Ο εκπρόσωπος του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών επεσήμανε σήμερα ότι τα σχόλια της Όρταγκους δεν συνάδουν με το πνεύμα και το περιεχόμενο των συζητήσεων μεταξύ των προέδρων των δύο χωρών, του Ντόναλντ Τραμπ και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στη σύνοδο κορυφής της G20 στην Οσάκα τον προηγούμενο μήνα.
«Καλούμε την αμερικανική πλευρά να αποφύγει να λάβει λάθος μέτρα, πέραν της διπλωματίας και του διαλόγου, τα οποία θα βλάψουν τις σχέσεις» μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, υπογράμμισε ο Χαμί Ακσόι.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι η Τουρκία δεν έχει λάβει ακόμη απάντηση στο αίτημά της να δημιουργηθεί μια ομάδα εργασίας για να εξετάσει τις επιπτώσεις της αγοράς των S-400 από την Άγκυρα.
Θυμίζουμε ότι, με νέα ανακοίνωση το Στέιτ Ντιπάρτμεντ καταδικάζει την πρόσφατη αποστολή του πλωτού γεωτρύπανου «Γιαβούζ» στην Κυπριακή ΑΟΖ και εκφράζει για δεύτερη φορά την έντονη ανησυχία του για τις παράνομες δραστηριότητες που επιχειρεί να διεξαγάγει η Τουρκία εντός της κυπριακής ΑΟΖ.
Ντόναλντ Τραμπ: Ανακοίνωσε τηλεγιατρό, επικεφαλής του CDC και νέο υπουργό Οικονομικών
«Καλούμε τις τουρκικές αρχές να σταματήσουν αυτές τις επιχειρήσεις και ενθαρρύνουμε όλα τα μέρη να ενεργήσουν με αυτοσυγκράτηση και να απέχουν από ενέργειες που αυξάνουν τις εντάσεις στην περιοχή», επισημαίνεται στην ανακοίνωση της εκπροσώπου του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, Μόργκαν Ορτέιγκους.
Χαρακτηρίζοντας μάλιστα την αποστολή του «Γιαβούζ» ως «προκλητικό βήμα» που ανεβάζει τις εντάσεις στην περιοχή, η εκπρόσωπος επισημαίνει ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να ανησυχούν έντονα για τις επανειλημμένες προσπάθειες της Τουρκίας να διεξάγει επιχειρήσεις γεωτρήσεων στα ύδατα της Κύπρου και για την πιο πρόσφατη αποστολή του πλωτού γεωτρύπανου «Γιαβούζ» από τη χερσόνησο της Καρπασίας».
Στην ίδια ανακοίνωση επαναλαμβάνεται και η πάγια θέση της Ουάσιγκτον που υποστηρίζει ότι οι φυσικοί πόροι του νησιού πρέπει να κατανεμηθούν ισομερώς μεταξύ των δύο κοινοτήτων στο πλαίσιο συνολικής διευθέτησης.
Τέλος, σημειώνεται ότι «η ανάπτυξη των ενεργειακών πόρων στην Ανατολική Μεσόγειο θα πρέπει να προωθήσει τη συνεργασία, να εντείνει τον διάλογο μεταξύ των δύο κοινοτήτων και μεταξύ των περιφερειακών γειτόνων και να αποτελέσει τη βάση για βιώσιμη ενεργειακή ασφάλεια και οικονομική ευημερία».