Συμβαίνει συχνά να ψηλαφούμε μικρά «γρομπαλάκια» στην περιοχή του λαιμού, τα οποία δικαιολογημένα μας ανησυχούν. Τελικά, όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις, αποδεικνύεται ότι πρόκειται για όζους του θυρεοειδούς, δηλαδή μικρούς όγκους, οι οποίοι συνήθως είναι καλοήθεις. Τις περισσότερες φορές, μάλιστα, οι όζοι δεν επηρεάζουν τη λειτουργία του θυρεοειδούς και την παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών (ψυχροί όζοι) και δεν προκαλούν συμπτώματα. Ένα μικρό ποσοστό όζων παράγουν θυρεοειδικές ορμόνες (λειτουργικοί ή θερμοί όζοι) και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε υπερθυρεοειδισμό.
Πώς ανιχνεύονται και αξιολογούνται οι όζοι στο θυρεοειδή
Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι εύκολο να αντιληφθούν ότι έχουν όζους. Για να παρατηρήσουν έναν όζο στο θυρεοειδή ή να τον ψηλαφήσουν θα πρέπει να είναι ευαισθητοποιημένοι και ο όζος να έχει μεγαλώσει αρκετά για να φαίνεται στο καθρέφτη ή να μπορεί να ψηλαφηθεί. Η πιο αξιόπιστη μέθοδος ανίχνευσης όζων στο θυρεοειδή είναι το υπερηχογράφημα.
Στη συνέχεια, όμως, απαιτούνται αιματολογικές εξετάσεις για τον προσδιορισμό των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα, όπως και η μέτρηση θυρεοσφαιρίνης, καλσιτονίνης και αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων. Η σημαντικότερη εξέταση είναι η παρακέντηση με λεπτή βελόνη.
Τέσσερις βαθμίδες διάγνωσης
Η ακρίβεια της παρακέντησης με λεπτή βελόνη είναι πολύ μεγάλη. Η κυτταρολογική διάγνωση που ακολουθεί περιλαμβάνει τέσσερις κατηγορίες:
- καλοήθης (αρνητικός),
- ύποπτος (απροσδιόριστος),
- κακοήθης (θετικός),
- ανεπαρκής (μη διαγνωστικός).
Η «ανεπαρκής» κυτταρολογική διάγνωση: σημαίνει συνήθως ότι στο δείγμα της βιοψίας δεν υπήρχαν αρκετά κύτταρα για να υπάρξει διάγνωση και χρειάζεται σε κάποια στιγμή επανάληψη. Το ποσοστό ανεπαρκούς διάγνωσης ελαττώνεται όταν η παρακέντηση γίνεται με υπερηχογραφική καθοδήγηση.
Η «ύποπτος» κυτταρολογική διάγνωση: σημαίνει ότι τα κύτταρα του δείγματος δεν έχουν απόλυτα καλοήθη στοιχεία. Σε αυτή τη περίπτωση ο ενδοκρινολόγος θα πρέπει να αποφασίσει μαζί με τον ασθενή αν θα προχωρήσει σε χειρουργική αφαίρεση του θυρεοειδούς ή θα περιμένει και θα επαναλάβει τη παρακέντηση αργότερα.
Η «καλοήθης» κυτταρολογική διάγνωση: σημαίνει ότι τα κύτταρα του δείγματος έχουν απόλυτα καλοήθη στοιχεία. Σε αυτή τη περίπτωση το πιο σημαντικό είναι ο κυτταρολόγος να προσδιορίσει αν ο όζος είναι υπερπλαστικός, αδενοματώδης, κολλοειδής, φλεγμονώδης ή άλλου καλοήθους τύπου ώστε ο ενδοκρινολόγος να καθορίσει αν χρειάζεται θεραπεία ή μόνο παρακολούθηση.
Η «κακοήθης» κυτταρολογική διάγνωση: σημαίνει ότι τα κύτταρα του δείγματος έχουν κακοήθη στοιχεία. Σε αυτή τη περίπτωση το πιο σημαντικό είναι ο κυτταρολόγος να προσδιορίσει τον τύπο του καρκίνου. Οι δύο πιο συχνοί τύποι καρκίνου του θυρεοειδούς, ο θηλώδης (75%) και ο θηλακιώδης (15%) είναι καλής πρόγνωσης και έχουν μερικά κοινά χαρακτηριστικά και παρόμοια θεραπεία. Όταν η κατάλληλη θεραπεία ξεκινήσει σε σχετικά πρώιμο στάδιο, περισσότεροι από 90% των ασθενών θα θεραπευτούν από αυτούς τους καρκίνους. Οι άλλοι τύποι είναι το μυελοειδές (7%) και το αναπλαστικό καρκίνωμα (3%).
Σπινθηρογράφημα θυρεοειδούς
Το σπινθηρογράφημα του θυρεοειδούς είναι μια εξέταση που προσδιορίζει αν ένας όζος παράγει θυρεοειδικές ορμόνες και είναι λειτουργικός (θερμός) ή μη λειτουργικός (ψυχρός). Σήμερα, η ακρίβεια στη μέτρηση των θυρεοειδικών ορμονών και η ποιότητα του υπερηχογραφήματος έχουν εκτοπίσει το σπινθηρογράφημα στις σπάνια χρησιμοποιούμενες εξετάσεις.
Θεραπεία των όζων του θυρεοειδούς
- Καλοήθεις: Η μεγάλη πλειονότητα των όζων του θυρεοειδούς είναι καλοήθεις. Κάποιοι από τους καλοήθεις όζους χρειάζονται θεραπεία αν και για τους περισσότερους αρκεί μόνο παρακολούθηση. Οι περισσότεροι καλοήθεις όζοι δεν μεγαλώνουν. Υπερηχογραφικός έλεγχος κάθε 6-12 μήνες θεωρείται επαρκής. Σε περίπτωση που κάποιος καλοήθης όζος αυξάνεται σε μέγεθος τότε μπορεί να επαναληφθεί η παρακέντηση ή να χορηγηθεί θυροξίνη. Κάποιες νέες τεχνικές με τη χρήση λέιζερ και ραδιοκυμάτων έχουν δείξει σε μελέτες πολύ καλά αποτελέσματα, αλλά δεν χρησιμοποιούνται ακόμη ευρέως.
- Κακοήθεις: Όλοι οι κακοήθεις όζοι πρέπει να χειρουργούνται με ολική αφαίρεση του θυρεοειδούς. Ο χειρουργός πρέπει να είναι ιδιαίτερα εκπαιδευμένος στη χειρουργική του θυρεοειδούς ή καλύτερα να είναι χειρουργός ενδοκρινών αδένων. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται για να μη γίνει τραυματισμός λαρυγγικών νεύρων και των παραθυρεοειδών αδένων που είναι κάτω από τη θυρεοειδή και ρυθμίζουν το ασβέστιο στον οργανισμό. Είναι απαραίτητο πριν από τη χειρουργική επέμβαση να γίνεται λεπτομερής απεικόνιση του θυρεοειδούς και όλων των γειτονικών ανατομικών στοιχείων με αναλυτικό υπερηχογράφημα. Στη συνέχεια καθορίζεται από τον ενδοκρινολόγο σε συνεργασία με το χειρουργό ο τύπος της επέμβασης και το αν θα πρέπει να γίνει αφαίρεση λεμφαδένων από συγκεκριμένα σημεία.
Το 90% των καρκίνων του θυρεοειδούς είναι καλής πρόγνωσης και μια καλή χειρουργική επέμβαση αποτελεί στη μεγάλη πλειονότητα αυτών των όζων πλήρη θεραπεία. Σε ορισμένες περιπτώσεις είναι απαραίτητη η συμπληρωματική θεραπεία με χορήγηση ραδιενεργού ιωδίου.