Στο τελευταίο του βιβλίο, «Αμεση Δράση, παρακαλώ!», ο αναγνώστης δεν θα διαβάσει για σκληρά εγκλήματα και διαβόητους κακοποιούς, αλλά θα απολαύσει μια σειρά από μικρές και μεγαλύτερες καθημερινές ιστορίες ανθρώπων της διπλανής πόρτας, που εξαπατήθηκαν, που κατήγγειλαν, που πιάστηκαν στα πράσα για μοιχεία ή που απλώς ζητούσαν το τηλέφωνο του… Μάρλον Μπράντο από την Αστυνομία.
«Πολλά ευτράπελα»
«Παλαιότερα, εμείς του αστυνομικού ρεπορτάζ περνούσαμε κάθε πρωί από την Αμεση Δράση, την Αστυνομική Διεύθυνση και τα αρχηγεία Αστυνομίας και Χωροφυλακής και παίρναμε τα δελτία αδικημάτων και συμβάντων. Εκεί περιέχονταν τα πάντα στο 24ωρο που πέρασε σε όλη την Ελλάδα», λέει ο «πρύτανης» του αστυνομικού ρεπορτάζ στον «Ε.Τ.» της Κυριακής. «Ανάμεσα σε αυτά υπήρχαν και ευτράπελα, που τα περισσότερα δεν τα γράφαμε. Από κάποια στιγμή και έπειτα άρχισα να τα κρατάω στο αρχείο μου. Στο βιβλίο υπάρχουν πάνω από 300 περιστατικά από το 1970 έως το 2010 που συνταξιοδοτήθηκα. Είναι περιστατικά διασκεδαστικά, ευτράπελα, περίεργα αλλά πάνω από όλα διδακτικά για τον αναγνώστη. Δεν κάνω τον δάσκαλο, αλλά θέλω να ωφελείται, ώστε να μαθαίνει πώς να μην πέφτει εύκολα θύμα απατεώνων και ταυτόχρονα να διασκεδάζει με τα παθήματα που διαβάζει».
Σήμερα το αστυνομικό δελτίο έχει μόνο βαριά εγκληματικότητα;
Δεν υπάρχει πια το δελτίο, έχει καταργηθεί. Τώρα έχουν αλλάξει τα πράγματα για όλους. Οι συνάδελφοι σήμερα προσπαθούν με άλλους τρόπους να βγάλουν τα θέματα. Εμείς τρέχαμε παλιά από τη μία άκρη της Ελλάδας στην άλλη. Τώρα, δυστυχώς, προσπαθούμε από το γραφείο να κάνουμε δουλειά. Αμ, δεν γίνεται έτσι το ρεπορτάζ.
Εχουν αλλάξει και οι αντικειμενικές συνθήκες, βέβαια. Εχουμε το Ιντερνετ, τα κινητά τηλέφωνα, την άμεση πληροφόρηση.
Υπάρχουν «συν» και «πλην». Το Διαδίκτυο και τα κινητά τηλέφωνα είναι οι μεγαλύτερες κατακτήσεις του 20ού αιώνα. Παλιά τρέχαμε, θυμάμαι, άγρια μεσάνυχτα από την πυρκαγιά που καλύπταμε για να βρούμε κάποιο σπίτι να ρωτήσουμε μήπως έχει τηλέφωνο. Επρεπε, βλέπεις, να ενημερώσουμε το δελτίο των 12 στην ΕΡΤ ή να δώσουμε τα τελευταία νέα για τις εφημερίδες. Τώρα όλα τα έχεις στο χέρι σου. Αλλά αυτό ενίοτε κρύβει και κινδύνους.
Στη δισκογραφία, με τον Στέλιο
Οπως την παραπληροφόρηση και το ηλεκτρονικό έγκλημα…
Ναι, έχει διαφοροποιηθεί το έγκλημα σε πολλές μορφές του. Οι ηλεκτρονικές απάτες έχουν εκτιναχθεί σε όλο τον κόσμο, ακόμα και τα κυκλώματα πορνείας έχουν αλλάξει. Βλέπει κάποιος μια ωραία κοπέλα στο προφίλ και αυτή μπορεί να είναι ο μεγαλύτερος μαστροπός που υπάρχει. Ή ο μεγαλύτερος απατεώνας. Βέβαια, όπως το Διαδίκτυο διευκολύνει τους κακοποιούς, διευκολύνει και την Αστυνομία. Θυμάμαι, όταν πηγαίναμε στη σκηνή του εγκλήματος, μας φώναζαν οι αστυνομικοί: «Προσέξτε, μη μας χαλάσετε τα δακτυλικά αποτυπώματα». Διότι μόνο αυτά είχαν. Τώρα έχουν το DNA και τόσα άλλα.
Πάνος Σόμπολος: «Δεν χρειάζεται να γίνει το έγκλημα για να μιλήσουμε»
Πιστεύετε ότι έχουν αυξηθεί τα περιστατικά ακραίας βίας ή πάντα υπήρχαν αλλά τα θύματα δεν μιλούσαν;
Ναι, αυτή είναι η πραγματικότητα. Πάντα υπήρχαν άγρια εγκλήματα, υποθέσεις που συγκλόνιζαν το πανελλήνιο και γράφαμε στις εφημερίδες για μήνες. Βιασμούς σαν την υπόθεση της 12χρονης είχαμε και παλαιότερα, αλλά δεν άνοιγαν στόματα. Ευτυχώς, τώρα άρχισαν να μιλούν. Εστω και με καθυστέρηση. Εκανα μια ομιλία πρόσφατα στο Αγρίνιο για την ενδοοικογενειακή βία και τη βία κατά των γυναικών και επεσήμανα αυτό ακριβώς. Παλαιότερα η γυναίκα υπέφερε από τον τύραννο σύζυγο αλλά δεν μιλούσε. Φοβόταν, ντρεπόταν, δεν τολμούσε να πάει στην Αστυνομία. Πρέπει, όμως, και οι συγγενείς, οι φίλοι, ο γείτονας που βλέπει και ακούει να μην κάθονται με σταυρωμένα χέρια. Δεν χρειάζεται να γίνει το έγκλημα για να αρχίσουμε να μιλάμε. Πλέον έχουμε και ειδικά τμήματα στην Αστυνομία που ασχολούνται με την ενδοοικογενειακή βία. Πρέπει να γίνει το κακό και μετά να κινητοποιηθούμε; Μην κρατάμε κλειστά τα στόματα. Δεν είναι «κάρφωμα», δεν είσαι «καρφί» της Αστυνομίας αν καταγγείλεις ότι στο τάδε σπίτι γίνεται το σώσε. Μην έχουμε τα κατάλοιπα του Εμφυλίου και της δικτατορίας.
Πάνος Σόμπολος: «Ούτε αστυνόμοι είμαστε ούτε εισαγγελείς. Μην μπερδεύουμε τους ρόλους μας»
Σας ικανοποιεί ο τρόπος κάλυψης των θεμάτων από τα σημερινά ΜΜΕ;
Δυστυχώς, ξεφεύγουμε. Κάνουμε κακό και στα παιδιά και στο κοινωνικό σύνολο όταν καταπατάται η δημοσιογραφική δεοντολογία. Και ενώ ξεφεύγουν λίγοι για την τηλεθέαση, αυτό έχει αντίκτυπο σε όλους τους δημοσιογράφους. Χρειάζεται προσοχή, να μην εκθέτουμε πρόσωπα και καταστάσεις, να μη δημιουργούμε προβλήματα σε οικογένειες, να μην κάνουμε τον εισαγγελέα. Είμαστε δημοσιογράφοι, ούτε αστυνόμοι είμαστε ούτε εισαγγελείς. Μην μπερδεύουμε τους ρόλους μας. Η δουλειά μας είναι να ενημερώνουμε αντικειμενικά τον κόσμο, πάνω από συμφέροντα, παρατάξεις, κόμματα, θρησκείες. Αντ’ αυτού φωνάζουμε, βρίζουμε, στέλνουμε ανθρώπους στην πυρά. Μα πού ξέρεις τι μπορεί να προκύψει στην πορεία της έρευνας; Δεν είναι δημοσιογραφία αυτό.
