Αγνωστες ή λιγότερο γνωστές ιστορίες και σπάνια ντοκουμέντα για τη δράση σπουδαίων λογοτεχνών που συνδέθηκαν με το Πανεπιστήμιο Αθηνών φέρνει στο φως ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής, με αφορμή την έκθεση «Λογοτεχνικές Αρχειολογίες στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 19ος & 20ός αιώνας», που διοργανώνει το Ιστορικό Αρχείο του ΕΚΠΑ και ξεκινάει την Τρίτη 15 Ιανουαρίου.
Το Ιστορικό Αρχείο του ΕΚΠΑ μοιράζεται σπάνια έγγραφα και περιστατικά που δίχασαν την τότε ελληνική κοινωνία και προκάλεσαν κοινωνικές και πολιτικές αναταράξεις με επίκεντρο τη μετάβαση από την αρχαΐζουσα στη δημοτική γλώσσα. Ο Κωστής Παλαμάς, ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, ο Νίκος Γκάτσος, ο Τέλλος Αγρας είναι μόνο μερικοί από τους λογοτέχνες που φοίτησαν ή εργάστηκαν στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ντοκουμέντα από επιστολές τους και φωτογραφίες από τη φοιτητική τους ζωή παρουσιάζει αποκλειστικά ο «Ε.Τ.».
Τιμωρία Παλαμά
Πόσοι γνωρίζουν ότι ο Κωστής Παλαμάς, γενικός γραμματέας του ΕΚΠΑ, τιμωρήθηκε το 1911 από το υπουργείο Παιδείας με μηνιαία προσωρινή απόλυση; Το «σφάλμα» για το οποίο υπέστη επίπληξη ήταν μία ανοιχτή επιστολή στην οποία υπερασπιζόταν τη δημοτική.
Ο σπουδαίος ποιητής και πεζογράφος σημάδεψε την πορεία του Ιδρύματος καθώς υπήρξε για περίπου 30 χρόνια γενικός γραμματέας του. Τον Οκτώβριο του 1897 διορίστηκε γενικός γραμματέας ο ποιητής Κ. Παλαμάς, ο οποίος παρέμεινε στη θέση αυτή έως τον Μάρτιο του 1928.
Με το διορισμό του το Πανεπιστήμιο τιμούσε έναν εξέχοντα ποιητή και ταυτόχρονα εξασφάλιζε λύση στο πρόβλημα του βιοπορισμού του. Ο ποιητής τίμησε τη θέση του ανταποκρινόμενος στις σύνθετες απαιτήσεις της, ενώ παράλληλα συνέχισε το λογοτεχνικό και κριτικό του έργο. Αλλωστε συχνά το ίδιο το ίδρυμα τον όριζε ως ομιλητή σε διάφορες εκδηλώσεις του για φιλολογικά θέματα.
Η σχέση όμως Παλαμά – Πανεπιστημίου δεν ήταν απρόσκοπτη. Σε μια εποχή έξαρσης του γλωσσικού ζητήματος, ο Παλαμάς, ο οποίος ως γραμματέας του Πανεπιστημίου χρησιμοποιούσε την καθαρεύουσα, υπερασπίστηκε δημόσια και θερμά τη δημοτική γλώσσα, ερχόμενος έτσι σε ευθεία αντίθεση με την επίσημη γραμμή του ιδρύματος. Η αντίθεση αυτή δημιούργησε εντάσεις και συγκρούσεις.
Η έναρξη της παράστασης της «Ορέστειας», το 1903, με ένα δικό του ποίημα στη δημοτική, προκάλεσε τις αντιδράσεις των φοιτητών και του καθηγητή Γ. Μιστριώτη. Το 1908 ο υπουργός Παιδείας τον επέπληξε λόγω μιας ανοιχτής επιστολής του στην οποία υπερασπιζόταν τη δημοτική.
Το 1911 τιμωρήθηκε από το υπουργείο Παιδείας με μηνιαία προσωρινή απόλυση και απειλήθηκε με… χειροδικία από κάποιους φοιτητές στο κλίμα που δημιουργούσε η συζήτηση για το νέο Σύνταγμα και τους φόβους για την καθιέρωση της δημοτικής.
Η δεύτερη επιτίμηση ήρθε το 1925, με την υπογραφή της διαμαρτυρίας διανοουμένων εναντίον της απόλυσης του Κώστα Βάρναλη για τη δημοσίευση της συλλογής του «Το φως που καίει», συνδέοντας πλέον το φόβο του δημοτικισμού με εκείνον του μπολσεβικισμού. Ποτέ, όμως, ακόμη και σε στιγμές ιδιαίτερα φορτισμένες λόγω του γλωσσικού ζητήματος, το Πανεπιστήμιο δεν προχώρησε σε οποιαδήποτε κίνηση απομάκρυνσης του Παλαμά.
Το θέμα της γλώσσας
Ο εορτασμός της πρώτης πεντηκονταετηρίδας από την Επανάσταση του 1821 συνδέεται με ένα από τα πιο συμβολικά συμβάντα της ελληνικής Ιστορίας του 19ου αιώνα. Το 1869, με αφορμή τον εορτασμό των πενήντα χρόνων από την Επανάσταση, η Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Αθηνών παρήγγειλε δύο ανδριάντες, οι οποίοι θα τοποθετούνταν στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου, στη θέση των αρχαίων θεοτήτων, τις οποίες είχε σχεδιάσει ο αρχιτέκτονας του κτιρίου. Επρόκειτο για τους ανδριάντες του Ρήγα Βελεστινλή και του Γρηγορίου Ε’, τα αποκαλυπτήρια των οποίων έγιναν στην Αθήνα με δημόσιες τελετές (τη 16η Ιουνίου 1871 του πρώτου και την 25η Μαρτίου 1872 του δεύτερου), παρουσία της βασιλικής οικογένειας και με τη συμμετοχή χιλιάδων πολιτών.
Η πρώτη τελετή συνδέθηκε με τη μετακομιδή των οστών του πατριάρχη Γρηγορίου Ε’ από την Οδησσό. Η ανάγνωση στην τελετή ποιήματος για τον Πατριάρχη από τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, κορυφαίο ποιητή της εποχής, για πρώτη φορά σε πανεπιστημιακή τελετή σε δημοτική γλώσσα, ενέτεινε το συμβολικό χαρακτήρα της τελετής. Η χρήση της δημοτικής γλώσσας από ένα καθαρευουσιάνικο πανεπιστήμιο αναδείκνυε τον παλλαϊκό και συνακόλουθα πανεθνικό χαρακτήρα του 1821 με σαφέστερο τρόπο:
Πῶς μᾶς θωρεῖς ἀκίνητος;… Ποῦ τρέχει ὁ λογισμός σου,
τὰ φτερωτά σου ὄνειρα;… Γιατὶ στὸ μέτωπό σου
νὰ μὴ φυτρώνουν, γέροντα, τόσαις χρυσαῖς ἀχτίδες,
ὅσαις μᾶς δίδ’ ἡ ὄψη σου παρηγοριαῖς κ’ ἐλπίδες;…
Γιατὶ στὰ οὐράνια χείλη σου νὰ μὴ γλυκοχαράζῃ,
πατέρα, ἕνα χαμόγελο;… Γιατὶ νὰ μὴ σπαράζῃ
μὲσα στὰ στήθη σου ἡ καρδιά, καὶ πῶς στὸ βλέφαρό σου
οὔτ’ ἕνα δάκρυ ἐπρόβαλε, οὔτ’ ἔλαμψε τὸ φῶς σου;…
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]