μας, που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Μαγκρέμπ, ενώ έχουν ήδη δημιουργήσει προσβάσεις στην Ανατολική Αφρική. Τέλος, υπάρχει και το θέμα της χρηματοδότησης των σύγχρονων δουλεμπορικών κυκλωμάτων, τα οποία λειτουργούν πολύ πριν η Τουρκία μπει σε αυτό το παιγνίδι. Μια λοιπόν βάση της Σαουδικής Αραβίας ή των ΗΑΕ στη Μεσόγειο θα σήμαινε ενίσχυση των ροών προς την Ευρώπη… και άλλα «περίεργα»…
Η «προβλεψιμότητα» της Ελλάδας και η χαμηλών προσδοκιών διάσκεψη
Από τον Δρ Ευάγγελο Βενέτη/ Ειδικό σε θέματα Ισλάμ και Μέσης Ανατολής
Στη γενικά χρήσιμη επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον και συνάντησή του με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ο Ελληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε ότι η Ελλάδα είναι «αξιόπιστος και προβλέψιμος σύμμαχος (reliable and predictable ally)» για τις ΗΠΑ. Ενώ η αξιοπιστία είναι βασικό χαρακτηριστικό μιας συμμαχίας, δεν ισχύει το ίδιο για την προβλεψιμότητα ενός συμμάχου. Η προβλεψιμότητα της εξωτερικής πολιτικής μιας συμμάχου χώρας (Ελλάδας) από μία άλλη (ΗΠΑ) παραπέμπει σε έλλειψη δημιουργικής και πολύπλευρης εξωτερικής πολιτικής, στοιχεία τα οποία σε χρόνια βάση ενέχουν τον κίνδυνο περιορισμού της αυτενέργειας της εξωτερικής πολιτικής μιας χώρας και μείωσης της ανταγωνιστικότητάς της σε σχέση με τους ισχυρότερους συμμάχους της. Η εν λόγω «προβλεψιμότητα» της Ελλάδας εξηγεί το γεγονός της απουσίας από τη σημερινή χαμηλών προσδοκιών διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη.
Η ΜΗ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ, έστω και καταρχήν, της Ελλάδας από τους οργανωτές Γερμανούς και άλλες συμμαχικές χώρες της διάσκεψης του Βερολίνου για τη Λιβύη αποτελεί το δεύτερο διπλωματικό πλήγμα για την Αθήνα σε διάστημα ολίγων εβδομάδων μετά την υπογραφή του μνημονίου Τουρκίας-Λιβύης. Οι δύο αυτές εξελίξεις καταδεικνύουν την ανεπάρκεια της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στη Λιβύη και τη Μέση Ανατολή, ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, περίοδο κατά την οποία η Λιβύη έχει περιπέσει σε εμφύλιο χάος μετά την αποσταθεροποίηση της χώρας από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ και την πτώση της κυβέρνησης και τη δολοφονία του Μουαμάρ Καντάφι.
Η ΝΥΝ ΕΞΙ ΜΗΝΩΝ ελληνική κυβέρνηση δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να καλύψει το εν λόγω χρόνιο επιχειρησιακό κενό της Ελλάδας στη Λιβύη μέσα σε λίγες εβδομάδες. Ωστόσο η νυν ηγεσία της Ζαλοκώστα φαίνεται ότι έχει λάβει το μήνυμα των εξελίξεων και έχει δραστηριοποιηθεί προς τη σωστή διπλωματική και επιχειρησιακή ενεργοποίηση της Ελλάδας για την ενίσχυση των διμερών της σχέσεων με τη Λιβύη. Η επίσκεψη του Νίκου Δένδια στη Βεγγάζη και η συνάντησή του με τον Χαλίφα Χαφτάρ πριν από λίγες ημέρες ενεργοποίησε έναν δίαυλο επικοινωνίας καθ’ όλα χρήσιμο για τα ελληνικά συμφέροντα στη Λιβύη. Η προ τριημέρου ανταπόδοση της επίσκεψης του Ελληνα ΥΠΕΞ από τον Χαφτάρ στην Αθήνα εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο, πιθανόν και με αμερικανική ενθάρρυνση για να χρυσώσει το χάπι της απουσίας της Ελλάδας από το Βερολίνο.
ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ περιφερειακές εξελίξεις στην Αν. Μεσόγειο με την τουρκολιβυκή ενεργειακή συνεργασία να αποσκοπεί στην αποκοπή του ενεργειακού άξονα Ανατολής-Δύσης που αντιπροσωπεύει ο EastMed και το υπό διαμόρφωση Φόρουμ East Med Gas στέλνουν στην Αθήνα το ξεκάθαρο μήνυμα ότι η πρόσφατη διπλωματική ενεργοποίηση της Ελλάδας στη Λιβύη δεν πρέπει να σταματήσει αλλά να συνεχισθεί σε βάθος χρόνου, να διευρυνθεί γεωγραφικά και να ενισχυθεί συστηματικά με πλαίσιο δράσεων σε όλους τους τομείς της πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής διπλωματίας. Με δεδομένο ότι η διάσκεψη του Βερολίνου δεν αναμένεται να δώσει άμεση λύση στον λιβυκό εμφύλιο η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει ακόμη χρόνο για να καλύψει μέρος του χαμένου κενού των προηγούμενων ετών στη Λιβύη.
ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΝΑ ‘ΧΕΙ, η περίπτωση της Λιβύης αποτελεί ενδεικτικό παράδειγμα της ανάγκης για την Αθήνα να αναδιαμορφώσει τη διπλωματική στάση της στην Αν. Μεσόγειο και τη Μ. Ανατολή. Η Ελλάδα χρειάζεται μεγαλύτερο βαθμό δημιουργικής διπλωματίας σε καίρια ζητήματα που αφορούν στον αραβικό και εν γένει ισλαμικό κόσμο. Ο εποικοδομητικός και σταθεροποιητικός ρόλος της Ελλάδας στο Παλαιστινιακό με τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους επί τη βάσει της λύσης των δύο κρατών αποτελεί ζητούμενο για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα στην περιοχή. Το ίδιο ισχύει σε σχέση με το μεταναστευτικό και για τη σταθεροποίηση της ειρήνης στη Συρία με την άμεση επανέναρξη των ελληνοσυριακών διπλωματικών σχέσεων. Η Ελλάδα με μια αξιόπιστη πολυμερή εξωτερική πολιτική επαναπροσέγγισης με τον αραβικό και ισλαμικό κόσμο πρέπει να πάψει να είναι τόσο «προβλέψιμη» ώστε να ανακτήσει το γεωπολιτικό της εκτόπισμα στην περιοχή και να προασπίσει τα εθνικά της συμφέροντα. Τότε θα είναι πιο αξιόπιστη για τη γεωπολιτική σταθερότητα και ειρήνη της ευρύτερης περιοχής.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής