Μιλώντας στην ημερίδα του φερώνυμου Ινστιτούτου, ο Αλέξης Τσίπρας ανέφερε: «Τα Τέμπη είναι ο αδιάψευστος καθρέφτης της καθεστωτικής αδιαφορίας για τις ανθρώπινες ζωές. Ο στόχος της συγκάλυψης είναι ένας και μοναδικός: η Εξουσία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης οργάνωσε τις παρακολουθήσεις προκειμένου να διευρύνει την εξουσία του. Ενορχήστρωσε το μπάζωμα και τη συγκάλυψη, προκειμένου να διατηρήσει την εξουσία του. Απάντηση ελπίδας είναι η πρόσφατη κινητοποίηση με αίτημα την δικαιοσύνη. Οι λαϊκές κινητοποιήσεις για τα Τέμπη όμως αποτελούν και προειδοποίηση και για την προοδευτική αντιπολίτευση».
Είπε μεταξύ άλλων ο κ. Τσίπρας: «η επομένη των Τεμπών είναι ο πιο αδιάψευστος καθρέφτης της υποκρισίας, του κυνισμού, της καθεστωτικής αδιαφορίας θα έλεγα, για τις ανθρώπινες ζωές. Και είναι βαρύτατες οι ευθύνες εκείνων που διαχειρίστηκαν μια εθνική τραγωδία με όρους προσωπικής και κομματικής ιδιοτέλειας, κακοποιώντας κάθε έννοια δικαιοσύνης. Είναι βαρύτατες οι ευθύνες όσων στα ερωτήματα και τις ενστάσεις που διατυπώνονταν, τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, αρκούνταν στην αλαζονική επισήμανση ότι το θέμα έληξε οριστικά με την ευρεία νίκη του κυβερνώντος κόμματος στις εθνικές εκλογές του ’23. Και συνόδευαν την αλαζονεία τους με την ύβρη των επιθέσεων σε όσους επέμεναν να αναζητούν την αλήθεια, ακόμη και στους γονείς των θυμάτων. Ήταν οι συνωμοσιολόγοι, οι τερατουργοί, οι ψεκασμένοι».
Συμπυκνώνοντας για τις τρεις υποθέσεις των Τεμπών και των υποκλοπών είπε ότι ο πρωθυπουργός «οργάνωσε τις παρακολουθήσεις προκειμένου να διευρύνει την εξουσία του. Ενορχήστρωσε το μπάζωμα και τη συγκάλυψη, προκειμένου να διατηρήσει την εξουσία του. Γιατί, ας μη ξεχνάμε μια κρίσιμη παράμετρο: Μόλις ενάμισι μήνα μετά το έγκλημα των Τεμπών, είχαμε εκλογές. Αν γίνονταν τότε γνωστά, όσα έχουν αποκαλυφθεί σήμερα, δεν θα τολμούσε κανείς να χαρακτηρίσει το έγκλημα των Τεμπών, απλώς δυστύχημα. Και η αναζήτηση ευθυνών δε θα διαχέονταν στις διαχρονικές ανεπάρκειες του κράτους και του πολιτικού συστήματος, αλλά στις πολύ συγκεκριμένες ευθύνες της παρούσας κυβέρνησης. Και αναγκαστικά αυτή η συζήτηση δε θα τελείωνε τις επόμενες ημέρες, αλλά θα έφτανε ως και τη μέρα των εκλογών. Έπρεπε λοιπόν πάση θυσία να ξεχαστεί. Για αυτό και οι μπουλντόζες έλαβαν εντολή να μπαζώσουν, το επόμενο κιόλας πρωί. Για να θάψουν το έγκλημα».
Ο πρώην πρωθυπουργός, κατά τη θητεία του οποίου οι θεσμοί είχαν καταντήσει προέκταση του κράτους του ΣΥΡΙΖΑ, δεν δίστασε να σύρει τους πολιτικούς του αντιπάλους σε μία Προανακριτική- παρωδία προς δικό του κομματικό όφελος, έβαλε τη σφραγίδα του στο φιάσκο της Novartis και άλλαξε τους Ποινικούς Κώδικες λίγες ημέρες πριν φύγει από την εξουσία, κάνοντας αυτό που κανείς προκάτοχός του δεν είχε κάνει ως τότε, μίλησε για «συνολική υποχώρηση του κράτους δικαίου».
«Υπάρχουν δικαστές που σέβονται το λειτούργημά τους και προσπαθούν για το καλύτερο. Το απόστημα αφορά δυστυχώς ένα τμήμα της ηγεσίας της. Τον Οκτώβρη του 23 όταν οι εισαγγελείς πρωτοδικών έχοντας κάνει μια πολύ ουσιαστική και ποιοτική δουλειά, ήταν έτοιμοι να διασταυρώσουν τη λίστα των θυμάτων του Predator με τις λίστες των ατόμων που είχε παρακολουθήσει η ΕΥΠ, και να επιβεβαιώσουν την προφανή συνάφεια, παρενέβη η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και τους πήρε την υπόθεση από τα χέρια. Έπρεπε βλέπετε, η υπόθεση αυτή να πάει σε ασφαλέστερα χέρια. Και πήγε. Από ότι φαίνεται η μόνη ισχυρή παρέμβαση της δικαιοσύνης στην υπόθεση των υποκλοπών, ήταν αυτή απέναντι στην, από το Σύνταγμα αρμόδια, ανεξάρτητη αρχή, την ΑΔΑΕ, και τον κ. Ράμμο, προκειμένου να μην ολοκληρώσει το έργο της και να μην αποκαλύψει τα πειστήρια του εγκλήματος».
Χτύπησε όμως καμπανάκι και για τις προοδευτικές δυνάμεις: «Επιβάλλεται απ’ όλους, κατά τη γνώμη μου, και κυρίως από το προοδευτικό φάσμα του πολιτικού μας συστήματος, από κάθε δημοκρατικό άνθρωπο, κάθε συλλογικότητα, μια νέα περίσκεψη. Και μια νέα ανάγνωση και στάση, χωρίς τα χτεσινά στερεότυπα και τους κομματικούς, μικροκομματικούς, ή και προσωπικούς εγωισμούς. Η πρωτοφανής στον όγκο, αλλά και στην ώριμη και δημοκρατική αποφασιστικότητα, πρόσφατη κινητοποίηση, με το αίτημα για δικαιοσύνη, φως, οξυγόνο, αποτελεί κατά τη γνώμη μου μια απάντηση ελπίδας. Γιατί συνένωσε εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, με διαφορετικές πολιτικές ή και κομματικές προτιμήσεις, διαφορετικά ιδεολογικά πιστεύω, από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, σε μια μαχητική ομοφωνία δημοκρατίας και δικαιοσύνης.
Κι εδώ προκύπτουν από την πραγματικότητα κρίσιμα ερωτήματα για το πολιτικό σύστημα, ιδιαίτερα για τις πολιτικές δυνάμεις που διακηρύσσουν ότι παραμένουν πιστές, κάθε μια με το δικό της τρόπο φυσικά, στις δημοκρατικές και προοδευτικές αξίες. Μπορούν να επαναφέρουν την εμπιστοσύνη; Μπορούν να συμφωνήσουν σε ένα μίνιμουμ σχέδιο αλλαγών και μεταρρυθμίσεων που θα επουλώσει τις πληγές της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης, όταν δε μπορούν να συμφωνήσουν ακόμη και για έναν κοινό βηματισμό μέσα στο κοινοβούλιο;
Ας μη κρυβόμαστε, η εικόνα εκεί έξω δεν είναι καλή, ούτε για την αντιπολίτευση. Ανεξάρτητα ποιος έχει το δίκιο και ποιος το άδικο. Και αυτό μας αφορά όλους, τον καθένα από εμάς μας. Σε κάθε περίπτωση, τα Τέμπη, η Πύλος, οι υποκλοπές, οι μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις, αποτελούν και μια προειδοποίηση προς όλους. Αν δεν υπάρξει έγκαιρη και πειστική απάντηση, που θα λάβει υπόψη τις διεργασίες και τις αντιδράσεις της κοινωνίας, υπάρχει ο κίνδυνος να γίνουν μέρος του προβλήματος, και εκείνοι που εκ των πραγμάτων οφείλουν να είναι μέρος της λύσης».
Ο κ. Τσίπρας κατέθεσε 3+1 προτάσεις για την Δικαιοσύνη: αλλαγή τρόπου επιλογής ηγεσίας δικαιοσύνης – μείωση αριθμού αντιπροέδρων – χρονικό όριο ανάληψης θέσης μετά την συνταξιοδότηση – εφαρμοστικός νόμος περί ευθύνης υπουργών.