Γράφει ο Αλέξανδρος Βασιλικός*
Ο τουρισμός και το ελληνικό ξενοδοχείο αποδείχθηκαν πυλώνας πάνω στον οποίο στηρίχθηκε τα τελευταία χρόνια η εθνική οικονομία και με αυτήν την προσφορά τους συνέβαλαν καθοριστικά στη συλλογική προσπάθεια για επιστροφή στην κανονικότητα. Ωστόσο, οι συγκυρίες μεταβάλλονται και οι ενδείξεις που υπάρχουν αυτή τη στιγμή δημιουργούν εύλογες ανησυχίες.
Τα μηνύματα που έχουμε για τη σεζόν του 2019 είναι μικτά, ανάλογα με τους προορισμούς, σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, και το ανησυχητικό είναι πως άμεσοι ανταγωνιστές μας, όπως η Τουρκία και η Αίγυπτος, εμφανίζονται να αυξάνουν σταθερά τις προκρατήσεις τους.
Επιπλέον, ο τουρισμός είναι ένα εξαιρετικά ευαίσθητο προϊόν στις διακυμάνσεις των συνθηκών. Το Brexit, η συνολικότερη οικονομική ανασφάλεια στην Ευρώπη, αλλά και οι γεωπολιτικές εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή μας δημιουργούν ψυχολογία αναμονής.
Περιμένουμε, ασφαλώς, να δούμε πώς θα διαμορφωθούν οι τάσεις μέσα στο επόμενο τρίμηνο, ωστόσο η ανησυχία μας θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη και αντί της εφησυχαστικής πεπατημένης να κοιτάξουμε πώς θα ανοίξουμε νέους δρόμους προσαρμογής στα νέα δεδομένα, φέροντας στο επίκεντρο την ανταγωνιστικότητά μας. Κι αυτό να γίνει τώρα έχοντας ως πυξίδα τη σοφία της ρήσης «κάλλιον του θεραπεύειν το προλαµβάνειν».
Αν χαθεί ο σωστός χρόνος των πρόδρομων συμπτωμάτων, πολύ δύσκολα αναστρέφεται μετά μια κατάσταση που παγιώνεται.
Μένει ώσπου να φύγει…
Ως ξενοδόχοι θα κάνουμε πραγματικά ό,τι περνάει από το χέρι μας για την αναβάθμιση της ποιότητας του προϊόντος μας και των υπηρεσιών μας. Η μεγάλη αλήθεια είναι όμως πως η δική μας προσπάθεια αδικείται και δεν αποδίδει με τον τρόπο που θα μπορούσε πραγματικά να αποδώσει.
Η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού ξενοδοχείου βρίσκεται σε πτώση εξαιτίας των δυσθεώρητων φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών που σηκώνει και δεν του επιτρέπουν να έχει την ευελιξία εκείνη που απαιτούν οι σημερινές συνθήκες. Θα μιλούσαμε με διαφορετικούς όρους καταργώντας τον παράλογο φόρο διαμονής, χαμηλώνοντας τον ΦΠΑ, εξορθολογίζοντας τις εισφορές. Το ξενοδοχείο είναι ο πνεύμονας του ελληνικού τουρισμού. Αν δεν πάρει ανάσα, ο τουρισμός κινδυνεύει με ασφυξία.
Ζούμε, επίσης, τον αθέμιτο ανταγωνισμό των βραχυχρόνιων μισθώσεων ακινήτων, οι οποίες επί της ουσίας παραμένουν ανεξέλεγκτες ακόμη. Αθέμιτες πρακτικές που αφενός ροκανίζουν την ανταγωνιστικότητα του ξενοδοχείου και αφετέρου δημιουργούν μείζονα κοινωνικά προβλήματα, όπως η αύξηση των ενοικίων, η δημόσια υγιεινή κι ασφάλεια, η αλλοίωση της φυσιογνωμίας ολόκληρων γειτονιών.
Δέκα χιλιάδες ξενοδόχοι έβαλαν πλάτη μέσα στα χρόνια της κρίσης και κράτησαν όρθια την οικονομία και την κοινωνία. Δημιούργησαν θέσεις εργασίας, έδωσαν μισθούς, πρόσφεραν κύκλους εργασιών σε προμηθευτές τους και τζίρους σε συναφείς κλάδους. Παρ’ όλα αυτά, παραμένουν απροστάτευτοι έναντι δραστηριοτήτων που απαιτούν και θεσμική ρύθμιση αλλά και εντατικούς ελέγχους για την εφαρμογή της.
Αν συνυπολογίσει, μάλιστα, κανείς είτε την πλήρη απουσία είτε τη φθίνουσα πορεία σημαντικών υποδομών για τον τουρισμό, από λιμάνια, μαρίνες και αεροδρόμια μέχρι γήπεδα του γκολφ και συνεδριακά κέντρα, αντιλαμβάνεται πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια χρονιά που μοιάζει με δύσκολο γρίφο ως προς τη συνέχιση των ρυθμών τουριστικής ανάπτυξης που είχαμε τα τελευταία χρόνια. Αυτό δεν είναι καθόλου δεδομένο πλέον, ειδικά όσο δεν διαπιστώνεται η απαιτούμενη βούληση για τη λύση του γρίφου με άμεσες και στοχευμένες απαντήσεις ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς μας.
Ο Αλέξανδρος Βασιλικός είναι Πρόεδρος Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος
Από το ειδικό ένθετο Οικονομία που κυκλοφορεί με τον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]