Οι φόβοι πηγάζουν από τη διαπίστωση ότι τυχόν μεγάλη αρνητική απόκλιση από το στόχο για το πλεόνασμα του τρέχοντος έτους θα έχει ως συνέπεια να δημιουργηθεί ένα τεράστιο δημοσιονομικό κενό το οποίο μεταφερθεί στο 2018 και θα απαιτηθεί να καλυφθεί με σημαντικού ύψους επώδυνα νέα δημοσιονομικά μέτρα εντός του επόμενου έτους, μέσω και της αυτόματης ενεργοποίησης του ήδη νομοθετηθέντος «δημοσιονομικού κόφτη».
Η διαφορά
Η επιμονή του ΔΝΤ να προχωρήσει η ελληνική κυβέρνηση στην άμεση νομοθέτηση νέων επαχθών δημοσιονομικών μέτρων συνολικού ύψους τουλάχιστον 4,5 δισ. ευρώ για την περίοδο 2018-2020 είναι η βασική αιτία για την οποία έχουν «παγώσει» οι διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση.
Η ελληνική πλευρά δεν δέχεται επ’ ουδενί κάτι τέτοιο και αντιπροτείνει ένα πιο «ήπιο» πακέτο μέτρων ύψους 2-2,5 δισ. ευρώ, το οποίο όμως αρνείται να νομοθετήσει από τώρα, αλλά επιθυμεί να παρουσιάσει ως «εφεδρεία» σε περίπτωση απόκλισης από τους δημοσιονομικούς στόχους της περιόδου 2018-2020, ταυτόχρονα με μια παράταση της ισχύος του «δημοσιονομικού κόφτη» και μετά το 2018.
Από την άλλη πλευρά, η προοπτική αποχώρησης του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα, την οποία η ελληνική πλευρά φαίνεται πλέον ότι θα δεχόταν ασμένως, τείνει πλέον να μετατραπεί σε εφιάλτη για την κυβέρνηση. Αιτία οι πρόσφατες δηλώσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Β. Σόιμπλε, σύμφωνα με τις οποίες σε περίπτωση οριστικής αποχώρησης του ΔΝΤ από την ομάδα των «θεσμών», το ελληνικό πρόγραμμα θα πρέπει να τροποποιηθεί επί το αυστηρότερο!
Αβεβαιότητα
Ολες αυτές οι εξελίξεις τείνουν πλέον να εδραιώσουν, τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδος, ένα κλίμα αβεβαιότητας για την εξέλιξη του ελληνικού ζητήματος και μια αίσθηση ότι δεν υπάρχει άμεσα ορατή καμία προοπτική διεξόδου. Αν δεν υπάρξει σύντομα κάποια θετική εξέλιξη που θα οδηγήσει σε «ξεπάγωμα» των διαπραγματεύσεων, το κλίμα αβεβαιότητας θα παγιωθεί και οι συνθήκες που θα επικρατούν στην ελληνική οικονομία δεν θα επιτρέπουν πλέον την πραγματοποίηση νέων επενδυτικών σχεδίων. Μια τέτοια εξέλιξη, συνδυαζόμενη και με την ήδη εφαρμοζόμενη από την πλευρά της κυβέρνησης αντιαναπτυξιακή και κοινωνικά άδικη πολιτική, θα προκαλέσει τη δημιουργία αρνητικών προσδοκιών για την εξέλιξη της οικονομίας εντός του 2017. Θα λειτουργήσει δε ως εμπόδιο στην επίτευξη του -ούτως ή άλλως- φιλόδοξου στόχου για ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας με ρυθμό 2,7% φέτος, όπως προβλέπει ο τρέχων Κρατικός Προϋπολογισμός.
Τυχόν δε αποτυχία της επίτευξης του στόχου αυτού θα προκαλέσει αρνητική απόκλιση και από το δημοσιονομικό στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ και νέο μεγάλο δημοσιονομικό κενό για το 2018, το οποίο θα απαιτηθεί να καλυφθεί άμεσα με την ενεργοποίηση του λεγόμενου «δημοσιονομικού κόφτη» και εν τέλει με σημαντικού ύψους νέες περικοπές σε συντάξεις και κοινωνικές παροχές, καθώς και με την επιβολή νέων αυξήσεων σε άμεσους και έμμεσους φόρους.
Χάνουμε το… τρένο
Οι παρενέργειες όμως από την καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης θα είναι κι άλλες, εξίσου επαχθείς για την ελληνική οικονομία. Συγκεκριμένα, δεν θα ενταχθούν τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, θα επιβαρυνθούν οι συνθήκες ρευστότητας στην εγχώρια αγορά και θα επιβραδυνθεί εκ νέου ο ρυθμός αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου. Εν τέλει, δε, δεν θα καταστεί εφικτή η έξοδος της Ελλάδος στις αγορές για την κάλυψη των δανειακών της υποχρεώσεων όχι μόνο εντός του 2017, αλλά πιθανότατα ούτε εντός του 2018.
Ολες αυτές οι δυσμενείς εξελίξεις, που είναι πολύ πιθανό να συμβούν αν παραταθεί κι άλλο η αβεβαιότητα με την αξιολόγηση, προκαλούν δυσφορία στην κυβέρνηση και λειτουργούν ως παράγοντες πίεσης είτε για πλήρη υποχώρηση στις νέες απαιτήσεις του ΔΝΤ είτε για επιδίωξη πολιτικής λύσης ακόμη και μέσω πρόωρων εκλογών.
Ανήσυχος ο Ντάισελμπλουμ για την πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα
Υπό το πρίσμα αυτών των εκτιμήσεων για τις εξελίξεις, μπορούν πλέον να ερμηνευτούν και οι φόβοι για την πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα, τους οποίους εξέφρασε ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ σε συνέντευξη που παραχώρησε σε βελγική εφημερίδα.
Ο κ. Ντάισελμπλουμ, ερωτηθείς κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που παραχώρησε στη «L’ Echo» για την Ελλάδα και για το κατά πόσο εξακολουθεί να είναι ανήσυχος, απάντησε ότι η χώρα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, αφού εδώ και πολλά συνεχόμενα τρίμηνα σημειώνει ανάπτυξη, έχει ολοκληρώσει το μεγαλύτερο μέρος του Προϋπολογισμού, ενώ αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη των υπολοίπων κρατών-μελών. Ωστόσο, όπως ανέφερε, το μεγάλο ερώτημα είναι το κατά πόσο θα διαρκέσει η πολιτική σταθερότητα.
Αποπληρωμή μέχρι… κεραίας
Αναφορικά με το χρέος, ο Γ. Ντάισελμπλουμ επεσήμανε ότι το χρέος αποτελείται από το ύψος του ποσού, τους τόκους που πρέπει να καταβληθούν και τη διάρκεια αποπληρωμής, και ότι στην περίπτωση της Ελλάδας έχει συμφωνηθεί πως θα πρέπει να επιστραφεί το σύνολο του ποσού των δανείων, αλλά, από την άλλη μεριά, έχει μειωθεί το επιτόκιο και έχει επιμηκυνθεί ο χρόνος αποπληρωμής, ενώ ο ίδιος δεν αποκλείει να γίνουν ακόμα περισσότερα σε περίπτωση που κριθεί αναγκαίο.
Παραδέχθηκε μάλιστα ότι όταν πολλά χρήματα διατίθενται για την αποπληρωμή χρεών, αυτό θα μπορούσε να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία, υποστηρίζοντας, ωστόσο, ότι με τις μεγάλες περιόδους αποπληρωμής και τα χαμηλά επιτόκια το κόστος παραμένει σχετικά περιορισμένο.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΛΑΙΤΣΑΚΗΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου