Οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις είναι μεγάλες στην περιοχή και η αλλαγή πολιτικής από τις ΗΠΑ προκαλεί τόσο ισχυρές αναταράξεις που πολλοί βλέπουν ήδη την Ουάσιγκτον σε τροχιά σύγκρουσης με την Τεχεράνη. Η Τουρκία, εν τω μεταξύ, προσπαθεί να διατηρήσει την επιρροή της, αναζητώντας συμμάχους καθώς ανησυχεί για τα νοτιοανατολικά της σύνορα. Η Αγκυρα, ως μέλος του ΝΑΤΟ, εξακολουθεί να διατηρεί δεσμούς με τη Δύση, όμως στο θέμα της Μέσης Ανατολής θεωρεί πως έχει άλλα συμφέροντα. Η αντιπαράθεση που έχει ξεκινήσει η Αγκυρα με το Ισραήλ, η στήριξή της προς τους Παλαιστινίους και η αντίδραση του Ισραήλ προς τις σιιτικές ομάδες που στηρίζει η Τεχεράνη, σε συνδυασμό με τις προσπάθειες για παραμονή του Μπασάρ Αλ Ασαντ στην εξουσία δημιουργούν σοβαρές ανησυχίες σε αναλυτές που εκτιμούν πως η περιοχή εγκυμονεί νέες εντάσεις και συγκρούσεις στον Λίβανο και στη Συρία.
Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΣΤΗ ΣΥΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ
Βασικό θέμα που απασχολεί την Τουρκία είναι η οριστικοποίηση της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας. Σε αυτό υπάρχει σύγκλιση απόψεων με τη Ρωσία και το Ιράν, καθώς, όπως έχουν δηλώσει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ, η Αγκυρα θεωρεί ως «τρομοκράτες» τους Κούρδους της Βόρειας Συρίας (PYD, YPG) και παρακλάδι του PKK. Ο Ερντογάν μάλιστα, έχει κατηγορήσει τις ΗΠΑ «πως τροφοδότησε τους τρομοκράτες με 3.000 φορτηγά, γεμάτα με όπλα». Βέβαια η Ουάσιγκτον δεν συμμερίζεται την άποψη αυτή καθώς θεωρεί τους Κούρδους ως βασικό παράγοντα της νίκης έναντι του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία. Η Αγκυρα δεν θέλει στη Βόρεια Συρία ούτε ανεξάρτητο Κουρδικό κράτος ούτε αυτόνομη περιοχή των Κούρδων καθώς τους θεωρεί απειλή για την ενότητα της Τουρκίας.
Μια πρόσφατη δήλωση του Ασαντ πως οι «Κούρδοι της Συρίας που διαθέτουν όπλα και εξοπλίζονται με όπλα από τις ΗΠΑ είναι προδότες», δείχνει πως η Αγκυρα και η Δαμασκός συγκλίνουν σε κάποιες θέσεις σχετικά με το μέλλον της μεταπολεμικής Συρίας. Αυτή δε, η σύγκλιση γίνεται μέσω της Ρωσίας που παίζει βασικό ρόλο στην περιοχή.
ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΡΩΣΙΑΣ, ΤΟΥΡΚΙΑΣ, ΙΡΑΝ
Στη Μέση Ανατολή διαμορφώνεται μια εύθραυστη συμμαχία ανάμεσα σε Ρωσία, Ιράν και Τουρκία που οι ηγέτες τους (Βλαντίμιρ Πούτιν, Χασάν Ρουχανί και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν) συναντώνται με αφορμή την επίλυση του συριακού ζητήματος. Σε αυτό το πλαίσιο προκαλεί εντύπωση και η παρουσία σιιτικών δυνάμεων εντός της Συρίας που προκαλούν την ανησυχία του Ισραήλ.
Στην Τουρκία κανένας δεν αμφιβάλλει πως η εξωτερική πολιτική της χώρας σχετικά με τη Μέση Ανατολή και κυρίως για τη Συρία και το Κουρδικό επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τις σχέσεις του Πούτιν με τον Ερντογάν. Οι δυο ηγέτες έχουν συναντηθεί 8 φορές εντός του 2017! Το 2015 αεροσκάφη της τουρκικής αεροπορίας είχαν καταρρίψει ρωσικό βομβαρδιστικό κοντά στα σύνορα με τη Συρία. Οι σχέσεις των δυο χωρών είχαν φτάσει στο ναδίρ. Μετά τις κυρώσεις που επέβαλε η Μόσχα, ο Ερντογάν με έμμεσο τρόπο ζήτησε συγγνώμη από τον Πούτιν και από τότε οι δυο πλευρές κινούνται ως σύμμαχοι. Δεν είναι τυχαίο πως η Τουρκία σταμάτησε τη ρητορική της ανατροπής του Ασαντ, που τον στηρίζει η Μόσχα. Παράλληλα η Αγκυρα ανακοίνωσε πως θα αγοράσει ρωσικούς αντιαεροπορικούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς S-400 και αναμένεται να ξεκινήσει και η κατασκευή του πρώτου πυρηνικού σταθμού της Τουρκίας στο Akkuyu από τη ρωσική ROSATOM. Στον τομέα της ενέργειας κατασκευάζεται και ο υποθαλάσσιος αγωγός φυσικού αερίου Turkısh Stream που συνδέει τη Ρωσία με την Τουρκία, ενώ ήδη έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή του άλλου αγωγού Βlue Stream.
TO ΙΣΡΑΗΛ ΚΑΙ Η ΚΟΝΤΡΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΚΥΡΑ
Στο παρελθόν η τουρκική εξωτερική πολιτική είχε ως στόχο την ανατροπή του «δικτάτορα, σφαγέα Ασαντ», όπως τον χαρακτήριζε ο πρόεδρος της Τουρκίας. Τώρα πια στην Αγκυρα δεν ακούγονται τέτοιες δηλώσεις. Δαμασκός και Συρία έχουν άλλον έναν κοινό εχθρό, το Ισραήλ.
Ουκρανία: «Τεράστιες εκρήξεις» στη Σούμι μετά από ρωσικά πλήγματα – Δύο νεκροί
Η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ από τις ΗΠΑ έχει δώσει την ευκαιρία για να δημιουργηθεί ένα νέο αφήγημα στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, που επιστρέφει στο δόγμα του 2010. Τότε, έστελνε το πλοίο «Μαβί Μαρμαρά» για να παραβιάσει τον αποκλεισμό της Γάζας που είχαν επιβάλει οι Ισραηλινοί. Οι σχέσεις των δυο πλευρών αποκαταστάθηκαν μερικώς μετά τη συγγνώμη που είχε ζητήσει ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου και τις αποζημιώσεις που είχαν καταβληθεί στα θύματα της επίθεσης των ισραηλινών κομάντος. Η Αγκυρα όμως τότε είχε εστιάσει την προσοχή της στην ανατροπή του προέδρου της Συρίας, Ασαντ.
Τώρα που αλλάζει πάλι το τουρκικό δόγμα, επιστρέφει στο στόχο να φανεί ως η χώρα που ζητά τα δικαιώματα των μουσουλμάνων. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Ερντογάν συγκάλεσε τη σύνοδο του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας και ζήτησε την αναγνώριση της Ανατολικής Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας της Παλαιστινιακής Αρχής. Παράλληλα, ο Τούρκος πρόεδρος χαρακτήρισε το Ισραήλ ως «κράτος τρομοκράτη».
Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς τον τρόπο της αντίδρασης του Τελ Αβίβ σε αυτή τη νέα κατάσταση που δημιουργείται, όμως το Ισραήλ είναι αποφασισμένο να απαντήσει σε κάθε γεγονός που θεωρεί ως απειλή. Βασικός στόχος του Τελ Αβίβ είναι να παρεμποδίσει τους χερσαίους διαδρόμους που ετοιμάζει το Ιράν μέσω του Ιράκ και της Συρίας για να τροφοδοτεί με όπλα τους άνδρες της Χεζμπολάχ στον Λίβανο, στη Συρία και στην Παλαιστίνη. Το Ισραήλ θεωρεί πως η Τεχεράνη, μέσω της σιιτικής Χεζμπολάχ, επιχειρεί να οργανώσει χερσαίες, αεροπορικές και ναυτικές βάσεις στη Συρία με σκοπό να πολεμήσει και να καταστρέψει τη χώρα.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου επισκέφθηκε την έδρα της Ε.Ε. και το Παρίσι, σε μια «επιφανειακή» αναζήτηση συμμάχων. Κατηγόρησε την Ευρώπη για δύο μέτρα και δύο σταθμά, λέγοντας ότι «πολλές χώρες καταδικάζουν την απόφαση Τραμπ αλλά όχι τις παλαιστινιακές ρουκέτες εναντίον του Ισραήλ».
Το φιάσκο του… κουρδικού κράτους
«Στην Ευρώπη μπορεί να γίνονται πολλά δημοψηφίσματα, όμως στη Μέση Ανατολή αυτά τα πράγματα δεν μπορούν να γίνουν αν δεν ρωτήσεις τις μεγάλες χώρες της περιοχής», δήλωνε έμπειρος Τούρκος διπλωμάτης σχολιάζοντας την απόφαση του προέδρου των Κούρδων του Βορείου Ιράκ Μασούντ Μπαρζανί για δημοψήφισμα με στόχο την ανεξαρτησία του Κουρδιστάν.
Το Ιράν αντέδρασε άμεσα, κλείνοντας τα σύνορά του. Η Τουρκία απείλησε με κυρώσεις και σταμάτησε τις πτήσεις για το Αρμπἰλ. Αμεση ήταν και η αντίδραση της κεντρικής κυβέρνησης του Ιράκ. Το δημοψήφισμα διεξήχθη, όμως η Βαγδάτη, με τη βοήθεια Ιρανών παραστρατιωτικών, κατέλαβε το Κιρκούκ με τις πλούσιες πετρελαιοπηγές. Οι Κούρδοι έχασαν όσα εδάφη είχαν καταλάβει μετά τις νίκες τους έναντι του Ισλαμικού Κράτους. Στην προσπάθειά τους για ανεξαρτησία οι Κούρδοι είχαν τη στήριξη του Ισραήλ που θεωρούσε πως ένα ανεξάρτητο Κουρδιστάν θα μπορούσε να ήταν ένα προγεφύρωμα απέναντι στο Ιράν.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής