Η ημέρα της κρίσης για τον Ματέο Σαλβίνι μοιάζει να έρχεται, καθώς ο ισχυρός άνδρας της ιταλικής πολιτικής και της ξενοφοβικής Λέγκας είναι όσον αφορά τα οικονομικά θέματα, τελείως απομονωμένος μέσα στην ΕΕ, χωρίς να υπάρχει ούτε μία χώρα που να στηρίζει τις βασικές του διεκδικήσεις και ούτε υπάρχει και κάποιος ηγέτης μέσα στην Ευρωζώνη που να θέλει, όπως αυτός, να καταργηθεί το ενιαίο νόμισμα.
Ο Σαλβίνι πραγματικά βρίσκεται μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης, καθώς δεν μπορεί προγραμματικά να αποδεχθεί τον προϋπολογισμό του 2020, που όπως κι ο αντίστοιχος του περασμένου έτους, έχει συνταχθεί από κοινού με τις Βρυξέλλες, αλλά και δεν μπορεί εντελώς μόνος του μέσα στην Ευρώπη να σηκώσει κεφάλι και να αμφισβητήσει κι εν τέλει να σταματήσει την παντοδυναμία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η «επάρατος» ΕΕ, που με την υπόθεση του Brexit απέδειξε πως δεν είναι λιπόψυχη απέναντι στις προκλήσεις, μπορεί ανά πάσα στιγμή να του δείξει τον δρόμο προς την έξοδο, και η επαπειλούμενη διαδικασία για υπερβολικό έλλειμμα μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει το πρώτο βήμα.
Αλλά και στην Ιταλία, η άνοδος της Λέγκας επί τη βάσει της ρητορείας για τη μετανάστευση και την ασφάλεια έχει ολοκληρωθεί: προτού ακόμη γίνουν εκλογές, ο Σαλβίνι είναι ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της Ρώμης. Μάλιστα, στις 26 Μαΐου, έχοντας διπλασιάσει τα ποσοστά του εν σχέσει προς τις εθνικές εκλογές, ο Σαλβίνι αύξησε τους ευρωβουλευτές του από πέντε σε 28. Ωστόσο, εάν δεν επιδείξει πλέον πραγματικές ηγετικές ικανότητες (που έως σήμερα δεν έχει κάνει) ο Σαλβίνι θα βρεθεί στην αρχή της πολιτικής του παρακμής. Ένα μεγάλο ρήγμα στην ευρωπαϊκή στρατηγική του Σαλβίνι έχει διαπιστωθεί ήδη, όταν οι συνοδοιπόροι του λαϊκιστές και ακροδεξιοί στην Αυστρία και την Ουγγαρία πήραν αποστάσεις από αυτόν όσον αφορά το ιταλικό χρέος.
Ο πρώτος που διεμήνυσε στον Σαλβίνι πως η Ιταλία θα πρέπει να ρυθμίσει τα δημόσια οικονομικά της ήταν ο φίλος του και καγκελάριος της Αυστρίας Σεμπάστιαν Κουρτς, τον Οκτώβριο του 2018. Τη σκυτάλη πήρε ο Ζόλταν Κόβατς, υπουργός κι εκπρόσωπος του Ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν, ο οποίος στο Μιλάνο είχε χαρακτηρίσει τον Σαλβίνι «ήρωά μου και σύντροφό μου στο πεπρωμένο».
Το ρήγμα μεγάλωσε μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, καθώς διαψεύσθηκαν τα όνειρα του Σαλβίνι για διπλασιασμό των εδρών των ομοϊδεατών του κομμάτων στο Ευρωκοινοβούλιο. Λείπει δηλαδή, η “ζωτική ορμή” προκειμένου να προωθήσουν τα εθνολαϊκιστικά κόμματα μία αλλαγή στην ΕΕ, ξεκινώντας από την άλωση του Ευρωκοινοβουλίου και να αλλάξουν τα κριτήρια για το έλλειμμα και το χρέος.
Η υπόσχεση πως ο δανεισμός και οι δαπάνες θα επανεκκινήσουν την οικονομία, δεν είναι εύκολη δουλειά για όποιον έχει υπερβολικό έλλειμμα, όπως η Ιταλία. Από το σημείο αυτό εφορμά η πολιτική του Σαλβίνι, που προσπαθεί να δικαιολογήσει την έξοδο από το ευρώ με τη θεωρία της κυρίαρχης και αυτόβουλης Κεντρικής Τράπεζας της Ιταλίας. Μάλιστα, η πρόταση για έκδοση μικρο-ομολόγων (εν είδει παράλληλου νομίσματος) απαντά σε τούτο το θεωρητικό πλαίσιο, εν αγνοία του κάθε ιστορικού προηγούμενου–όπως πχ της Αργεντινής–για τη χρήση τέτοιων λύσεων, που ενέχουν τον κίνδυνο να βυθίσουν ολότελα το εθνικό νόμισμα και την καταρράκωση κάθε οικονομικής αξιοπιστίας.
Το μόνο που απομένει στον Σαλβίνι είναι η προσέγγιση με τον Ντόναλντ Τραμπ, που επιστέφθηκε με την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον, και η βαρύνουσα πολιτική σημασία που ο ηγέτης της Λέγκας επιδιώκει να της προσδώσει. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ρώμη προσεγγίζει την Ουάσιγκτον, προκειμένου να δείξει στο Βερολίνο και το Παρίσι ότι δεν πρέπει να την υποτιμούν. Όμως, τούτη τη φορά η λύση Τράμπ στρέφεται καθαρά κατά της ΕΕ και του ευρώ. Δεν υπάρχουν περιθώρια για τον Σαλβίνι και να συνυπάρχει με τις Βρυξέλλες και να είναι επιστήθιος φίλος του τωρινού ενοίκου του Λευκού Οίκου, ο οποίος πέραν του ότι απηχεί ό,τι πιο παρωχημένο, συντηρητικό και αντιευρωπαϊκό υπάρχει στις ΗΠΑ, έχει ταχθεί προσωπικά υπέρ ενός σκληρού Brexit, αποσκοπώντας μακροπρόθεσμα στην διάλυση της ΕΕ. Πλέον το ερώτημα για τους Ιταλούς είναι να επιλέξουν με ποιόν θέλουν να είναι: με τις Βρυξέλλες, ή με τον Τραμπ;
Μάλιστα, ένα πρόσφατο επεισόδιο όφειλε να ωθήσει τον Σαλβίνι να σκεφθεί σοβαρά για το μέλλον της Ιταλίας στην Ευρώπη. Στις 18 Ιουνίου, ο διοικητής της ΕΚΤ Μάρι Ντράγκι από τη Σίντρα της Πορτογαλίας ανακοίνωνε τα μέτρα για τη νέα νομισματική πολιτική της Ένωσης. Τα αποτελέσματα ήσαν άμεσα: ενίσχυση του ευρώ, άνοδος στα Χρηματιστήρια. Ο Τράμπ έσπευσε τότε να καταγγείλει τον Ντράγκι για αθέμιτο ανταγωνισμό. Τα ιταλικά συμφέροντα με ποιόν θα έπρεπε να συνταχθούν, με τις Βρυξέλλες και την ΕΚΤ, ή με τον Τραμπ. Έγινε σαφές πως ο Αμερικανός πρόεδρος στοχεύει απλώς να διαλύσει την ΕΕ έτσι ώστε οι ΗΠΑ να μην έχουν άλλον εμπορικό ανταγωνιστή, για τον λόγο αυτό υποστηρίζει το σκληρό Brexit.
Ποιον ρόλο θα πρέπει λοιπόν να παίξει ο Σαλβίνι για να στηρίξει τα ιταλικά συμφέροντα; Να διαγράψει 70 χρόνια προσπαθειών για μία πανευρωπαϊκή πολιτική; Όπως είχε τονίσει το alter ego του Σαλβίνι, ο Τζανκάρλο Τζορτζέτι, με το Brexit, τον Τραμπ και τις ιταλικές εκλογές της 4ης Μαρτίου 2018 άνοιξε ο δρόμος «για ένα μονόδρομο που χαρακτηρίζεται από την αλλαγή σε κάθε πολιτική δραστηριότητα». Είναι βέβαια καθαρά σημάδια, αλλά προς ποια πολιτική κατεύθυνση; Για τον Τζορτζέτι, που μολαταύτα επιδιώκει να είναι ένας από τους ευρωπαίους επιτρόπους, το μέλλον είναι με την Ουάσιγκτον, καθώς η «Ευρώπη δεν προσφέρει εναλλακτικές λύσεις». Ο Σαλβίνι καλό θα ήταν να εξηγήσει στους Ιταλούς με έναν σαφή λόγο, κι όχι μέσω Twitter, που θεωρεί πως είναι το συμφέρον της χώρας. Γιατί στις τσέπες τους έχουν όλοι ευρώ και θα ήθελαν να γνωρίζουν που αυτά θα καταλήξουν. Την ίδια στιγμή, ο Σαλβίνι είναι μόνος του στην Ευρώπη, και το μόνο που μπορεί να αποσπάσει από τον Τραμπ είναι η προτροπή «οπλιστείτε και ξεκινήστε».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