Η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων που επιδιώκει η κυβέρνηση μεταφέρεται χρονικά από τους εταίρους και δανειστές μας για το 2021. Η απορία που γεννάται αυτόματα είναι αν η διαπραγμάτευση αφορά τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ που ισχύει μέχρι και το 2022 ή και την περίοδο μέχρι και το 2060 που η Ελλάδα έχει την υποχρέωση για πρωτογενή πλεονάσματα 2%+ του ΑΕΠ. Επιπλέον, ποιος είναι ο στόχος; Πόσο πρέπει να μειωθεί ο στόχος του 3,5% (ως το 2022 ή και αργότερα);
Κάθε συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα έχει νόημα μόνο όταν στηρίζεται τεχνικά στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους. Αυτή υπαγορεύει το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος και τη χρονική κατανομή του. Οσο βελτιώνεται η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους τόσο τα επιχειρήματά μας ενισχύονται. Ηδη υπήρξε μεταξύ Ιουνίου και Νοεμβρίου στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους που διενεργούν οι θεσμοί μία βελτίωση κατά πέντε με έξι χρόνια στο χρόνο που επιτυγχάνεται το κρίσιμο ύψος 100% του ΑΕΠ.
Επίσης, τα στοιχεία που είχαμε για την εξέλιξη του ΑΕΠ το γ’ τρίμηνο από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. δείχνουν ότι η οικονομία έχει δυνατότητα να πετύχει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης όπως είναι αυτοί που στοχεύει η πολιτική μας. Και αυτό παίζει καταλυτικό ρόλο στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους επηρεάζοντας τον παρονομαστή, καθώς το χρέος υπολογίζεται πάντα ως ποσοστό του ΑΕΠ. Γίνεται λοιπόν η τεχνική ανάλυση και έπονται στη βάση της τεχνικής ανάλυσης τα πολιτικά επιχειρήματα.
Ενα από τα ανοιχτά θέματα με τους δανειστές είναι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές σε ιδιώτες που φτάνουν τα 2,5 δισ. ευρώ. Πότε εκτιμάτε ότι θα μηδενιστούν και πώς θα εξασφαλίσετε ότι δεν θα συγκεντρωθεί άλλο ένα βουνό χρεών στο άμεσο μέλλον;
Τα ληξιπρόθεσμα θα μειωθούν δραματικά τον επόμενο χρόνο και θα μηδενιστούν, ελπίζουμε, το 2021. Το ίδιο το σχέδιο περιορισμού τους περιλαμβάνει και μεταρρυθμίσεις κυρίως στην οικονομική διαχείριση φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, όπως τα νοσοκομεία και τα ασφαλιστικά ταμεία, που θα εξασφαλίσουν ότι δεν θα δημιουργηθούν νέες οφειλές. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ως παράδειγμα για τα Ταμεία την ηλεκτρονική έκδοση των συντάξεων.
Σε κάθε συζήτηση για αναδρομικά που σχετίζονται με τις πρόσφατες και παλαιότερες αποφάσεις του ΣτΕ ξεκαθαρίζεται ότι δεν υπάρχει ακόμη ένα συγκεκριμένο ποσό που θα πρέπει να επιστραφεί στους δικαιούχους. Ωστόσο, ως ο θεματοφύλακας του Προϋπολογισμού θα πρέπει να έχετε κάνει τους λογαριασμούς σας τουλάχιστον για το 2020. Πόσα ή μέχρι πόσα χρήματα σε ταμειακή βάση αντέχει να πληρώσει ο Προϋπολογισμός για αναδρομικά τον επόμενο χρόνο;
Τον επόμενο χρόνο θα εφαρμοστεί η ασφαλιστική μεταρρύθμιση που προετοιμάζει το υπουργείο Εργασίας. Ο Προϋπολογισμός του 2020 περιλαμβάνει σε ό,τι αφορά τις συντάξεις και τα 908 εκατομμύρια που αφορούσαν τη λεγόμενη «13η σύνταξη». Είναι συνεπώς αυξημένος σε σχέση με τον Προϋπολογισμό του 2019. Αν προκύψουν επιπλέον ανάγκες, θα αντιμετωπιστούν ανάλογα με την εκτέλεση του επόμενου Προϋπολογισμού. Σε κάθε περίπτωση, τα όποια αναδρομικά προκύψουν θα πληρωθούν.
Το APS με την κωδική ονομασία «Ηρακλής» φιλοδοξεί να αποτελέσει καταλύτη στην εξυγίανση των «κόκκινων» δανείων από το 2020. Ωστόσο, απαιτεί και εγγυήσεις 12 δισ. από το Ελληνικό Δημόσιο. Οι εγγυήσεις αυτές πότε να δοθούν και πώς θα αποτυπωθούν δημοσιονομικά στους Προϋπολογισμούς;
Οι εγγυήσεις στην πρώτη φάση δεν έχουν δημοσιονομικό κόστος, αλλά δυνητικό όφελος της τάξεως των 200 εκατ. ευρώ από προμήθειες που θα καταβάλουν οι 4 μεγάλες εμπορικές τράπεζες. Το πιο πιθανό είναι, όμως, το όφελος αυτό να μην αποτυπώνεται στους κατά πρόγραμμα στόχους. Σε ό,τι αφορά το κόστος, η εκτίμησή μας είναι ότι τελικά δεν θα υπάρχει δημοσιονομικό κόστος. Αλλωστε, οι εγγυήσεις που θα δοθούν απαιτούν την αξιολόγηση των σχετικών δανείων από οίκους αξιολόγησης, όπως προβλέπει το σχέδιο «Ηρακλής». Αυτό μας προσφέρει τις πρόσθετες διασφαλίσεις που είναι αναγκαίες για να δώσουμε τις σχετικές εγγυήσεις.
Υπάρχει δυνατότητα για ρυθμό ανάπτυξης μεγαλύτερο από το 2,8% του ΑΕΠ
Την Τετάρτη το Eurogroup ενέκρινε την εκταμίευση της δόσης των 767 εκατ. ευρώ από τα κέρδη των ομολόγων (ANFA SNP’s), όχι όμως και την αλλαγή στη χρήση τους ώστε να διατεθούν για συμφωνημένες δημόσιες επενδύσεις. Πότε θα πρέπει να περιμένουμε την αλλαγή χρήσης των δόσεων από τα κέρδη των ομολόγων; Με δεδομένη τη δυσκολία υλοποίησης του ΠΔΕ για το 2019 θα μπορέσουμε να τα αξιοποιήσουμε;
Το Eurogroup ενέκρινε τη δυνατότητα αλλαγής της χρήσης και έθεσε τις βάσεις για να ξεκινήσει η σχετική τεχνική προετοιμασία. Προφανώς μετά την τεχνική προετοιμασία θα χρειαστεί και η επιπλέον επιβεβαίωση. Η βασική μας επιχειρηματολογία, ότι αυτά τα χρήματα μπορούν να οδηγήσουν σε ταχύτερη ανάπτυξη και πιο βιώσιμο χρέος μπαίνοντας στην οικονομία, θα περάσει προφανώς και τη βάσανο της τεχνικής αξιολόγησης. Είμαι αισιόδοξος ότι αυτή θα γίνει αποδεκτή. Αν εμείς χρησιμοποιήσουμε σωστά τα χρήματα αυτά, θα πετύχουμε ρυθμό ανάπτυξης μεγαλύτερο από το 2,8% του ΑΕΠ που τίθεται ως στόχος στον Προϋπολογισμό. Είναι μεγάλη υπόθεση να ενταχθεί πάνω από 1 δισ. επιπλέον στην οικονομία για επενδύσεις τον χρόνο και θα είναι ακόμα μεγαλύτερη αν με τα χρήματα αυτά μπορέσουμε να μοχλεύσουμε επιπλέον ιδιωτικά κεφάλαια.
Η δυναμική της οικονομίας θα αλλάξει τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους
Τέλος, μια ερώτηση για το χρέος. Και το 2020 οι συνθήκες δανεισμού για την Ελλάδα θα είναι εξαιρετικά άνετες με το «μαξιλάρι» των 35 δισ. και τις πολύ χαμηλές χρηματοδοτικές ανάγκες. Με δεδομένη την κάθετη πτώση των αποδόσεων των ομολόγων τι θα κρίνει την εξασφάλιση της ελάχιστης επενδυτικής βαθμίδας ως το τέλος του 2020;
Η επενδυτική βαθμίδα δεν εξαρτάται τόσο από το «μαξιλάρι» όσο από τη δυναμική της οικονομίας. «Μαξιλάρι» είχαμε και τον Μάρτιο και το επιτόκιο ήταν 3,9%. Το ίδιο «μαξιλάρι» είχαμε τον Οκτώβριο και το επιτόκιο ήταν 1,5%. Το «κλειδί» για να πάμε πίσω στην επενδυτική βαθμίδα δεν είναι το «μαξιλάρι», είναι η ανάπτυξη. Αυτή θα αλλάξει πραγματικά τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Από την έντυπη έκδοση