Η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα ενώ κατάγεται από την Κεφαλλονιά και τη Μεσσηνία. Σπούδασε στο Τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Δημόσιο Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης.
Το 2004 εξελέγη Ευρωβουλευτής και ανέλαβε επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Από τον 2005 μέχρι το 2006 διετέλεσε Γραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ.
Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στη Βουλή το 2007 στη β’ Αθηνών και επανεξελέγη το 2009. Τον Οκτώβριο του 2009 ορίστηκε υπουργός Υγείας στην κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου και στον ανασχηματισμό του Σεπτεμβρίου του 2010 ορίστηκε αναπληρώτρια Υπουργός Εξωτερικών υπεύθυνη για τις Ευρωπαϊκές Υποθέσεις.
Στις 10 Φεβρουαρίου 2012 παραιτήθηκε από την κυβέρνηση Παπαδήμου λόγω διαφωνίας της με τις ρυθμίσεις του δευτέρου Μνημονίου, το οποίο κατεψήφησε στη Βουλή (12/2/2012) και διεγράφη από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ.
Λίγο πριν την ψήφιση από τη Βουλή των νέων μέτρων το Νοέμβριο του 2012, με επιστολή της στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ανακοίνωσε την αποχώρησή της από το ΠΑΣΟΚ, εκφράζοντας τη διαφωνία της.
Δύο χρονια αργοτερα, τον Ιούνιο του 2014, με αναρτηση της στο Facebook η κ. Ξενογιαννακοπούλου τάχθηκε υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζοντας «θετική» την τοποθέτηση του Αλέξη Τσίπρα για τη συγκρότηση μιας ευρείας προοδευτικής πολιτικής συμμαχίας.
Ολόκληρη η ανάρτηση:
«Οι εξελίξεις επιταχύνονται και πλέον είναι πολύ πιθανές οι εκλογές το φθινόπωρο. Η συζήτηση για την επίσπευση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας υποκρύπτει το πρόσχημα της συγκυβέρνησης να προσφύγει στην κάλπη με θεσμικό θέμα και όχι την οικονομική και κοινωνική κατάσταση. Η βαθύτερη αιτία είναι ότι δεν μπορεί να διατηρηθεί για πολύ ακόμη η εικονική πραγματικότητα της υποτιθέμενης εξόδου από το μνημόνιο. Η έκθεση του ΔΝΤ, η υπενθύμιση των προαπαιτούμενων και η ΔΕΗ είναι χαρακτηριστικές ενδείξεις για αυτά που θα ακολουθήσουν. Σ’αυτό το πλαίσιο, είναι θετική η τοποθέτηση του Αλέξη Τσίπρα και η απόφαση για τη συγκρότηση μιας ευρείας προοδευτικής πολιτικής συμμαχίας. Κατά πόσο θα είναι και καθοριστική θα φανεί στη συνέχεια. Στην πολιτική υπάρχει μια διπλή αλήθεια. Η σαφής δήλωση προθέσεων και θέσεων είναι το ήμισυ του παντός, καταλύτης που δημιουργεί δυναμική και αυτοτροφοδοτεί την υλοποίηση τους. Ταυτόχρονα, όμως, δεν αρκούν οι προθέσεις, οι πράξεις και οι επιλογές τελικά κρίνουν το αποτέλεσμα.
Το σίγουρο είναι πως αυτή η προοπτική ανησυχεί την συγκυβέρνηση και τις δυνάμεις που την στηρίζουν, γιατί κατανοούν τη δυναμική που θα δημιουργήσει. Επιδίωξη τους είναι αφενός να εμφανίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ απομονωμένο πολιτικά και εγκλωβισμένο στις υπαρκτές αντιφάσεις του, που τις υπερτονίζουν, και αφετέρου να στηρίζουν διάφορα ενδιάμεσα αναχώματα μέσα από τη λεγόμενη Κεντροαριστερά, που θα συνεχίζουν να λειτουργούν ως υποστυλώματα. Σ’αυτήν την κατεύθυνση επιχειρούν να απαξιώσουν τα πρόσωπα και τις δυνάμεις του ευρύτερου προοδευτικού χώρου, και κυρίως του κοινωνικού ΠΑΣΟΚ, και να δαιμονοποιήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ, με κινδυνολογία που θυμίζει όσα λέγονταν τη δεκαετία του ’70 για το ΠΑΣΟΚ. Ματαιοπονούν, δεν έχουν πλέον ακροατήριο, δεν υπάρχουν πλέον ψευδαισθήσεις.
Παρακολουθώ όμως και τις ενστάσεις και τις αμφιβολίες που διατυπώνονται τόσο από καλούς συντρόφους που επίσης έχουν αποστασιοποιηθεί από το σημερινό μεταλλαγμένο ΠΑΣΟΚ, όσο και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, Είναι φυσικό να υπάρχουν γιατί ζούμε αλλαγή εποχής. Είμαστε μπροστά σε αχαρτογράφητα νερά. Οι σταθερές μιας ζωής κατέρρευσαν και στα σημερινά ερωτήματα δεν δίνουν απαντήσεις οι βεβαιότητες του χθες, όσο και αν αυτό μας μελαγχολεί. Το ερώτημα τελικά που όλοι μας καλούμαστε να απαντήσουμε είναι απλό: εφόσον διαφωνούμε με αυτήν την κατάσταση και τη συνέχεια αυτής της πολιτικής, και αφού θέλουμε αλλαγή της, ποιο μπορεί να είναι σήμερα ένα εναλλακτικό προοδευτικό πλαίσιο που θα την εκφράσει; Σε ένα τέτοιο πολιτικό μέτωπο ο ΣΥΡΙΖΑ διαδραματίζει βασικό ρόλο, γιατί ο λαός σε αυτήν τη φάση του τον αναγνώρισε. Αλλά, υπάρχουν και οι ευρύτερες σοσιαλιστικές-προοδευτικές δυνάμεις, που κυρίως προέρχονται από το κοινωνικό ΠΑΣΟΚ, που συνεχίζουν να έχουν ισχυρές αναφορές στο λαό, στους κοινωνικούς χώρους και τις τοπικές κοινωνίες, και αυτό φαίνεται στις αντίστοιχες εκλογικές διαδικασίες. Το ερώτημα είναι θα συνεχίσουμε οι μεν να μελαγχολούμε με πολιτικά μνημόσυνα σε αναμονή μιας ανάστασης, και οι δε στη μειοψηφική ασφάλεια της ιδεολογικής καθαρότητας, ή με πολιτικούς και προγραμματικούς όρους θα συμβάλλουμε στη συγκρότηση ενός πλειοψηφικού προοδευτικού ρεύματος ανατροπής και αλλαγής πορείας; Το ερώτημα δεν αφορά συσχετισμούς δυνάμεων, προσωπικές αγωνίες και επετηρίδες, Δεν αφορά μόνο το εκλογικό αποτέλεσμα. Αφορά κυρίως την επόμενη μέρα, αν θα υπάρχει σταθερή προοδευτική διακυβέρνηση με στρατηγική και προοπτική, ισχυρή διαπραγματευτική δύναμη στην Ευρώπη και ισχυρό συνεκτικό κοινωνικό μέτωπο στη χώρα. Αυτό είναι το πραγματικό διακύβευμα που συνεπάγεται τις αντίστοιχες επιλογές ευθύνης».
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]