Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Κατ᾽ αρχήν οφείλουμε να θυμόμαστε ότι ο Μεϊμαράκης από την πρώτη ημέρα που ανέλαβε, ελέω Σαμαρά, τη μεταβατική ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν έκλεισε τις πόρτες στο ενδεχόμενο μιας συγκυβέρνησης με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μήπως είχε πολιτευθεί, ως τη στιγμή που αναδείχθηκε σε πρόεδρο της Βουλής, με ανάλογες πολιτικές θέσεις; Δηλαδή, ήταν ένας πολιτικός που πολιτευόταν με ήπιους τόνους απέναντι στο ΠΑΣΟΚ κι είχε προτείνει συγκυβέρνηση στα δύσκολα του 2010;
Το «Βαγγέλας» δεν το κερδίζεις με λογικές συνεργασίας με τα αντίπαλα στρατόπεδα, όπως και το «μπουλντόζας», για να θυμηθούμε ημερών αρχαίων. Άσχετο που στην περίπτωση Εβερτ το Συγκρότημα τον φούσκωσε -για να αντιπολιτεύεται εκ των έσω τον Κώστα Μητσοτάκη- και τον ξεφούσκωσε, όταν νόμισε ότι θα νικούσε τον Κ. Σημίτη. Ένα και μόνον άρθρο του Στ. Ψυχάρη έφτασε την τελευταία Κυριακή των εκλογών 1996.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Ο Μεϊμαράκης αναγκάστηκε να υψώσει μετριοπαθώς τους τόνους κατά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, καθώς κατάλαβε ότι οι πολίτες θα προτιμούσαν ως αρχηγό της Ν.Δ. κάποιον που θα αντιστεκόταν, με επιχειρήματα, κατά της καταιγίδας του ΣΥΡΙΖΑ, πιστεύοντας ότι με παλιά εικονίσματα νεοκαραμανλισμού -αν υποθέσουμε ότι τέτοια ήταν η γραμμή- δεν κτίζεις καινούργια εκκλησία. Και οπωσδήποτε δεν θα ορθοπόδιζε η Ν.Δ. ως νεοτσιφλίκι παλαιοκομματικών.
Ωστόσο η περίπτωση των Παυλόπουλου και Παπαγγελόπουλου, τέως αρχηγού της ΕΥΠ, και σειράς μέσων στελεχών της κυβέρνησης Καραμανλή, που παραμένουν στη θέση τους επί ΣΥΡΙΖΑ ή και άλλων, που συνεχώς «δείχνουν» προς την κατεύθυνση της συμπόρευσης, συν τις κορώνες Μεϊμαράκη, καθιστούν λίαν καχύποπτους και τους πλέον καλόπιστους των νεοδημοκρατών.
Ο Μεϊμαράκης αντιλαμβάνεται ότι με αυτά που είπε εκφεύγει από την επίσημη γραμμή του κόμματός του. Είτε, λοιπόν, θέλει να δοκιμάσει τα όρια ανοχής και αντοχής του Κυριάκου Μητσοτάκη είτε θέλει να του υπενθυμίσει ότι μέσα στη Ν.Δ. υπάρχει ομάδα που υπακούει στη Ραφήνα.
Μάλλον έκανε πολιτικό φάουλ, στα όρια του πέναλτι. Τώρα που η Ν.Δ. σταθερά ανεβαίνει και βρίσκεται δημοσκοπικά με διπλάσια δύναμη από εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ, τέτοιου είδους «ξεσπάσματα ειλικρίνειας» έχουν πολλαπλές αναγνώσεις. Μια από αυτές είναι και ο «φόβος» μη τυχόν και εξεταστεί η περίοδος 2000-2016 με ό,τι αυτή θα συνεπάγεται. Οπότε και ο Μεϊμαράκης ανέλαβε να είναι… ο Αραμης. Διάλεξε δύσβατο πεδίο, διότι έχουν γνώσιν οι φύλακες.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου