Ο θρύλος του ελληνικού μπάσκετ ξεσπαθώνει εναντίον όσων τον πίκραναν, αποθεώνει εκείνους που θαυμάζει, συγκινεί, ομολογεί τα λάθη του και υπερασπίζεται το δικαίωμα των μεταναστών να επιλέξουν τη νέα τους πατρίδα, αφού του θυμίζουν τους δικούς του γονείς.
Παράλληλα, «Gangster» μίλησε για την έννοια της επιτυχίας, τον Διαμαντίδη, τον Σπανούλη, τον Αντετοκούνμπο, τον Βασιλακόπουλο και τον Πολίτη.
Αναλυτικά η συνέντευξη του Νίκου Γκάλη στην κυριακάτικη εφημερίδα «Documento»
– Nα αρχίσουμε κατ’ευθείαν με δύσκολα; Ψήφισες Τραμπ ή Χίλαρι; Έχεις ακόμη το αμερικανικό διαβατήριο, σωστά;
(σκέφτεται αρκετή ώρα, χαμογελά αμήχανα και ρίχνει λοξές ματιές δεξιά αριστερά): «Χμμμμ, ας αποφύγουμε καλύτερα τα πολιτικά. Δεν πήγα πάντως να ψηφίσω…»
– Είναι σε θέση ο αθλητής να προσφέρει ανακούφιση σε μία κοινωνία που δοκιμάζεται;
«Ζούμε σε εποχή δύσκολη και ο αθλητής οφείλει να είναι πρότυπο συμπεριφοράς. Πρέπει να δίνουμε κουράγιο στον κόσμο. Να στρέψουμε τα παιδιά στον αθλητισμό. Στον καθαρό αθλητισμό και όχι στον πρωταθλητισμό. Να βγουν στον κοινωνία σωστοί άνθρωποι, με ομαδικό πνεύμα».
Γιάννης Μώραλης: Η απάντηση για την ποινική δίωξη -«Θα δικαιωθώ πανηγυρικά»
«Να μην απογοητευτείς αν δεν γίνεις Γκάλης»
– Εσύ, ο απόλυτος πρωταθλητής, λες όχι στον πρωταθλητισμό;
«Ο πρωταθλητισμός είναι καλός, αρκεί να μη σε καταπιεί. Να μην απογοητευτείς, αν δεν γίνεις Γκάλης. Προέχει να γίνεις σωστός άνθρωπος. Το σπουδαιότερο είναι να είσαι στρατιώτης. Σωστός άνθρωπος».
– Και πώς γίνεται κάποιος, Γκάλης;
«Με ταλέντο, κουράγιο και αγάπη. Όποιος δεν έχει αυτά τα προσόντα, ας μη κοιτάξει ψηλά. Καλύτερα να έχει τον αθλητισμό ως χόμπι. Μόνο αν αγαπάς πολύ αυτό που κάνεις, έχεις ελπίδες να γίνεις πρωταθλητής».
– Υπάρχουν πάμπολλα παραδείγματα χαμένων ταλέντων, που απέτυχαν επειδή δεν είχαν έρωτα με τη μπάλα.
«Όποιος προτιμάει τα μπαράκια από την προπόνηση, δεν έχει ελπίδες. Θα το χάσει το τρένο, αργά ή γρήγορα. Ο πρωταθλητισμός θέλει στερήσεις».
– Εσένα, προσωπικά, τι σου στέρησε ο πρωταθλητισμός;
«Δεν το βλέπω έτσι. Ήταν δική μου επιλογή αυτός ο τρόπος ζωής. Από μικρός ήθελα κάτι παραπάνω από καφέδες και ξενύχτια. Κάτι διαφορετικό. Διάλεξα τον πρωταθλητισμό».
– Ωστόσο, το φινάλε ήταν άδοξο.
«Τον πρώτο καιρό ήμουν σαν λιοντάρι. Είχα να δώσω πολλά ακόμα. Και αν χαλάρωσα λίγο τον πρώτο καιρό που σταμάτησα, τώρα δεν κρατιέμαι. Συνήθισα βέβαια, αλλά…».
«Πιστεύω ότι μπορώ να παίξω και σήμερα»
– Πόσα χρόνια θα έπαιζες ακόμη, αν δεν σου έκοβαν τότε το μπάσκετ;
«Ξέρεις, οι αθλητές είμαστε παιδιά. Εγώ νιώθω ακόμα παιδί. Πιστεύω ότι μπορώ να παίξω και σήμερα. Το ίδιο θα πιστεύω και όταν θα είμαι 100 χρονών!»
– Παίζεις καθόλου μπάσκετ; Δεν βλέπω να έχεις πάρει κιλά.
«Μπάσκετ, όχι. Ούτε είμαι από εκείνους που έχουν μπασκέτες στο σπίτι τους. Παίζω τέννις, γυμνάζομαι μόνος, κρατιέμαι ενεργός…».
«Δεν μου αρέσει να βλέπω το μπάσκετ σαν αστείο»
– Τους αγώνες παλαιμάχων τους αποφεύγεις.
«Δεν μου αρέσει να βλέπω το μπάσκετ σαν αστείο. Δεν είναι αστείο το μπάσκετ ούτε μπορώ να παίξω για πλάκα και να κοροϊδέψω. Κακώς, θα μου πεις. Ίσως να το βλέπω λάθος…».
– Θα έπαιζες για τη νίκη και σε αγώνες επίδειξης, σωστά;
«Σοβαρά μιλάς, τώρα; Εδώ, χάνω στο τάβλι και μου ‘ρχεται να σκοτώσω άνθρωπο. Με νικάει ο άλλος και θέλω να τον δείρω».
– Έμαθα ότι σε αφήνουν να κερδίζεις οι φίλοι σου.
«Όχι, δεν ισχύει αυτό. Δεν με αφήνουν, χα χα. Είναι στοιχείο του χαρακτήρα μου, ο αθλητικός εγωισμός. Και δεν φεύγει ποτέ».
– Αυτό είναι καλό ή κακό; Υποθέτω ότι οι ήττες φθείρουν την ψυχή.
«Καλό είναι και υγιές. Αρκεί να υπάρχει μέτρο. Να ξέρεις πού πατάς. Να έχεις αυτοπεποίθηση και να θέλεις πάντοτε νίκες στη ζωή σου. Σε όλους τους τομείς. Όποιος δεν θέλει τις νίκες, είναι λούζερ».
– Οι δύο ομάδες στις οποίες έπαιξες, Άρης και Παναθηναϊκός, αγωνίζονται πια σε γήπεδα που φέρουν το όνομά σου.
«Μάλλον κάτι καλό θα πέτυχα στην καριέρα μου. Ευχαριστώ τον Άρη, την Πολιτεία, όλον τον κόσμο, που με τίμησαν εν ζωή. Εγώ δεν ζήτησα ποτέ τίποτα. Στη ζωή μου δεν έχω μάθει να ζητάω. Είναι ό,τι καλύτερο για έναν αθλητή, να μένει το όνομά του ζωντανό με αυτόν τον τρόπο. Η φανέλα μου που κρέμεται από την οροφή του Παλέ με γεμίζει με υπερηφάνεια».
– Δεν συμφώνησαν όμως όλοι, όταν το ΟΑΚΑ ονομάστηκε «Νίκος Γκάλης». Σε πείραξε που υπήρξαν αντιδράσεις, από άτομα που έζησαν δίπλα σου τις επιτυχίες;
(ξαφνικά συννεφιασμένος, μετράει κάθε λέξη): «Ντρέπομαι και λυπάμαι για τη στάση τους. Περίμενα διαφορετική αντιμετώπιση. Τίποτε άλλο».
«Δεν είμαι ψυχραμένος με κανέναν Βασιλακόπουλο»
– Στον Βασιλακόπουλο πηγαίνει η σπόντα;
«Κοίταξε, εγώ δεν είμαι ψυχραμένος με κανέναν Βασιλακόπουλο. Δεν έχω τίποτε προσωπικό μαζί του. Βλέπω, όμως, το παράδειγμα του Σπύρου Γιαννιώτη, όπου η ίδια η Ομοσπονδία της κολύμβησης πρότεινε να δοθεί το όνομά του στο κολυμβητήριο του ΟΑΚΑ. Τι σου λέει αυτό; Πολύ καλά έκαναν και μπράβο τους. Αυτό περιμένει ο αθλητής».
– Δεν εμφανίστηκες στη γιορτή για την επέτειο του Ευρωμπάσκετ 1987. Αλήθεια, σε κάλεσαν;
«Ναι, έβαλαν τον μάνατζερ της Εθνικής ομάδας να μου στείλει ένα γραπτό μήνυμα. Δεν φταίει βέβαια ο άνθρωπος…».
«Από τον Γκάλη δεν ζητούσαν να ξελασπώσει στα δύσκολα;»
– Ο Πολίτης είπε ότι το ’87 δεν υπήρχε μόνο Γκάλης.
«Δεν περίμενα κόντρα, από ανθρώπους με τους οποίους ζήσαμε μαζί τόσο μεγάλες στιγμές. Δηλαδή μέσα σε μία ομάδα δεν ξεχωρίζουν άτομα; Από τον Γκάλη δεν ζητούσαν να ξελασπώσει στα δύσκολα;»
– Διακρίνω πίκρα που ξεχειλίζει.
«Μάλλον έκπληξη αισθάνθηκα, όχι πίκρα. Μου έκανε εντύπωση αυτό το φέρσιμο. Δεν υπήρχε λόγος να ειπωθούν τέτοια πράγματα».
– Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ανέλαβαν την τύχη της τοπικής Ομοσπονδίας μπάσκετ αστέρια της γενιάς σου ή και νεώτεροι. Σαμπόνις, Μενεγκίν, Κιριλένκο, Τούρκογλου, Γκαρμπαχόσα. Εσύ θα ακολουθούσες τα χνάρια τους;
«Δεν είχα ποτέ τέτοιου είδους φιλοδοξίες ούτε με πλησίασε κανείς».
– Θα το σκεφτόσουν, όμως; Θα ήσουν πρόθυμος να μπεις μπροστά σε παρόμοια κίνηση;
«Θα πρέπει να το σκεφτώ πολύ. Να καθίσουμε σε ένα τραπέζι και να το συζητήσουμε σοβαρά. Σου ξαναλέω ότι εγώ δεν ζητάω πράγματα και αξιώματα. Θα πρέπει να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, να γίνει δουλειά…».
– Ποια πιστεύεις ότι είναι η δική σου κληρονομιά; Όχι μόνο στο μπάσκετ, αλλά και στην ευρύτερη κοινωνία.
«Αυτό που πετύχαμε το 1987 ήταν ένα απίστευτο μπαμ. Φτιάχτηκε μια ολόκληρη πυραμίδα, η οποία περιέργως ξεκίνησε από την κορυφή. Μετά απέκτησε σιγά σιγά το δέντρο κλαδιά. Γέμισε η χώρα μπασκέτες. Ακόμα και αν φέραμε μόνο 100 παιδιά στον αθλητισμό, θα ήταν τεράστιο κέρδος».
– Εγώ πιστεύω ότι μας δίδαξες και τι εστί επαγγελματισμός.
«Πρώτα όμως χρειάστηκε να τον μάθω εγώ ο ίδιος. Μικρός, στη Νέα Υόρκη. έπαιζα μέσα στο λιοπύρι, σε τσιμεντένια γήπεδα. Πριν πάω στο κολέγιο, δεν είχα ξαναδεί παρκέ. Ήρθα στην Ελλάδα και γελούσα όταν κάποιοι συμπαίκτες μου παραπονέθηκαν για τον σκληρό αγωνιστικό χώρο. Πονούσαν λέει τα πόδια τους. Εγώ είχα μάθει στα τσιμέντα και δεν καταλάβαινα τίποτε».
– Ναι, αλλά ήσουν συνεπής στις υποχρεώσεις όσο δεν ήταν κανένας στην Ελλάδα εκείνης της εποχής. Και δεν μιλάω μόνο για τον αθλητισμό».
«Δεν θεωρούσα τον εαυτό μου επαγγελματία. Ακόμα και αν δεν έπαιρνα ούτε μία δραχμή, πάλι μπάσκετ θα έπαιζα. Εσύ το ξέρεις, άλλωστε, ότι έναν χρόνο έπαιξα στον Άρη χωρίς λεφτά. Και τότε την ίδια προπόνηση έκανα. Μπορεί να ήμουν απλήρωτος, αλλά δεν κορόιδευα».
– Κυκλοφορούσαν φοβερές ιστορίες, για τις επιδόσεις σου στις προπονήσεις.
«Έτσι είχα μάθει εγώ. Με γέμιζε η προσπάθεια για καθημερινή βελτίωση. Ήθελα να ανεβοκατεβαίνω σκαλιά με ποδιά γεμάτη άμμο στο στήθος, τέτοια πράγματα».
– Δεν ήταν έτσι τα πράγματα πριν εμφανιστείς εσύ.
«Εάν έχεις κάποιον μέσα στην ομάδα για να σε τραβάει, γίνεσαι και εσύ πιο σοβαρός. Προσπαθούσα να δίνω το σωστό παράδειγμα με τη στάση μου, δίχως πολλά λόγια και φωνές. Ας πούμε ότι ήμουν ένας ήρεμος ηγέτης».
– Πολλοί σε βλέπουν ως πρότυπο επαγγελματία, σε μία χώρα που χρειαζόταν τέτοιους.
«Με ευχαριστεί αυτό που λες. Ελπίζω ότι βοήθησα τον Έλληνα αθλητή και ότι έκανα περισσότερους να ασχοληθούν με τον αθλητισμό. Αυτή είναι η πραγματική μου αμοιβή».
– Εάν ο Γκάλης είναι το νούμερο 1 στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ, ποιος είναι το νούμερο 2;
(σκέφτεται αρκετά και αρχίζει τις ντρίμπλες): «Δεν μπορώ να το πω εγώ αυτό. Ας μιλήσει ο κόσμος. Οι άλλοι παίκτες, οι ξένοι… Μόνο αν ήμουν βέβαιος για την υπεροχή κάποιου θα του έδινα το χρίσμα».
– Τότε θα διατυπώσω την ερώτηση διαφορετικά. Ποιος από τους νεώτερους παίκτες σου θυμίζει τον Γκάλη;
«Το δικό μου το παιχνίδι δεν το έχω δει σε κανέναν. Εγώ ήμουν 1μ82 και ορμούσα μέσα στα θηρία επίτηδες, για να πάρω καλάθι και φάουλ. Οι περισσότεροι δεν μπορούν να το κάνουν αυτό. Ή δεν θέλουν!»
– Ο Βασίλης Σπανούλης μίλησε με τα πιο θερμά λόγια για εσένα.
«Ναι, είπε ότι με είχε πόστερ στο δωμάτιό του. Τον τιμά αυτό. Είναι σπουδαίος παίκτης και προσγειωμένο παιδί».
– Και ο Διαμαντίδης δεν πάει πίσω…
«Βλέπω ότι έπιασε τόπο η δική μας σπορά και αυτό που αφήσαμε πίσω μας με την επιτυχία του ’87. Ο Σπανούλης, ο Διαμαντίδης και τα άλλα παιδιά πήραν στα χέρια τους τη σκυτάλη και βγάζουν την Ελλάδα ασπροπρόσωπη».
– Δεν πρόκειται να σου ζητήσω να τους συγκρίνεις. Είμαι βέβαιος ότι θα με ντριμπλάρεις πάλι.
«Κάθε παίκτης έχει το δικό του στυλ. Άλλος δίνει θέαμα, άλλος ουσία. Εγώ θέλω να πιστεύω ότι τα συνδύαζα και τα δύο».
– Από τους ξένους παίκτες, ποιος ανταποκρίνεται σε παρόμοια περιγραφή;
«Ο Μάικλ Τζόρνταν ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Ήταν βέβαια 2 μέτρα και τον βοηθούσε πολύ το κορμί του, να παίζει μέσα-έξω».
– Αλήθεια, παρακολουθείς μπάσκετ στην τηλεόραση; Στα γήπεδα σε βλέπουμε σπανιότατα.
«Παρακολουθώ, αλλά όχι πολύ. Κυρίως ΝΒΑ. Μου αρέσουν οι Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς, που παίζουν γρήγορα και θεαματικά. Το Κλήβελαντ, πολύ λιγότερο».
«Ο Αντετοκούνμπο πλημμυρίζει από ταλέντο!»
– Ο Αντετοκούνμπο, πώς σου φαίνεται;
«Πλημμυρίζει από ταλέντο το παιδί. Τον πιστεύω πολύ. Έχει σώμα φτιαγμένο για ΝΒΑ και είναι και καλό παιδί. Με είχε καλέσει σε μία εκδήλωση που έκανε εδώ στη Θεσσαλονίκη, αλλά είχα υποχρεώσεις στην Αθήνα και δεν μπόρεσα να πάω. Μου είπε ότι με έχει παράδειγμα και χαίρομαι πολύ για την πρόοδό του».
– Τι θα τον συμβούλευες, εάν τον είχες μπροστά σου;
«Να είναι σοβαρός και ταπεινός. Να δουλέψει όσο γίνεται περισσότερο. Και να θυμάται ότι ο αθλητής έχει ημερομηνία λήξης. Του εύχομαι πάνω απ’όλα να αποφύγει τους τραυματισμούς».
-Αυτό είναι και στο κισμέτ του κάθ’ ενός.
«Εγώ ήμουν τυχερός που δεν είχα ποτέ σοβαρούς τραυματισμούς. Ποιος θα μάθαινε τον Γκάλη, αν είχα διαλύσει το γόνατό μου, μικρός; Δεν είναι όμως αποκλειστικά θέμα τύχης».
– Μα πώς μπορεί να αποφύγει κάποιος την κακοτυχία;
«Όποιος γυμνάζεται σωστά, ελαχιστοποιεί τις πιθανότητες να χτυπήσει άσχημα. Μια φορά που πάτησα σε πόδι αντιπάλου και τραυματίστηκα, πιστεύω ότι έφταιγα εγώ. Δεν ήμουν έτοιμος να παίξω, δεν είχα κάνει σωστή προθέρμανση. Πρέπει να δίνεις όλο σου τον εαυτό σε αυτό που κάνεις. Να τρως σωστά, να προπονείσαι εντατικά. Το ταλέντο θα βγει στο γήπεδο».
– Έχεις μετανιώσει πικρά για κάτι;
«Και ποιος δεν μετανιώνει; Οι άνθρωποι είναι γεννημένοι για να κάνουν λάθη. Σε ό,τι αφορά την προσπάθεια που κατέβαλα, έδωσα όλο μου το είναι. Δεν έχω λοιπόν παράπονο από τον εαυτό μου».
– Όλο και κάπου όμως θα πήρες λάθος δρόμο.
«Τι περιμένεις να σου πω; Ότι μετάνιωσα που δεν πήγα στο ΝΒΑ; Μα τότε δεν θα γινόταν ποτέ το ’87! Οι επιτυχίες είναι τύχη, τα λάθη μας είναι τύχη…».
– Και η ζωή μας, μία σειρά από συμπτώσεις
«Ναι, ακριβώς. Αν είχα στρίψει σε μία άλλη γωνία, μπορεί να μη γνώριζα ποτέ τη γυναίκα που παντρεύτηκα. Περνάει κάποιος έξω από ένα προποτζίδικο, βλέπει μία διαφήμιση, μπαίνει μέσα και κερδίζει το Λόττο. Εάν είχα πάει από άλλον δρόμο, η ζωή του θα ήταν διαφορετική».
– Πώς είναι σήμερα η καθημερινότητα του ανθρώπου που άλλαξε τη δική μας καθημερινότητα; Κοντεύεις πια τα 60.
«Είμαι ένας ήσυχος οικογενειάρχης. Αποφεύγω αυτά που έκανα όταν ήμουν νέος και ελεύθερος. Ευχαριστιέμαι την κόρη μου και ζω μία απλή, ήρεμη ζωή. Αφήνω την ημέρα να με οδηγήσει εκεί όπου αυτή θέλει. Έχω περάσει στο επόμενο στάδιο της ζωής μου».
– Και πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου σε 20 χρόνια;
«Πω πω, θα είμαστε γέροι τότε! Προέχει να έχουμε την υγειά μας και τα υπόλοιπα θα τα βρούμε».
– Μπορεί να είσαι και παππούς τότε.
«Λες; Μακάρι…».
– Η κόρη σου η Στέλλα, την πιάνει την πορτοκαλί μπάλα;
«Δεν πρόκειται να την πιέσω. Θα την αφήσω ελεύθερη να διαλέξει ό,τι θέλει. Εγώ δεν είχα καμία πίεση από τους δικούς μου γονείς. Όσο πιέζουμε τα παιδιά, τα κάνουμε χειρότερα. Δεν χρειάζεται να τα κάνουμε ομοίωμα του εαυτού μας».
– Νομίζω ότι σε άλλαξε πολύ η γέννηση της μικρής.
«Εννοείται. Όταν κάνεις παιδί, σοβαρεύεσαι απότομα. Βλέπεις τα πάντα με διαφορετικό μάτι. Εκεί που έτρεχες με το αυτοκίνητο, ξαφνικά πηγαίνεις πιο αργά. Η ανατροφή ενός παιδιού είναι η μεγαλύτερη ευθύνη».
– Θα ήθελα να περιγράψεις τον εαυτό σου με μία λέξη. Και δεν δέχομαι διπλωματικές απαντήσεις.
«Απλός. Αυτό μου λένε και οι γνωστοί μου. Ότι είμαι ο πιο απλός άνθρωπος. Δεν με συγκινούν τα μεγάλα λόγια ούτε είμαι φαφλατάς. Θα μιλήσω με τον ίδιο τόνο στο παιδάκι και στον πρωθυπουργό. Τίποτε δεν μπορεί να με αλλάξει».
-Αγνός, θα έλεγα εγώ.
«Ο απλός είναι και αγνός. Δεν είμαι μοναχικός και κλειστός τύπος, όπως πιστεύουν πολλοί. Στην πλάκα ήμουν πάντοτε πρώτος και οι συμπαίκτες μου το ξέρουν».
– Και πού θα πας όταν αποφασίσεις να βγεις έξω;
«Άλλα ήθελα παλιά, άλλα θέλω τώρα. Πλέον προτιμώ ένα ταβερνάκι ή ένα ποτό, λίγο χαβαλέ με τους φίλους. Αυτά που κάνει όλος ο κόσμος».
– Παλιά σε έλεγαν ρομπότ και γκάνγκστερ.
«Μάλλον επειδή ήμουν ψυχρός εκτελεστής μέσα στο γήπεδο…».
– Είπες στην αρχή ότι θέλεις να αποφύγεις τα πολιτικά, αλλά υπάρχει μία ερώτηση που δεν μπορώ να αποφύγω. Προέρχεσαι από οικογένεια μεταναστών και το μεταναστευτικό είναι το υπ’αριθμόν ένα ζήτημα της εποχής. Οι γονείς σου έφυγαν μικροί από τη Ρόδο για την Αμερική.
«Άκουσε. Πιστεύω ότι ο κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα να διαλέξει τον τόπο όπου θα ζήσει. Αρκεί να είναι σωστός, εργατικός και να προσφέρει υπηρεσίες στη χώρα που τον φιλοξενεί».
– Και νομιμόφρων, προφανώς.
«Εννοείται. Ας ζήσει ο καθένας εκεί όπου θέλει. Οι άνθρωποι είναι όλοι ίδιοι, ανεξάρτητα από ράτσες και χρώματα. Όταν εγώ μεγάλωνα στην Αμερική, είχα πολλούς φίλους μαύρους, Κουβανούς, Ιταλούς. Ζούσαμε όλοι αγαπημένοι. Ο σωστός πολίτης προσφέρει τον εαυτό του στην κοινωνία».