Ξέρει πολύ καλά, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, ότι στις ευρωεκλογές δεν κρίνεται ποια κυβέρνηση θα έχει χώρα. Θα έχει κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη με ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η οποία, αν αποπεμφθούν οι «Σπαρτιάτες», θα μεγαλώσει κι άλλο υπερβαίνοντας τους 164 βουλευτές.
Από τις μετρήσεις όμως -και όχι μόνο- αντιλαμβάνεται πως στις επικείμενες εκλογές μπορεί να κριθεί η κυβερνητική πολιτική. Αλλωστε η όποια δυσαρέσκεια υφέρπει, δεν αφορά ουσιαστικά την κυβέρνηση, αλλά σημαντικές πτυχές της πολιτικής της.
Οσο κι αν προσπαθούν ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ να δημιουργήσουν θέμα αλλαγής κυβέρνησης, είναι προφανές ότι η κοινωνία δεν επιθυμεί αλλαγή κυβέρνησης. Διόρθωση της πολιτικής επιθυμεί. Αλλά δεν προκύπτει ότι θέλει άλλη κυβέρνηση. Κι αυτό προκύπτει από σειρά δεδομένων.
Απόσταση
Παρότι χαλαρή και «εκ του ασφαλούς» η ψήφος για τις ευρωεκλογές και παρά την κυβερνητική φθορά δεν δημιουργείται αντίπαλο κυβερνητικό δέος για τη Ν.Δ. Η απόσταση που τη χωρίζει από τα μικρομεσαία κόμματα διαμαρτυρίας, όσο και να μειώνεται, παραμένει πολύ μεγάλη. Ενώ ακόμα πιο μεγάλη -χαώδης- είναι η διαφορά του Κ. Μητσοτάκη με τον Στ. Κασσελάκη και τον Ν. Ανδρουλάκη για το ποιος μπορεί να κυβερνήσει καλύτερα την χώρα. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν θα κριθεί η κυβερνητική πολιτική και το μίγμα της. Γι’ αυτό και, εκτός από τον ευρύ ανασχηματισμό που θα ακολουθήσει τις εκλογές της 9ης Ιουνίου και ανάλογα με το αποτέλεσμα, μένει να φανεί ποιες διορθωτικές κινήσεις-προσαρμογές θα γίνουν στην κυβερνητική πολιτική.
Πρωτοφανές το πολιτικό σκηνικό που έχει προκύψει μετά τις εκλογές του 2023 (μια αντιπολίτευση), πρωτοφανή και τα διλήμματα του Μ. Μαξίμου για την τακτική που πρέπει να ακολουθήσει. Το δίλημμα «σταθερότητα ή πισωγύρισμα» δεν περπατάει ιδιαίτερα, δεδομένου ότι προσκρούει στην πραγματικότητα. Δεν τίθεται θέμα αλλαγής κυβέρνησης, ιδιαίτερα όταν έχει μπροστά της τρία χρόνια θητείας. Η διαφαινόμενη επιλογή του Στ. Κασσελάκη ως του «αναγκαίου αντιπάλου», επίσης δεν αφορά το μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, που δεν ανήκει σε απολιτίκ, λούμπεν, συνωμοσιολογικά και εχθροπαθή κοινά. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχει και προβληματισμός σε μέρος του Μ. Μαξίμου, αν είναι σωστή η αναγόρευση ενός «πολιτικά ανύπαρκτου» σε «αντίπαλο».
Στοιχεία
Αντιθέτως το καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις, το αναδεικνύουν τα ποιοτικά στοιχεία των ερευνών, το εντοπίζουν και τα focus groups:
- Η δυσαρέσκεια υπάρχει για την ακρίβεια, για την έλλειψη ασφάλειας, για την ατιμωρησία, για τη μη μεγάλη πρόοδο της ενίσχυσης του ΕΣΥ, για την κακή εκπαίδευση που συνεχίζει να υπάρχει.
- Για τη μη εφαρμογή στην πράξη σημαντικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ψηφιστεί, όπως π.χ. η αξιολόγηση ή η κατάργηση του άβατου της παρανομίας στα ΑΕΙ.
- Για την καθυστέρηση να φτάσουν στο βιοτικό επίπεδο του πολίτη τα οφέλη της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
- Για τους καταφανώς λάθος χειρισμούς που έγιναν στην τραγωδία των Τεμπών.
- Για το απαρχαιωμένο κράτος που κρύβεται κάτω από το λαμπερό και πρωτοποριακό gov.gr.
Η κυβέρνηση και ο Κ. Μητσοτάκης δεν απειλούνται από κανένα άλλο κόμμα ή κάποιον άλλο αρχηγό. «Απειλούνται» μόνο από τα δικά τους λάθη και παραλείψεις.
Στέφανος Κασσελάκης: Ποιοι βουλευτές είναι πιθανόν να τον ακολουθήσουν στο νέο του κόμμα
Λαϊκισμός
Την ίδια στιγμή, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και Κ. Βελόπουλος επιδίδονται σε έναν ξέφρενο διαγωνισμό λαϊκισμού και ανευθυνότητας, ο οποίος εκτοξεύει π.χ. τις συντάξεις στα 4.000 ευρώ και προσβάλλει τη νοημοσύνη των πολιτών!
Γι’ αυτό και η έκφραση της δυσαρέσκειας δεν κατατείνει στο να διαμορφώσει έστω μία εν δυνάμει εναλλακτική κυβέρνηση. Δεν ενισχύει καθοριστικά κόμματα τα οποία, θεωρητικά τουλάχιστον, θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον κορμό μιας «άλλης» κυβέρνησης, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ ή το ΠΑΣΟΚ. Αυτά παραμένουν μικρομεσαία. Και όταν δεν επιτίθενται μαζί στην κυβέρνηση, κάνουν ένα μικρό διάλειμμα για να τσακωθούν μεταξύ τους. Διαχέεται σε κόμματα διαμαρτυρίας, όπως π.χ. η Ελληνική Λύση, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτική λύση.
ΘΕΤΙΚΗ ΑΤΖΕΝΤΑ
Διλήμματα και περιοδείες
Μετά την πρόσφατη αναταραχή, σύμφωνα με πληροφορίες, το Μ. Μαξίμου ολοκληρώνει τη στρατηγική του εν όψει των εκλογών. Αφού διαμορφώθηκε μια ουσιαστικά νέα εκλογική επιτροπή με επικεφαλής τον τέως ΥΠΕΘΑ Νίκο Παναγιωτόπουλο, αναμένεται να αρχίσει να ξεδιπλώνεται και νέα στρατηγική, η οποία θα κινείται στο πεδίο του ρεαλισμού και της καθημερινότητας, συνδέοντάς τη με την Ευρώπη.
Τα διλήμματα θα φύγουν από τη γενική πολιτικολογία και τις θεωρίες συνωμοσίας και θα επιχειρηθεί να προσγειωθούν στη θετική ατζέντα. Τι συγκεκριμένο έχει να πει το κάθε κόμμα, επί συγκεκριμένων και υπαρκτών προβλημάτων. Πώς επηρεάζονται π.χ. ο Ελληνας αγρότης, ο εργαζόμενος, ο ασθενής, ο φοιτητής, η μικρομεσαία ή η μεγάλη επιχείρηση από τις αποφάσεις της Ε.Ε., αλλά και της κυβέρνησης. Ενώ στην ατζέντα αναμένεται να μπουν κρίσιμα θέματα εθνικής σημασίας, όπως η άμυνα της χώρας, το μεταναστευτικό και κυρίως το δημογραφικό. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η κυβέρνηση το προσεχές διάστημα θα παρουσιάσει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα για τη στήριξη των οικογενειών και των πολύτεκνων, με πρόσθετα μέτρα απ’ αυτά που έχουν ήδη ανακοινωθεί.
Παράλληλα αναμένεται να εντατικοποιηθούν οι εκστρατείες τόσο στη Β. Ελλάδα, όπου η Ν.Δ. εμφανίζει τις μεγαλύτερες απώλειες, όσο και στο εξωτερικό προκειμένου να ενεργοποιηθεί στον μέγιστο βαθμό η επιστολική ψήφος. Ηδη έχει εγγραφεί τετραπλάσιος αριθμός (σε σχέση με τις εκλογές του 2023) ψηφοφόρων, ο οποίοι θα ψηφίσουν με επιστολική ψήφο (περίπου 78.000).
Εκτός του ίδιου του Κ. Μητσοτάκη, που θα πάει σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, στις περιοδείες θα πάρουν μέρος όλοι οι υπουργοί και τα κορυφαία κομματικά στελέχη της Ν.Δ. Χθες, σε σύσκεψη στο Μ. Μαξίμου, ελήφθησαν οι οριστικές αποφάσεις για τα 10 τελευταία ονόματα των υποψήφιων ευρωβουλευτών, που θα ολοκληρώσουν το γαλάζιο ευρωψηφοδέλτιο. Η αναζήτηση προσώπων που μπορούν να κάνουν γκελ στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της Ν.Δ. ήταν ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά που αναζητήθηκαν.
Η στάση της Εκκλησίας
Πρόβλημα παραμένει στις σχέσεις της κυβέρνησης με την Εκκλησία. Πληροφορίες λένε ότι ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος έχει αρνηθεί σε υπουργούς να συναντηθούν μαζί του πριν από τις ευρωεκλογές. Οπως εκτιμάται, η στάση αποστασιοποίησης του Αρχιεπισκόπου είναι συνέχεια του ρήγματος που δημιουργήθηκε μετά την ψήφιση του νόμου για την ισότητα στον γάμο κι ενδέχεται να έχει εκλογικές συνέπειες. Ειδικά στις περιοχές όπου κυριαρχούν σκληροπυρηνικοί μητροπολίτες, η Εκκλησία φέρεται να πριμοδοτεί ανοικτά την Ελληνική Λύση και τη Νίκη.