Γράφει ο Μπάμπης Παπαπαναγιώτου
Ιστορίες γεμάτες πόνο, οδύνη, δράμα κι αναρίθμητα «γιατί». Ιστορίες, όμως, που εντέλει δίνουν το ακριβές μέγεθος της τραγωδίας που ζει εδώ και 3 μέρες η χώρα στο Μάτι, στον Βουτζά, στη Ραφήνα, στην Κινέτα. Ιστορίες που συνθέτουν τελικά το μεγάλο δράμα που ζούμε, εγκαταλελειμμένοι σε χέρια ανίκανων, άσχετων και κολλημένων με την εξουσία.
ΣΗΜΕΡΑ δεν θα γράψω εγώ. Θα δώσω τον λόγο στη Βαρβάρα. Τη ΜΗΤΕΡΑ της 13χρονης φίλης της κόρης μου, της Εβίτας. Η οποία στα 13 της κι ενώ είχε αρχίσει ν’ ανοίγει τα υπέροχα φτερά της, βρέθηκε να φλέγεται πάνω στον διαβολικό βράχο. Πήδηξε κι έφυγε μακριά. Πρόλαβε όμως να γράψει τη δική της «μικρή ιστορία», αν και μόλις 13. Πρόσχαρη, καλλιεργημένη, ευγενική, κοινωνική και ένα μεγάλο ταλέντο της ελληνικής ποδηλασίας. Μαχητική και ώριμη. Eνα πολύ ξεχωριστό παιδί. Απ’ αυτά που μπορούν να κάνουν μόνο ξεχωριστοί γονείς.
Η ΒΑΡΒΑΡΑ, μες την αγωνία της για το αν ζουν ο άνδρας της και ο 11χρονος γιoς της, παραμένει εκείνη η ΜΑΝΑ, μπροστά στην οποία δεν μπορείς παρά να υποκλιθείς. Ταπεινά, με τεράστιο σεβασμό και δέος. Παραθέτω το μήνυμα που μας έστειλε η Βαρβάρα, παραλείποντας ελάχιστες πολύ προσωπικές αναφορές. Ως ελάχιστο φόρο τιμής στο ΑΓΓΕΛΟΥΔΙ και ως υπόκλιση στο μεγαλείο της ΜΑΝΑΣ.
ΚΑΙ με μια αμυδρή ελπίδα. Μπας και «ιδρώσει κάποιο αυτί» επιτέλους. Μπας και ο πολιτικός παχυδερμισμός που μαζί με τα παιδιά κατατρώει και τα σωθικά της κοινωνίας νιώσει μια ελάχιστη ριπή φόβου, σαν κι αυτές τις πολλές και τρομακτικές που ένιωσε η Εβίτα, την ώρα που έπεφτε φλεγόμενη από τον βράχο…
«ΚΑΛΗΜΕΡΑ αγαπημένοι μου… δεν υπάρχουν λόγια… η Εβίτα μου την είδα είναι πράγματι νεκρή. Ο άντρας μου και ο γιoς μου δεν έχουν ταυτοποιηθεί ακόμα(…). Άσχετα με όσα γράφονται ή ακούγονται, θα μπορώ να θρηνήσω και γι’ αυτούς, όταν επιβεβαιώσω την απώλεια γιατί όπως ξέρετε η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Όλα πια είναι διαδικαστικά από εδώ και μπρος…
(…)Προσπαθώ να μοιάσω στην κορούλα μου που ήταν πάντα μαχήτρια και κατάφερνε να το αποδεικνύει με κάθε τρόπο. Ξέρω ο Γρηγόρης θα έκανε ό,τι καλύτερο για να σωθούν. Το ότι δεν τα κατάφερε… ήταν θέληση του Κυρίου.
Ακούω στ’ αυτιά μου τη γλυκιά τρεμάμενη φωνούλα του Ανδρέα… «φοβάμαι μανούλα μου, ανησυχώ πολύ, θα φανώ δυνατός, αλλά εσύ μην έρθεις μαμά, θέλω να μην έρθεις είναι όλα κλειστά μανούλα, δεν θα τα καταφέρεις…».
Προσπάθησα να φτάσω κοντά τους. Τέσσερις ώρες προσπαθούσα από κάθε δρόμο να πλησιάσω, όταν εγκατέλειψα την προσπάθεια σκεπτόμενη ότι ίσως θα ήταν καλύτερα να μπορέσω να βοηθήσω, αν χρειαστεί.
