Γράφει η *Δέσποινα Κονταράκη
Ούτε αν η δημοσιογραφική σχολή αυτής της εφημερίδας θα άγγιζε τους Ελληνες αναγνώστες, αυτή την ολοένα και μειούμενη αλλά εκλεκτή ομάδα πολιτών που επιμένει ακόμα να πηγαίνει στο περίπτερο για να αγοράσει εφημερίδα.
Για να μη νομίζουμε όμως ότι μόνο εδώ έχουμε προβλήματα, και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού δεν είναι καλύτερη η κατάσταση για τα Μέσα Ενημέρωσης. Για αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η ανακοίνωση του εκδότη Αρθουρ Σούλτσμπεργκερ ότι θα μειωθεί με εθελουσία έξοδο το εσωτερικό συντακτικό προσωπικό για να προσληφθούν 100 εξωτερικοί ρεπόρτερ. Το εγχείρημα δεν είναι απλό, παρόλο που εκ πρώτης όψεως είναι ενθαρρυντικό αφού ενισχύεται το ρεπορτάζ δρόμου. Πολλοί βέβαια είναι εκείνοι που εκφράζουν τον προβληματισμό τους.
Πριν προχωρήσουμε σε συγκρίσεις με τη δομή μιας ελληνικής εφημερίδας, θα πρέπει να αναλογιστούμε πως, σε εφημερίδες όπως οι «Times» της Ν.Υ., οι εσωτερικοί συντάκτες είναι ένας ολόκληρος στρατός ανθρώπων με διαφορετικό αντικείμενο. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάθε άρθρο πριν δημοσιευτεί περνά από τον έλεγχο τριών εσωτερικών συντακτών.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Από διορθωτές και συντάκτες ύλης μέχρι rewriters (που ξαναγράφουν το κομμάτι ή το γράφουν από την αρχή στις περιπτώσεις επιτόπιων ανταποκρίσεων) που τσεκάρουν οτιδήποτε δεν βγάζει νόημα ή μπορεί να μην είναι διασταυρωμένο, διασφαλίζοντας την εγκυρότητα και το όνομα του Ομίλου, μαζί με την ομάδα των νομικών συμβούλων. Επίσης, ξεχωριστό τμήμα, που τώρα καταργείται, είναι αυτό που ασχολείται αποκλειστικά με τα ερωτήματα και τις καταγγελίες των αναγνωστών. Το newsroom των «Times» απασχολεί περίπου 1.300 άτομα, ενώ γύρω στα 50 άτομα καλύπτουν μόνο τo twitter του Λευκού Οίκου. Τι γίνεται λοιπόν τώρα;
Σύμφωνα με τους διευθυντές Ντιν Μπακέτ και Τζο Καν, στόχος είναι να εξισορροπηθεί η αναλογία εσωτερικών συντακτών με ρεπόρτερ δρόμου προς όφελος των δεύτερων. Θέλουν να έχουν δημοσιογράφους σε όλη τη χώρα που θα ανακαλύπτουν νέες πηγές και θα μεταφέρουν πρωτογενή θέματα στην εφημερίδα και στην ιστοσελίδα. Ακόμα και με tweets αν χρειαστεί. «Δεν χρειάζεται να είναι ένα παραδοσιακά γραμμένο άρθρο. Μια ιστορία μπορεί να ειπωθεί πιο άμεσα και εξίσου δημοσιογραφικά, ακολουθώντας τους κανόνες δεοντολογίας. Δηλαδή χωρίς τη γνώμη του ρεπόρτερ», λένε.
Ταυτόχρονα, θα δώσουν στους ψηφιακούς αναγνώστες που δεν έχουν συνδρομή μεγαλύτερη πρόσβαση στο πεδίο των σχολίων κάτω από τα θέματα της εφημερίδας. Και προσθέτουν πως δεν το κάνουν για εξοικονόμηση χρημάτων, αφού δεσμεύονται στις προσλήψεις 100 ρεπόρτερ για αρχή, αλλά για να συμβαδίζουν με την ψηφιακή εποχή.
Το καλό νέο είναι η έμφαση που δίνει η ναυαρχίδα του παγκόσμιου Τύπου στα πρωτογενή θέματα, κάτι σαν επιστροφή στις ρίζες της δημοσιογραφίας. Το λιγότερο καλό είναι μήπως η αμεσότητα που επιζητά η σύγχρονη εποχή αποβεί μοιραία για την ποιότητα. Σε κάθε περίπτωση, αντίστοιχος προβληματισμός υπάρχει και στα καθ’ ημάς. Ειδικά τώρα, που τόσες αλλαγές γίνονται στα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης και νέο εκδοτικό αίμα μπαίνει στο χώρο.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου