Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από το τελευταίο κομμάτι της συζήτησης που έγινε στο τελευταίο Πολιτικό Συμβούλιο, εκεί όπου συζητήθηκε μεν το «σχέδιο αντι-Πισσαρίδη» αλλά όχι και τόσο αναλυτικά, όσο μετέφεραν προς τα έξω οι πηγές της Κουμουνδούρου.
Μεγάλο μέρος της συζήτησης, σύμφωνα με πληροφορίες, αναλώθηκε στις εκτιμήσεις για τις πολιτικές εξελίξεις. Οπου πολλοί και υψηλά ιστάμενοι, ανάμεσά τους και ο Αλέξης Τσίπρας, όπως επιμένουν κάποιοι από τους παρευρισκόμενους, φέρονται να εξέφρασαν την άποψη πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης σκέπτεται να κάνει ανασχηματισμό Ιανουάριο-Φεβρουάριο και εκλογές καλοκαίρι ή φθινόπωρο του 2021. Εφόσον κυλήσουν ομαλά τα πράγματα με τον εμβολιασμό και επανέλθει η αισιοδοξία στην οικονομία.
Δεν έχει γίνει ακόμα καθαρό αν στον ΣΥΡΙΖΑ περισσότερο πιστεύουν ή περισσότερο φοβούνται αυτό το σενάριο. Ή και τα δύο μαζί. Το σίγουρο είναι ότι έχουν αποφασίσει να προσπαθήσουν να το «κάψουν».
Σε ένα παλαιότερο Πολιτικό Συμβούλιο εις εκ των έμπειρων στελεχών είχε πει ότι ο Μητσοτάκης θα κερδίσει και τις επόμενες εκλογές, ανεξαρτήτως επίδοσης της κυβέρνησης, αλλά επειδή ο ελληνικός λαός έχει αποφασίσει να δίνει δύο ευκαιρίες σε έναν νέο πρωθυπουργό, όπως έκανε και με τον Τσίπρα. Τότε μάλιστα, κάποιοι, ανάμεσά τους ο Αλέξης Τσίπρας, ο Νίκος Παππάς, ο Παύλος Πολάκης, που ήταν παρών και μερικοί άλλοι, είχαν ενοχληθεί με αυτήν την εκτίμηση, αλλά ο «γέροντας» επέμενε. «Γιατί να κάνει πρόωρες εκλογές ο Μητσοτάκης αν έχει τις περισσότερες πιθανότητες και για δεύτερη τετραετία; Θα κοιτάξει να εξαντλήσει την τετραετία» είπε τότε και απάντηση δεν πήρε.
Τώρα, το σενάριο των πολιτικών εξελίξεων «παίζει» ξανά και «παίζει» από την ίδια την αξιωματική αντιπολίτευση. Το επικοινωνιακό «πακέτο» συμπληρώνεται όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις και από την απαραίτητη «πολιτική ανάλυση». Που στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ εξαντλείται σε εκτίμηση ότι ο πρωθυπουργός πάει σε ανασχηματισμό Ιανουάριο ή Φεβρουάριο και πρόωρες εκλογές το καλοκαίρι ή το φθινόπωρο γιατί «τα έχει κάνει σαλάτα» με την πανδημία, έχει… τρομοκρατηθεί και πριν αρχίσει να καταρρέει και δημοσκοπικά, θα προσπαθήσει να κάνει μία σοβαρή επανεκκίνηση και θα επιχειρήσει αντεπίθεση τεσσάρων ή οκτώ μηνών για να πάει σε πρόωρες κάλπες Ιούνιο ή φθινόπωρο.
Δημοσκοπικό σοκ στον ΣΥΡΙΖΑ
Αυτό το αφήγημα, όμως, που το «σπρώχνουν» και κάποια δημοσιογραφικά «πιστόλια» του Τσίπρα (σ.σ.: ο χαρακτηρισμός ανήκει στον Σταύρο Κοντονή) καταρρέει «άμα τη εμφανίσει». Διότι η αλήθεια είναι ότι παρά τη φθορά της και τα υπαρκτά προβλήματα στη δημόσια Υγεία και την οικονομία, η κυβέρνηση δεν απειλείται από τον ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Μητσοτάκης δεν απειλείται από τον κ. Τσίπρα. Και αυτή είναι η πραγματικότητα που προσπαθεί να κρύψει ο ΣΥΡΙΖΑ μιλώντας συνεχώς για «κυβέρνηση που καταρρέει», «πολίτες που έχουν διαψευστεί» κ.λπ. Το γεγονός είναι ότι οι πολίτες, παρά τα προβλήματά τους, πιστεύουν στη μεγάλη τους πλειονότητα ότι η κατάσταση σήμερα στην Ελλάδα θα ήταν πολύ χειρότερη με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Στην ερώτηση της πρόσφατης δημοσκόπησης της Pulse που παρουσιάστηκε στον ΣΚΑΪ, στην ερώτηση «Ποια κυβέρνηση θα τα κατάφερνε καλύτερα;» η σημερινή κυβέρνηση προηγείται της προηγούμενης σε όλους τους τομείς με διψήφια διαφορά. Για παράδειγμα, στη διαχείριση της πανδημίας η κυβέρνηση της Ν.Δ. είναι μπροστά κατά 21 μονάδες, στη διαχείριση της οικονομίας κατά 18 μονάδες, στο μεταναστευτικό κατά 19 μονάδες, στην ασφάλεια κατά 26 μονάδες, στα ελληνοτουρκικά 17 κ.λπ.
Και στις, επίσης πρόσφατες, εξαμηνιαίες «Τάσεις της MRB» στο ερώτημα «Ποιος θα θέλατε να κερδίσει τις επόμενες εκλογές;» οι πολίτες απάντησαν κατά 39,2% ΝΔ, κατά 29,3% ΣΥΡΙΖΑ και κατά 19,2% κανένα κόμμα από τα δύο, ενώ στην ερώτηση «Ποιο κόμμα θα σας ενοχλούσε να κερδίσει τις εκλογές;» οι πολίτες απαντούν 41,4% για τον ΣΥΡΙΖΑ και 37,7% για τη Ν.Δ. που είναι στην κυβέρνηση.
Ισως τα παραπάνω είναι και ο λόγος για τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιστρέψει στη γραμμή προ των εκλογών του 2019, της συκοφάντησης των εταιριών δημοσκοπήσεων. Επειδή οι δημοσκοπήσεις δεν επιβεβαιώνουν το αφήγημα της κατάρρευσης αλλά πάνω από όλα δεν επιβεβαιώνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δύναται, με τη σημερινή του εικόνα, να αποτελέσει επιλογή διακυβέρνησης για τους πολλούς.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου