Ο πρόεδρος Μέτα κλήθηκε σήμερα από την ειδική ανακριτική επιτροπή του κοινοβουλίου να καταθέσει για το διάταγμα που είχε εκδώσει στις 10 Ιουνίου με το οποίο ακύρωνε τις προγραμματισμένες για τις 30 του ίδιου μήνα δημοτικές εκλογές και όριζε ως νέα ημερομηνία την 13η Οκτωβρίου.
Η πρωτοβουλία του Μέτα έφερε την προεδρία της Δημοκρατίας σε σφοδρή αντιπαράθεση με την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Έντι Ράμα η οποία έβγαλε απόφαση της βουλής για σύσταση ανακριτικής επιτροπής προκειμένου να αποφανθεί αν ο πρόεδρος λειτούργησε πέραν των προβλεπόμενων από το νόμο και το σύνταγμα.
Η απόφασή της θα πρέπει να εισαχθεί έως τις 8 Οκτωβρίου στην ολομέλεια της βουλής η οποία και θα αποφασίσει για το αν θα καθαιρέσει ή όχι τον ανώτατο πολιτειακό άρχοντα.
ΗΠΑ: Ο νέος υπουργός Άμυνας του Τραμπ παρά λίγο θα σκότωνε άνθρωπο με τσεκούρι - Τι τατουάζ έχει [βίντεο]
Η κυβέρνηση προχώρησε στη διενέργεια εκλογών στις 30 Ιουνίου, σε συνθήκες πρωτοφανής πολιτικής πόλωσης, καθώς απείχε σύσσωμη η αντιπολίτευση, πλην όμως η συμμετοχή των πολιτών στην ψηφοφορία ήταν ιδιαίτερα χαμηλή (κυμάνθηκε γύρω στο 15%) εγείροντας ζήτημα πολιτικής νομιμοποίησής τους.
Η κυβέρνηση πάντως έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να διεξαχθεί ψηφοφορία στις 13 Οκτωβρίου, όπως προβλέπει το διάταγμα του προέδρου της Δημοκρατίας.
Ο Ιλίρ Μέτα κατέθεσε επί δύο ώρες στην εξεταστική επιτροπή και εξερχόμενος άφησε αιχμές ότι η εναντίον του απόφαση της επιτροπής είναι ήδη ειλημμένη και δήλωσε ότι ο ίδιος θα παραμείνει “ακατανίκητο κάστρο στην προάσπιση του συντάγματος μέχρι τη λήξη της θητείας του τον Ιούλιο του 2022”.
Ωστόσο, ακόμα και αν η βουλή καθαιρέσει τον πρόεδρο η απόφασή της θα πρέπει να εγκριθεί από το Συνταγματικό Δικαστήριο το οποίο όμως δεν λειτουργεί καθώς η πλειοψηφία των μελών του ελέγχεται για εμπλοκή σε υποθέσεις διαφθοράς.
Από τις αρχές του χρόνου τα κόμματα της αντιπολίτευσης απέχουν από το κοινοβούλιο αξιώνοντας την διενέργεια πρόωρων βουλευτικών εκλογών κατηγορώντας τον πρωθυπουργό Ράμα και την κυβέρνησή τους για διαφθορά. Με την αντιπολίτευση έχει συνταχθεί και ο πρόεδρος Μέτα οδηγώντας σε ρήξη τους δυο κορυφαίους θεσμούς της χώρας, την προεδρία της Δημοκρατίας και την κυβέρνηση.