Δεν έχω λόγια…
Όταν θα καταφέρω να αναγνωρίσω και τα αγόρια μου-γιατί ο κρατικός μηχανισμός και σ’ αυτό έχει χάσει τον μπούσουλα, θα σας πω με βεβαιότητα ότι ΕΧΑΣΑ ΤΑ ΠΑΝΤΑ…
Ευχαριστώ για την αγάπη σας…
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
ΝΑ ΑΓΚΑΛΙΑΖΕΤΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ ΚΑΘΕ ΗΜΕΡΑ»
Οι δύο Έλλάδες
Από τη μια η Ελλάδα που έκανε τον ανθρωπισμό επάγγελμα. Που πρόλαβε μέσα σε ελάχιστους μήνες να στήσει άπειρες ΜΚΟ που πλούτισαν με τα χρήματα για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Η Ελλάδα, η οποία, στο όνομα αντιρατσιστικών και ανθρωπιστικών ιδεωδών, δεν δίστασε να γίνει έμπορος του ανθρώπινου δράματος. Και μεταφορικά και κυριολεκτικά. Με παιδαριώδη «επιχειρηματολογία» κι εντελώς ρηχή και κοντόφθαλμη σκέψη. Αλλά και με μένος απέναντι σε όποιον τολμούσε να πει ότι δεν είναι π.χ. το ίδιο ο πρόσφυγας και ο μετανάστης. Η Ελλάδα που δεν ήθελε και πολύ για να κολλήσει τις ταμπέλες του «ρατσιστή», του «ξενοφοβικού», του «φασίστα». Κεφάλια μετρούσαν κι έκαναν τον πολλαπλασιασμό…
Και από την άλλη η Ελλάδα της ανυστερόβουλης δοτικότητας, της γνήσιας αλληλεγγύης. Η Ελλάδα που την ώρα του πύρινου ολέθρου είχε στο νου της μόνο να δώσει και όχι να πάρει. Να δώσει από το υστέρημά της. Να ανοίξει μια μεγάλη ανυπόκριτη αγκαλιά να περιθάλψει ό,τι μπορεί από το ανείπωτο δράμα χιλιάδων ανθρώπων που θρηνούν παιδιά, γυναίκες, άντρες, αδέλφια, ξαδέλφια, θείους, παππούδες, γιαγιάδες και τους κόπους μιας ζωής. Η Ελλάδα που δεν έτρεξε σε καθοδηγητικές «συλλογικότητες» και ύποπτες ΜΚΟ. Ετρεξε μόνη της. Να δώσει αίμα, ρούχα, τρόφιμα, φάρμακα, στέγη. Σε σημείο που υποκατέστησε το άφαντο κράτος. Και μαζί έναν ζεστό, παρηγορητικό λόγο, που δεν περιμένει αντάλλαγμα.
Αυτή είναι η Μεγάλη Ελλάδα. Η οποία μέσα απ’ όλες τις δοκιμασίες βγαίνει πιο δυνατή, πιο σοφή και πιο γνήσια αλληλέγγυα.
Στον…κόσμο τους!!!
Την ώρα που ακόμα παραμένουν αναπάντητα κρίσιμα ερωτήματα, όπως π.χ. πώς είναι δυνατόν 48 ώρες μετά την τραγωδία να μην υπάρχει επίσημη λίστα των αγνοουμένων ή αν δόθηκε ή δεν δόθηκε εντολή εκκένωσης συγκεκριμένων περιοχών -κι αν ναι από ποιον και από ποιον δεν εκτελέστηκε- ή αν δόθηκε ή δεν δόθηκε ποτέ η κρίσιμη «μάχη της Λ. Μαραθώνος» που έχει και πυροσβεστικούς κρουνούς ή πότε ακριβώς κατάλαβε το κράτος τι συμβαίνει, κάποιοι εξακολουθούν να παίζουν με τη νοημοσύνη και τις αντοχές των συγγενών των θυμάτων και των αγνοουμένων, αλλά και όλης της κοινωνίας.
Π.χ. ο Π. Πολάκης, με τα πτώματα να αχνίζουν ακόμα και τα αποκαΐδια να τα έχουν κάνει όλα μαύρα, κοκορευόταν μέσω του Facebook ότι ήταν «36 ώρες στο πόδι» με «απερίγραπτη προσωπική πίεση»!
Ο Π. Κουρουμπλής δήλωνε αγέρωχος ότι σχεδόν όλα έγιναν όπως έπρεπε να γίνουν και ότι αγνοεί την περίπτωση με τα αγνοούμενα δίδυμα κοριτσάκια, την οποία γνώριζε όλη η Ελλάδα! Αλλά όχι ο υπουργός…
Και οι «αρμόδιοι» υπουργοί κ.κ. Τόσκας και Σκουρλέτης να δηλώνουν «δεν είναι τόσο αθώες οι φωτιές» ο ένας και «ελπίζω να μην είναι προεκλογικού τύπου πυρκαγιές» ο άλλος…
Ποιο σχέδιο και ποιο αποτέλεσμα μπορεί να περιμένει κανείς από τέτοια «πολιτικά μεγέθη»;
Απορίες
1. Τι δείχνουν οι απομαγνητοφωνήσεις των συνομιλιών του 199 που άρχισαν ήδη μετά την εισαγγελική παρέμβαση;
2. Σε τι και γιατί ακριβώς «θυσιάστηκαν» οι 81 -μέχρι στιγμής-κύριε Πρόεδρε;
Από την στήλη «ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ» στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]