Mια ευρεία από κοινού αντιμετώπιση των κινδύνων, από μέρους των χωρών της Ευρωζώνης, χωρίς έναν ενισχυμένο μηχανισμό ενιαίου ελέγχου, «θα αποτελούσε λανθασμένη πορεία» και δεν θα δημιουργούσε «ισχυρά κίνητρα για τον σεβασμό των κανόνων», δήλωσε χθες βράδυ από τη Ρώμη ο διοικητής Κεντρικής της Τράπεζας της Γερμανίας Γένς Βάιντμαν.
Ο Βάιντμαν υπογράμμισε ότι στο θέμα αυτό η άποψή του δεν συμπίπτει με εκείνη του Ιταλού υπουργού Οικονομικών Πιέρ Κάρλο Πάντοαν, τον οποίο και χαρακτήρισε «πιο αισιόδοξο». Τόνισε, πάντως, ότι «και η Γερμανία, κατά τη διετία 2003/2004, συνέβαλε στην εξασθένιση της δεσμευτικής δύναμης των κανόνων».
O επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ θέλησε να αναφερθεί αναλυτικά και στο θέμα του δημόσιου χρέους, τονίζοντας: «Για να κατανοήσουμε την αρχιτεκτονική του κοινού μας νομίσματος, θα πρέπει να προβληματισθούμε σχετικά με την τραγωδία των κοινών αγαθών. Το σχετικό παράδειγμα είναι εκείνο της υπερεκμετάλλευσης από μέρους ενός μοναδικού ψαρά που μειώνει τον πλούτο της θάλασσας για τους άλλους ψαράδες και απειλεί, μακροπρόθεσμα, τα ιχθυολογικά αποθέματα. Και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, ένα υψηλό δημόσιο χρέος μπορεί να φανεί ελκυστικό για μια μεμονωμένη χώρα. Παρά ταύτα είναι επιζήμιο για την Ευρωζώνη, διότι μπορεί να επιφέρει την αύξηση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων για όλα τα κράτη μέλη της Νομισματικής Ένωσης.
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι αν το χρέος αυτό απειλήσει τη χρηματοοικονομική σταθερότητα, τα άλλα κράτη μέλη μπορεί να αναγκασθούν να αναλάβουν την ευθύνη των χρεών της εν λόγω χώρας, εγκαταλείποντας, με τον τρόπο αυτό, την αρχή της ευθύνης.
Σύμφωνα με την ιταλική εφημερίδα Λα Ρεπούμπλικα, η αναφορά αυτή του Γενς Βάιντμαν είχε ως ξεκάθαρο παραλήπτη την Ελλάδα, αλλά και την Ιταλία.