Σε αυτή την προσπάθειά του, βρήκε ανέλπιστη διευκόλυνση από την προσφώνηση του ΠτΔ. Ο Έλληνας Πρόεδρος –δεν γνωρίζω αν αυτό το έκανε σε συμφωνία με την Κυβέρνηση και το Υπουργείο Εξωτερικών-, παρασύρθηκε σε αναφορές κρισίμων ζητημάτων, τα οποία αφορούν στις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών, αλλά, κυρίως, άγγιξε ζητήματα διεθνούς πολιτικής.
Γράφει ο Λυκούργος Χατζάκος
Αυτό μπορεί να θεωρηθεί μέχρι και ατόπημα από την πλευρά του καθώς, έδωσε την ευκαιρία στον κ. Ερντογάν να θέσει εμφατικά τα κρίσιμα σημεία της αμφισβητήσεως της Συνθήκης της Λωζάννης και της Μουσουλμανικής μειονότητας στην Δυτική Θράκη.
Ο κ. Παυλόπουλος υποχρεώθηκε σε αναδίπλωση μετά την τοποθέτηση του Τούρκου ομολόγου του και να δηλώσει «ότι δεν είναι εκτελεστικός Πρόεδρος», όπως και το εγχείρημά του να δώσει ένα δημόσιο μάθημα περί δικαίου στον Ερντογάν, ο οποίος τον «έβαλε στην θέση του», κάπως άκομψα –ουσιαστικά του είπε ότι δεν μπορεί να δεχθεί μαθήματα ένας πολιτικός από έναν Ακαδημαϊκό. Η πρώτη αυτή, δημόσια ανταλλαγή δηλώσεων του Τούρκου Προέδρου με την Ελληνική ηγεσία, αυτομάτως σηματοδοτούν μετριασμό στις προσδοκίες της Αθήνας από την επίσκεψη αυτή, της οποίας επισκέψεως οι λόγοι και στοχεύσεις παραμένουν ασαφείς –έως και άγνωστοι- και αμφιλεγόμενοι.
Ποιος είναι όμως, ο κος Ερντογάν; Γιατί το εγχείρημά του, να εγκαταστήσει μία κοινοβουλευτική δικτατορία, ένα αυταρχικό καθεστώς στην Τουρκία επιτυγχάνει; Και εν τέλει, τι συμβαίνει στην Τουρκία και οι κραταιοί Κεμαλιστές στρατιωτικοί υποχωρούν άτακτα στον άνεμο αλλαγών που συνοδεύει την πολιτική του Τούρκου ηγέτη και μάλιστα, όταν αυτή σημαίνει και ρήγμα στις σχέσεις της Τουρκίας με την Δύση;
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν γεννήθηκε πριν από εξήντα τρία χρόνια, την 26η Φεβρουαρίου 1954, σε μία λαϊκή συνοικία της Κωνσταντινουπόλεως. Αυτό θεωρείται από κάποιους η αιτία του απρόβλεπτου και οξύθυμου χαρακτήρα του. Υπάρχουν πολλοί οι οποίοι λέγουν ότι δεν έλαβε κάποια ιδιαίτερη μόρφωση, ενώ άλλοι ισχυρίζονται ότι δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Πολιτικός επίγονος του Ερμπακάν, του οποίου το κόμμα –κόμμα της Ευημερίας-, εξέφρασε το πολιτικό Ισλάμ στην Τουρκία. Με το κόμμα αυτό, εξελέγη δήμαρχος της Κωνσταντινουπόλεως. Το κόμμα του κηρύσσεται παράνομο, ο Ταγιπ Ερντογαν πρωτοστατεί στις κινητοποιήσει μέχρι την στιγμή κατά την οποία η δημόσια ανάγνωση ποιήματος του εθνικιστή ποιητή Ζιγιά Γκοκάλπ, είχε ως συνέπεια την σύλληψή και φυλάκισή του, με το αιτιολογικό της υποκίνησης σε διάπραξη αδικημάτων και φυλετικό-ρατσιστικό μίσος. Υποχρεούται σε παραίτηση από την θέση του δημάρχου και στερείται τα πολιτικά του δικαιώματα για το διάστημα της 10μηνης φυλακίσεώς του.
Αυτό, τον ηρωοποίησε στα μάτια των οπαδών του και του έδωσε την δυνατότητα να προβληθεί ως ηγέτης. Το σημερινό κόμματου ΑΚΡ –Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης-, έχει ισλαμικές καταβολές και κατάφερε να φέρει τους Ισλαμιστές στην Τουρκία από παρυφές των ακροδεξιών κομμάτων ή μικρών κυβερνητικών εταίρων, στην εξουσία με αδιαμφισβήτητο και ισχυρό ηγεμόνα τον Ρετζεπ Ταγιπ Ερντογάν.
Διερωτάται κάποιος, γιατί οι Κεμαλικοί-κοσμικοί αντίπαλοι του σημερινού Προέδρου της Τουρκίας, δεν δύνανται να αντιπαρατεθούν ως προνομιακοί συνομιλητές της Δύσης και επιτρέπουν την ισλαμοποίηση του Κράτους από τον Ερντογάν. Κατ’ αρχάς, και οι κοσμικοί της Αγκύρας, ούτε αυθεντικά φιλοδυτικοί ή φιλοΑμερικανοί υπήρξαν. Αντιθέτως, είναι εξ ίσου αντιΔυτικοί με τους Ισλαμιστές. Ο φόβος της ΕΣΣΔ δίπλα στα σύνορά τους και η ιστορική αντιπαράθεση με την Ρωσία, οδηγούσε την Τουρκική πολιτική στην αγκαλιά των ΗΠΑ και της Δύσεως. Ακόμη, η θρησκευτική ρητορική του Ερντογάν έχει απήχηση την Τουρκική κοινωνία καθώς το 65% αυτής, δηλώνει βαθειά θρησκευόμενο και πολύ δεξιό.
Μένει ώσπου να φύγει…
Επιπροσθέτως, ο κ. Ερντογάν με λεπτούς και ομολογουμένως, έξυπνους χειρισμούς, ισλαμοποιεί και αυτόν τον ίδιο τον Μουσταφά Κεμάλ –και πλέον, σήμερα υπό αμφισβήτηση- Αττατούρκ. Ο Κεμάλ, στην περίοδο Ερντογάν και ΑΚΡ, εμφανίζεται ως διάδοχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και απελευθερωτής των Τούρκων από τους Δυτικούς –οιωνεί–, αποικιοκράτες. Παραλλήλως, τονώνει τον ισλαμοεθνικισμό του Τούρκου πολίτη και επιχειρεί να συγχωνεύσει το πολιτικό Ισλάμ με τον εθνικισμό.
Επίσης, δεν μπορεί να υπάρξει αποτελεσματική αντιπαράθεση έναντι του Τούρκου Προέδρου, εφ’ όσον από την ανάληψη των καθηκόντων του εντός μιάς δεκαετίας, περίπου το ΑΕΠ της Τουρκίας τριπλασιάστηκε, η χώρα τρέχει με ανάπτυξη 40% την περίοδο 2004-2017 και το ποσοστό πληθυσμού, το οποίο ζει με λιγότερα από 4,3 δολ. ΗΠΑ ημερησίως, έχει μειωθεί σημαντικά από το 30% στο 7%, μέσα στην σύντομη περίοδο 2002-2008.
Η Τουρκία εξυπηρετεί απόλυτα το εξωτερικό χρέος της ακολουθώντας κατά βήμα, με ευλάβεια, το πρόγραμμα του ΔΝΤ. Η μείωση του χρέους της, παρέχει την ευχέρεια να μεταφέρει πόρους στην Πρόνοια και την ανακούφιση των ασθενεστέρων τμημάτων του πληθυσμού. Με λίγα λόγια, ο Ταγίπ Ερντογάν, δημιούργησε μία νέα μεσαία τάξη. Στήριξε τις λαϊκές τάξεις των προαστίων στις μεγαλουπόλεις και τις μεσοαστικές τάξεις, ικανοποιώντας το όνειρο του μέσου Τούρκου, ο οποίος ήταν αποκλεισμένος από την οικονομική δραστηριότητα και τον έβγαλε από το περιθώριο της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Ευνοήτως, αυτό το μεγάλο τμήμα του πληθυσμού αναγνωρίζει την επιτυχία του Ερντογάν, με αποτέλεσμα τον πολιτικό-εκλογικό σεισμό που ήρθε με το ΑΚΡ.
Η φιλελεύθερη οικονομική πολιτική του, απέδωσε και οι επενδύσεις στην Τουρκία από 2 δισεκατομμύρια την περίοδο προ Ερντογάν, σήμερα ανέρχονται στα 20 δισεκατομμύρια δολάρια.
Οι Τούρκοι πολίτες, προφανώς και δεν ενοχλούνται από τις ωμές παρεμβάσεις του Προέδρου τους στην Δικαιοσύνη και την φυλάκιση δεκάδων δικαστικών λειτουργών, αφού η Δικαιοσύνη αποτελούσε στο παρελθόν το δεκανίκι των στρατιωτικών και οι εκλογές στην Τουρκία ήταν απλώς, επίφαση Δημοκρατίας. Η αντίληψη των στρατοκρατών της Αγκύρας, θύμιζε «κράτος εν κράτει» και ο πλουραλισμός ήταν εκτός τουρκικού λεξιλογίου.
Συνεπώς, ο Rejep Tayip Erdogan θα έχει για αρκετό καιρό ακόμη την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας των Τούρκων.
Το πεδίο που φαίνεται να χάνει έδαφος, είναι εκείνο της εξωτερικής πολιτικής. Αλλά, η μεταστροφή του και η συμμαχία με την Ρωσία και το Ιράν, τις δυνάμεις που στήριξαν το καθεστώς Assad στην Συρία, δηλαδή, το μεγάλο αγκάθι για την πολιτική του στην Μέση Ανατολή, δείχνει ότι διαθέτει τα απαιτούμενα ρεφλέξ και διαχειρίζεται την ζημιά που συνεπάγεται η αποτυχία στους στόχους που η Άγκυρα είχε θέσει. Την απομάκρυνση Assad στην Συρία και την ανακοπή της Κουρδικής προελάσεως στα Συριακά εδάφη, κατά την μάχη εναντίον του ISIS.
Η ευθεία νύξη του Τούρκου ηγέτη συναφώς με την μειονότητα της Δυτικής Θράκης, δεν πρέπει να μας ξενίζει ή να μας αιφνιδιάζει. Είναι συστατικό της πολιτικής της Τουρκίας κατά την διακυβέρνηση Ερντογάν, η εργαλειοποίηση των μουσουλμανικών ή εθνικών μειονοτήτων. Ας μην ξεχνάμε, την ευθεία παρότρυνσή του προς του Τούρκους της Γερμανίας και Ολλανδίας όταν εκείνοι θα ψήφιζαν στις χώρες αυτές. Παρότρυνση που στοίχισε σημαντικά εκλογικά σε κόμματα που οι ηγέτες τους συγκρούστηκαν με την Άγκυρα.
Σημαντικό είναι, επίσης, το γεγονός ότι η επίσκεψη γίνεται την στιγμή κατά την οποία, η administration Trump στην Ουάσιγκτων, αναγνωρίζει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ. Αυτό έχει σημαντική βαρύτητα για την Τουρκική Εξωτερική πολιτική, αφού, ο κ. Ερντογάν επιχειρεί να καταστεί ο ηγέτης του Ισλαμικού κόσμου, όπως άλλωστε υπήρξε η Οθωμανική Αυτοκρατορία, μετά την ήττα του Χαλιφάτου και την αποχώρηση των Αραβικών δυνάμεων από την Ισπανία, μετά την κατάλυση των χαλιφάτων της Κορδούης (Κόρδοβας) και Γρανάδας.
Η Ελληνική εξωτερική πολιτική θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτική. Σε μία πρώτη ανάγνωση τις εντυπώσεις δείχνει να κερδίζει ο Τούρκος ηγέτης. Και πρέπει να παραδεχθούμε ότι, ο κ. Ερντογάν δεν είναι εύκολος αντίπαλος. Βέβαια, τίποτε δεν προδικάζει ότι η γοητεία του, εκτός από υφισταμένη είναι και ακαταμάχητη. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν αρκεί διπλωματία μίας… γραβάτας ή ένα σύντομο μάθημα διεθνούς δικαίου να της αντιπαρατεθεί.