Γράφει ο Γιώργος Κύρτσος*
Ευτυχώς, οι συνέπειες για την Ελλάδα είναι αυτή τη φορά μικρότερες εξαιτίας της δέσμευσης του κ. Τσίπρα, μετά τη στροφή 180 μοιρών τον Ιούλιο του 2015, υπέρ του πλαισίου πολιτικής που εφαρμόζεται στην ευρωζώνη και της καλής οικονομικής πορείας της ευρωζώνης παρά τα γνωστά προβλήματα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διαπραγμάτευση που έκανε ή τέλος πάντων δηλώνει ότι έκανε η κυβέρνηση για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης του τρίτου προγράμματος – Μνημονίου πρέπει να διδάσκεται σαν ένα ακόμη παράδειγμα προς αποφυγήν.
Σειρά λαθών
Το πρώτο βασικό λάθος της κυβέρνησης είναι ότι προσυπέγραψε ένα χρονοδιάγραμμα σύμφωνα με το οποίο η δεύτερη αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος – Μνημονίου θα έκλεινε τον Φεβρουάριο του 2016 και έχουμε φτάσει στον Ιούνιο του 2017 ελπίζοντας ότι η εκκρεμότητα θα κλείσει στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου.
Η καθυστέρηση στο κλείσιμο της αξιολόγησης είναι πλέον ο κανόνας σε ό,τι αφορά την Ελλάδα αλλά αυτή τη φορά ήταν τόσο μεγάλη ώστε είχε σημαντικές συνέπειες. Δημιουργήθηκε κλίμα αβεβαιότητας στην οικονομία, που εκδηλώθηκε στο τέταρτο τρίμηνο του 2016, οπότε παρατηρήθηκαν υφεσιακά φαινόμενα. Επιπλέον περιορίστηκε ακόμη περισσότερο η αξιοπιστία της ελληνικής κυβέρνησης έναντι των Ευρωπαίων εταίρων και των πιστωτών.
Το δεύτερο βασικό λάθος που έκανε το δίδυμο Τσίπρα – Τσακαλώτου είναι ότι υιοθέτησε διάφορες κόκκινες γραμμές, τις οποίες στη συνέχεια εγκατέλειψε με εντυπωσιακή ευκολία. Δημιουργήθηκε έτσι μεγάλη σύγχυση στο εσωτερικό, ενώ στην Ε.Ε. ενισχύθηκε η εντύπωση ότι η κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί αποτελεσματικά την υπερχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου και την κρίση της ελληνικής οικονομίας.
Στην αρχή η κυβερνητική ηγεσία απέρριψε όλα τα μέτρα, τα οποία στη συνέχεια δέχτηκε. Για να δικαιολογήσει τα πρόσθετα μέτρα ανέπτυξε τη θεωρία της γραβάτας του κ. Τσίπρα επειδή δήθεν οι εξελίξεις για το χρέος του Ελληνικού Δημοσίου θα ήταν τόσο θετικές, ώστε θα δικαιολογούσαν απόλυτα τα πρόσθετα μέτρα, τα οποία απέρριπτε στην αρχή η κυβέρνηση Τσίπρα. Ολοι γνωρίζουμε ότι με υπογραφή του κ. Τσίπρα ετεροχρονίστηκε η αναδιάρθρωση του χρέους του Ελληνικού Δημοσίου για μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος – Μνημονίου, τον Αύγουστο του 2018. Οι Ευρωπαίοι εταίροι και οι πιστωτές καλωσόρισαν τη στροφή 180 μοιρών που πραγματοποίησε η κυβέρνηση Τσίπρα στην οικονομική πολιτική της τον Ιούλιο του 2015, εξαιτίας όμως της περιορισμένης αξιοπιστίας του πρωθυπουργού ξεκαθάρισαν ότι οι όποιες πιστωτικές διευκολύνσεις θα γίνουν μετά την ολοκλήρωση της εφαρμογής του τρίτου προγράμματος – Μνημονίου. Η πολιτική απόφαση για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους έχει ληφθεί από τα τέλη του 2012 και ο κ. Τσίπρας, ο οποίος ευθύνεται για τη μεγάλη καθυστέρηση στην εφαρμογή της, υποκρίνεται ότι δίνει μάχη για την επιτάχυνση των εξελίξεων, ενώ έχει υπογράψει ακριβώς το αντίθετο.
Το τρίτο βασικό λάθος της κυβέρνησης είναι ότι ταυτίστηκε σε αυτή τη φάση με το ΔΝΤ, το οποίο προβλέπει ότι η ελληνική οικονομία δεν πρόκειται να ανακάμψει τα επόμενα 40 χρόνια, γιατί θα αναπτύσσεται με μέσο ετήσιο ρυθμό 1% και έτσι θα χρειαστεί 25 χρόνια για να επιστρέψει το ΑΕΠ στα επίπεδα του 2008!
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Ο κ. Τσίπρας και ο κ. Τσακαλώτος δέχθηκαν τις απαισιόδοξες εκτιμήσεις του ΔΝΤ με μια κουτοπόνηρη λογική. Θεώρησαν ότι, αν παραδεχθούν το αδιέξοδο της ελληνικής οικονομίας, θα επικυρώσουν τη μη βιωσιμότητα του χρέους του Ελληνικού Δημοσίου και έτσι θα υποχρεωθούν οι Ευρωπαίοι εταίροι να μεταφέρουν ένα σημαντικό τμήμα του χρέους από τους Ελληνες φορολογουμένους στους δικούς τους φορολογούμενους πολίτες.
Τρεις λόγοι
Στο Eurogroup δεν έγιναν δεκτές οι αρνητικές εκτιμήσεις του ΔΝΤ με το οποίο ταυτίστηκε ο κ. Τσίπρας για τρεις λόγους. Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης δεν έχουν καμία διάθεση να βάλουν τους δικούς τους φορολογούμενους πολίτες να πληρώσουν αυτά που σύμφωνα με το ΔΝΤ δεν μπορούν να πληρώσουν οι Ελληνες. Η Ελλάδα έχει την πιο προβληματική οικονομία στην ευρωζώνη, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις των άλλων χωρών είναι έτοιμες να δεχθούν μαζί με το ΔΝΤ και την κυβέρνηση Τσίπρα ότι η ελληνική οικονομία δεν έχει μέλλον και πως αποκλείεται να καλύψει το χάσμα που τη χωρίζει από τις πιο ανεπτυγμένες οικονομίες της ευρωζώνης.
Τέλος, η καλή πορεία της ευρωζώνης, όπου παρατηρείται ουσιαστική ανάπτυξη, μεγάλη πτώση της ανεργίας και σταθερή μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημόσιου χρέους, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη θεσμική απαισιοδοξία του ΔΝΤ.
Κωμικοτραγικές καταστάσεις
Παρά το γεγονός ότι είμαι μέλος της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, συμμετέχω στην Ομάδα Εργασίας που παρακολουθεί την εφαρμογή του τρίτου προγράμματος – Μνημονίου και συμμετέχω στις αποστολές της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, όπως πρόσφατα στην αποστολή που πήγε στο Βερολίνο και είχε επαφές και με τον κ. Σόιμπλε, δυσκολεύομαι να βρω τα διαπραγματευτικά ίχνη της κυβέρνησης Τσίπρα. Εάν κρίνουμε με βάση το αποτέλεσμα, η κυβέρνηση έκανε καθυστέρηση για τους δικούς της επικοινωνιακούς και πολιτικούς λόγους, χωρίς ποτέ να μπει στην ουσία της διαπραγμάτευσης.
Παλινωδίες
Η διαπραγματευτική της ανυπαρξία οδήγησε τις τελευταίες εβδομάδες σε κωμικοτραγικές καταστάσεις. Η κυβερνητική πλειοψηφία υπερψήφισε στη Βουλή τόμους μέτρων με ειδική κατεπείγουσα διαδικασία, παρά το γεγονός ότι το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης καθυστέρησε 15 μήνες και υπήρχε όλο το χρονικό περιθώριο για να επεξεργαστεί η κυβέρνηση συγκεκριμένες θέσεις, να τις εξηγήσει στους βουλευτές και στην ελληνική κοινή γνώμη και να αποκτήσει τη λεγόμενη ιδιοκτησία του προγράμματος.
Σε ορισμένα ζητήματα, όπως η παράταση κατά ένα χρόνο του «παγώματος» των συντάξεων και η αναβολή της επιστροφής στο προ Μνημονίου καθεστώς συλλογικής διαπραγμάτευσης, οδηγούν στην πλήρη γελοιοποίηση της κυβέρνησης και της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, η οποία ψηφίζει τα πάντα προκειμένου να διατηρηθεί όπως όπως στην εξουσία και υιοθετεί σε διάστημα εβδομάδων αλληλοσυγκρουόμενες θέσεις.
Η κυβέρνηση Τσίπρα έκανε σημαία της την επιστροφή «εδώ και τώρα» στο προ Μνημονίου καθεστώς συλλογικών διαπραγματεύσεων. Στη συνέχεια δέχθηκε ότι θα ισχύσει η επιστροφή στο ευνοϊκότερο για τους εργαζομένους καθεστώς με τη λήξη του τρίτου προγράμματος – Μνημονίου, κάτι το οποίο προέβλεπαν προγενέστερες συμφωνίες και δεν είχε καμία σχέση με την παρέμβασή της. Μετά η κυβερνητική πλειοψηφία ψήφισε στη Βουλή τροπολογία με την οποία αναβάλλεται επ’ αόριστον η επιστροφή στο προ Μνημονίου καθεστώς συλλογικών διαπραγματεύσεων με το σκεπτικό ότι πρώτα πρέπει να ολοκληρωθεί η δημοσιονομική προσαρμογή, η οποία θα συνεχιστεί με τα πρόσθετα μέτρα το 2019 και το 2020 και μετά να επιστρέψουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις στο προ Μνημονίου καθεστώς. Εχουμε πλέον να κάνουμε με τον απόλυτο πολιτικό διασυρμό του κ. Τσίπρα και των συνεργατών του, οι οποίοι αποδεικνύεται ότι δεν πιστεύουν σε τίποτα και δέχονται τα πάντα προκειμένου να διατηρηθούν όπως όπως στην εξουσία.
*Ο Γιώργος Κύρτσος είναι Ευρωβουλευτής
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής