«Ο αυστραλιανός λαός αγαπούσε τον Μπομπ Χοκ επιεδή ήξερε πως ο Μπομπ τον αγαπούσε, αυτό ήταν αλήθεια μέχρι το τέλος», ανέφερε σε δήλωσή του ο επικεφαλής του κόμματος Μπιλ Σόρτεν, λίγες ημέρες πριν από τις αυστραλιανές ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές της 18ης Μαΐου που αναμένεται ευρέως να τον αναδείξουν επόμενο πρωθυπουργό.
Ενώ άλλοι μπορεί να πασχίζουν για να απαλλαγούν από τη φήμη της θορυβώδους συμπεριφοράς, ο Χοκ έλεγε ότι η φήμη αυτή τον είχε βοηθήσει να αποκτήσει την εύνοια των ψηφοφόρων της εργατικής τάξης.
Ο Χοκ είχε κερδίσει τη φήμη του ως «αλάνι» εν μέρει επειδή, όταν φοιτούσε στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, είχε κάνει παγκόσμιο ρεκόρ πίνοντας μια «γιάρδα», δηλαδή 1,4 λίτρο, μπύρα σε 11 δευτερόλεπτα.
Ο Ρόμπερτ Τζέιμς Λι Χοκ, πρώην συνδικαλιστής, εξελέγη για πρώτη φορά στο κοινοβούλιο το 1980 και ανέλαβε επικεφαλής του κεντροαριστερού Εργατικού Κόμματος της Αυστραλίας λιγότερο από έναν μήνα πριν από τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές του 1983.
Οι ψηφοφόροι γρήγορα αγκάλιασαν τον Χοκ και το Εργατικό Κόμμα κέρδισε μια απροσδόκητη σαρωτική νίκη επί της συντηρητικής κυβέρνησης με επικεφαλής τον Μάλκομ Φρέιζερ, ο οποίος ήταν στην εξουσία για σχεδόν μια δεκαετία. Έτσι ο Χοκ έγινε ο 23ος πρωθυπουργός της Αυστραλίας.
«Θεωρώ πως ο Μπομπ Χοκ ήταν ο καλύτερος Εργατικός πρωθυπουργός που είχε ποτέ αυτή η χώρα», δήλωσε φέτος ο πρώην ηγέτης των συντηρητικών Τζον Χάουαρντ, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως υπουργός Οικονομικών του Φρέιζερ.
Έχοντας κληρονομήσει μια οικονομία που βρισκόταν σε ύφεση και υπέφερε από διψήφια ποσοστά ανεργίας και πληθωρισμού, ο Μπομπ Χοκ αγκάλιασε την οικονομική απορρύθμιση παρά τις σχέσεις του με τα μεγαλύτερα εργατικά συνδικάτα της Αυστραλίας.
Κέιτ Μίντλετον: Πώς μέσα από δύο βίντεο κατάφερε να αγγίξει τη δημοφιλία της Νταϊάνα
Κέρδισε την υποστήριξη της αριστεράς για να καταστήσει το αυστραλιανό δολάριο νόμισμα κυμαινόμενης ισοτιμίας, ήρε τους ελέγχους στο ξένο συνάλλαγμα και τα επιτόκια και μείωσε τους δασμούς στις εισαγωγές μέσα σε διάστημα μηνών από την ανάληψη των πρωθυπουργικών καθηκόντων του.
Οι μεταρρυθμίσεις προκάλεσαν ένα κύμα οικονομικής ανάπτυξης, επιτρέποντας στον Χοκ να εισαγάγει την καθολική υγειονομική περίθαλψη, να ενισχύσει την κοινωνική ασφάλιση των φτωχών οικογενειών και να θεσπίσει αυστηρότερη περιβαλλοντική νομοθεσία.
Η Αυστραλία έβαλε επίσης το στίγμα της στη διεθνή σκηνή με τον Μπομπ Χοκ, ο οποίος άλλαξε τις διπλωματικές προτεραιότητες απομακρυνόμενος από την Βρετανία και προωθώντας στενότερες σχέσεις με τις ΗΠΑ, την Κίνα, την Ιαπωνία και τη νοτιοανατολική Ασία.
Ηγήθηκε επίσης των διεθνών προσπαθειών για την επιβολή οικονομικών κυρώσεων στη Νότια Αφρική για το απαρτχάιντ.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ο Μπομπ Χοκ βρισκόταν ψηλά στις δημοσκοπήσεις και το 1987 επανεξελέγη. Κέρδισε για τέταρτη φορά τις εκλογές το 1990 και έγινε ο πρωθυπουργός με τη μεγαλυτερη θητεία στην Αυστραλία, όμως η δημοτικότητά του άρχισε να εξασθενεί εν μέσω ύφεσης.
Ο Πολ Κίτινγκ, υπουργός Οικονομικών του Χοκ και αρχιτέκτονας της οικονομικής πολιτικής του Εργατικού Κόμματος, τον πίεσε να παραμερίσει, καθώς η θέση του εξασθενούσε. Όταν φάνηκε πως δεν θα αποσυρθεί οικειοθελώς, ο Κίτινγκ διεκδίκησε το 1991 την ηγεσία του κόμματος. Ο Χοκ κέρδισε την αναμέτρηση, όμως λίγους μήνες αργότερα έχασε από τον Κίτινγκ σ’ ένα κομματικό «πραξικόπημα».
Τρεις μήνες αργότερα αποχώρησε από την πολιτική.
Αφού εγκατέλειψε την πολιτική και τον δημόσιο βίο, ο Μπομπ Χοκ πήρε διαζύγιο από τη σύζυγό του, την Χέιζελ Μάστερσον, με την οποία ήταν παντρεμένος επί σχεδόν 40 χρόνια, και παντρεύτηκε τη βιογράφο του, την Μπλανς ντ’Αλπιζέ. Εμφανιζόταν ως σχολιαστής σε μέσα ενημέρωσης και εκφωνούσε δημόσιες ομιλίες.