Αν γυρνούσε ο χρόνος πίσω, πάλι αστυνομικό ρεπορτάζ θα επιλέγατε;
Δεν το επέλεξα, μου έτυχε. Στα τέλη του ’60, αρχές ’70 που μπήκα στη δημοσιογραφία, μας ένοιαζε να μπούμε στην εφημερίδα, όχι το είδος του ρεπορτάζ. Με έβαλαν βοηθό στο αστυνομικό ρεπορτάζ και εκεί… αγκυροβόλησα. Είχα ευκαιρίες πολλές στη μακροχρόνια δημοσιογραφική μου πορεία να πάω και σε πιο εύκολα ρεπορτάζ, αλλά δεν ήθελα. Εμεινα εκεί μέχρι που πήρα σύνταξη στα 41,5 χρόνια δουλειάς. Οπου ταχθήκαμε πρέπει να το αγαπάμε και να το υπηρετούμε σωστά. Στους νέους λέω: «Δύο λέξεις να έχετε κατά νου και δεν θα μετανιώσετε: Ηθος και εργατικότητα. Η λέξη ήθος περιλαμβάνει ανθρωπιά, αγάπη, αλληλεγγύη. Αν τα έχετε αυτά τα δύο, θα προκόψετε. Αν δεν τα έχετε, θα σας φταίνε ο αρχισυντάκτης, ο συνάδελφος, οι άλλοι».
«Το επόμενο βιβλίο αφορά εγκλήματα βεντέτας…»
Το επόμενο βιβλίο είναι καθ’ οδόν;
Ναι, και αφορά τα εγκλήματα βεντέτας. Δεν έχουμε μόνο στην Ελλάδα βεντέτες, υπάρχουν και σε άλλες χώρες, Ιταλία, Γαλλία, Αλβανία. Στην Αλβανία ακόμα συνεχίζεται, όπως και εδώ, στην Κρήτη και τη Μάνη παλαιότερα. Στη Μάνη εκλείπει το φαινόμενο σιγά σιγά, στην Κρήτη, δυστυχώς, όχι και το αποδίδω, κυρίως, στην οπλοκατοχή. Το όπλο είναι ο χειρότερος σύμβουλος. Οποιος κουβαλάει όπλο, είναι με το ένα πόδι στη φυλακή. Αυτό έλεγα και στον μακαρίτη τον Κοεμτζή, όταν απαντούσε «έφταιγε το διαβολομεθύσι». «Εντάξει, αλλά το μαχαίρι γιατί το κουβαλούσες; Το διαβολομαχαίρι έφταιγε, όχι το διαβολομεθύσι μόνο».
Ο μικρός που επέστρεψε το πορτοφόλι και ο τυφλός που… έβλεπε το βράδυ
«Δεν έβαλα τυχαία ως πρώτο περιστατικό το φτωχό παιδάκι με την άρρωστη μητέρα του. Ηταν καλοκαίρι και ο 9χρονος Γιωργάκης δούλευε σε ένα καφενείο για το χαρτζιλίκι του όταν βρήκε ένα τσαντάκι με 16.000 ευρώ. Αντί να το κρύψει και να το πάει στην κατάκοιτη μητέρα του, το παρέδωσε στο Αστυνομικό Τμήμα. Οταν τον ρώτησαν αν σκέφτηκε να τα κρατήσει, είπε: “Οχι, δεν είναι δικά μας αυτά τα χρήματα”. Με είχε εντυπωσιάσει αυτή η ιστορία. Τελικά, το τσαντάκι ανήκε σε έναν επιχειρηματία που προσέλαβε μετά τη μητέρα του μικρού».
Απίστευτα κι όμως αληθινά…
«Ενας άλλος, θυμάμαι, την ημέρα το έπαιζε τυφλός και το βράδυ ντυνόταν γαμπρός και ξόδευε τις εισπράξεις της ημέρας. Επίσης, δεν θα ξεχάσω τον θεοσεβούμενο διαρρήκτη, που πριν από κάθε διάρρηξη έκανε τον σταυρό του σε ένα ξωκλήσι των Μεσογείων! Οι ιστορίες είναι ατελείωτες. Οπως αυτή που ζητούσαν από την Αμεση Δράση το τηλέφωνο του Μάρλον Μπράντο ή που συναντήθηκαν στο ξενοδοχείο ο σύζυγος με την ερωμένη και η σύζυγος με τον εραστή. Απίστευτες καταστάσεις αλλά αληθινές».
Ειδήσεις σήμερα
Αποκλειστικό-Συντάξεις: Αυτή είναι η απόφαση για τις αυξήσεις [έγγραφα]
Πυροβολισμός 16χρονου Ρομά: Εισηγείται την προφυλάκιση του αστυνομικού ο εισαγγελέας