Η ιδέα ανήκε στον εμπορικό διευθυντή της «Ευ Γαία» κ. Νεκτάριο Ταφλανίδη, ο οποίος έως το 2009 διατηρούσε οικογενειακή επιχείρηση επίπλων στο Σιδηρόκαστρο, η οποία μάλιστα συνεργαζόταν με γνωστούς ευρωπαϊκούς οίκους. «Το 2009 μάς έπληξε η κρίση. Αποχώρησα από την εταιρία και έψαξα κάτι καινοτόμο. Εκείνη τη χρονιά πιστοποιήσαμε βιολογικά τον ελαιώνα μας, ο οποίος αποτελείται από 1.200 δέντρα. Η επιλογή των δένδρων έγινε με ιδιαίτερη προσοχή, έτσι ώστε το συνολικό αποτέλεσμα “χαρμάνι” να μας δίνει τον ιδανικό συνδυασμό σε γεύση, χρώμα, άρωμα και ρευστότητα, χαρακτηριστικά που τα έδωσαν οι σπουδαίες ελληνικές ποικιλίες Κορωνέικη, Πετροελιά, Χαλκιδικής και Μεγάρων.
Η καλλιεργητική διαδικασία γίνεται με απόλυτο σεβασμό και στο πλαίσιο μιας ισόρροπης και αειφόρου ανάπτυξης του ελαιώνα. Ακολουθούμε πιστά όλες τις διαδικασίες της βιολογικής γεωργίας, γεγονός που πιστοποιείται κάθε χρόνο από τον οργανισμό πιστοποίησης GMCert», είπε στον «Ε.Τ.».
Το 2011 δημιούργησε τη δική του μονάδα τυποποίησης. Ολη η παραγωγή εξάγονταν σε εμπόρους της Γερμανίας και της Ρουμανίας. «Υπήρχαν σταθεροί πελάτες που απορροφούσαν όλη την παραγωγή. Ομως, ήθελα κάτι περισσότερο», πρόσθεσε. Ετσι, δεν επαναπαύτηκε, και το 2015 σκέφτηκε τη μαζική παραγωγή χαβιαριού ελαιολάδου. Κάτι που θα γινόταν για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Για δύο ολόκληρα χρόνια επένδυσε χρήμα και εργασία για να πετύχει το σκοπό του. Και όταν πια καρποφόρησαν οι προσπάθειές του, παρουσίασε το Σαββατοκύριακο το νέο προϊόν.
«Μετά από έρευνα αγοράς, διατίθενται προς χονδρική πώληση τέσσερις γεύσεις σε δύο συσκευασίες. Συγκεκριμένα, υπάρχει η φυσική γεύση ελαιολάδου, με άρωμα λεμόνι, με άρωμα θυμαριού και με γεύση τσίλι. Οι συσκευασίες είναι των 100 και των 300 γραμμαρίων», ξεκαθάρισε. Οπως εκτιμά, η λιανική τιμή της μικρής συσκευασίας θα είναι 18-20 ευρώ και της μεγαλύτερης περίπου 35 ευρώ. Σύμφωνα με τον ίδιο, η συσκευασία των 100 γραμμαρίων προορίζεται για τους τουρίστες και εκείνη των 300 γραμμαρίων για επαγγελματίες. «Επιστρέφοντας στην πατρίδα τους, οι τουρίστες θέλουν κάτι από Ελλάδα. Και το ελαιόλαδο είναι ταυτισμένο με τον πολιτισμό και την ιστορία μας. Τι πιο ωραίο να έχεις μαζί σου από την Ελλάδα ελαιόλαδο σε λαμπερές, πανέμορφες πέρλες;», είπε ο κ. Ταφλανίδης. Σε ό,τι αφορά στην επαγγελματική χρήση, αυτή μπορεί να γίνει από σεφ μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων και καλών εστιατορίων. «Μπορεί να ‘‘στολίσουν’’ μια βελουτέ σούπα. Ή μπορεί να πλαισιώσουν ένα κομμάτι τυρί φέτα. Οι πέρλες μπορούν να χρησιμοποιηθούν κανονικά όπως το ελαιόλαδο», υπογράμμισε.
Το λάδι μετατρέπεται σε χαβιάρι χάρη στη σκόνη «αγάρ-αγάρ» που περιέχει 84% φυτικές ίνες και παράγεται από καθαρό εκχύλισμα λευκών φυκιών. Πρόκειται στην ουσία για έναν πολυσακχαρίτη, ο οποίος προέρχεται από τα φύκια της Νοτιοανατολικής Ασίας και με την επεξεργασία του βρασμού συλλέγεται η ζελατινώδης λευκή και ημιδιαφανής ουσία. Είναι πλούσια σε ιχνοστοιχεία και ιώδιο. Το ελαιόλαδο πέφτει σταγόνα σταγόνα στη ζελατινώδη ουσία και μετατρέπεται σε χαβιάρι και παραμένει σε αυτή τη μορφή σε θερμοκρασία έως 60 βαθμούς Κελσίου. «Το χαβιάρι ελαιολάδου είναι γνωστό στην Ελλάδα. Ωστόσο, η παραγωγή του παραμένει εξαιρετικά περίπλοκη, κουραστική και απαιτητική. Εμείς καταφέραμε να το απλοποιήσουμε και μέσω της μοριακής γαστρονομίας να το κάνουμε με μαζικό τρόπο. Εχουμε επενδύσει πολλά σε αυτό: κόπο, εργασία, χρήμα και φιλοδοξούμε να δικαιώσει τις προσδοκίες μας», κατέληξε ο εμπορικός διευθυντής της «Ευ Γαία».
Αγγελος Αγγελίδης
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου