Εκθέτοντας τον εαυτό του αλλά και τους δανειστές που έβαζαν πλάτη σε μία κυβέρνηση που δεν έδειξε ούτε μία στιγμή ότι είναι σε θέση να δώσει προοπτική ανάκαμψης στην ελληνική οικονομία και την ελληνική κοινωνία, παρά μόνο έκανε ό,τι του έλεγαν χωρίς αντίδραση και παράλληλα τους διασφάλιζε τα χρήματά τους, ο Αλέξης Τσίπρας επέστρεψε στους «τοκογλύφους των Βρυξελλών» που αντιλαμβάνονται ότι θα βγει κυβέρνηση η Ν.Δ. και θα είναι πρωθυπουργός ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Αδυνατώντας να απαντήσει επί της ουσίας στην έκθεση της Κομισιόν που χτυπά «καμπανάκια» για το 2019 και το 2020, αδυνατώντας να απαντήσει στα ερωτήματα της αντιπολίτευσης για τις σκόπιμες «παγίδες» που βάζει ο ΣΥΡΙΖΑ στην οικονομία, αδιαφορώντας για τους πολίτες και τη χώρα, για να δυσκολέψει τη ζωή της επόμενης κυβέρνησης, ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει αυτό που οι περισσότεροι έλεγαν ότι δεν θα κάνει, επειδή θέλει να πείσει ότι έχει μετατραπεί σε μεγάλη, συστημική δύναμη, ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που ακόμα και αν χάσει εκλογές θα διατηρήσει το ρόλο του ως πόλος εξουσίας.
Επιτίθεται κατά των Βρυξελλών, για να χτυπήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μόνο που αυτή τη φορά επειδή δεν είναι άγνωστος όπως το 2015, επειδή έχει ψηφίσει και υλοποιήσει τυπικά το τρίτο Μνημόνιο και ατύπως το τέταρτο, οι πολίτες γνωρίζουν και δεν πλανώνται από το νέο αντιμνημονιακό παραμύθι.
Δεν πρόκειται για προσπάθεια να αιτιολογήσει την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Μετά το 9,3% στις ευρωεκλογές δεν το χρειάζεται άλλωστε, παρά μόνο για τυπικούς λόγους. Πρόκειται για το προεκλογικό αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ, ένα μίγμα αμοραλισμού και κινδυνολογίας δεκαετίας του ΄80, που επιστρατεύει ο κ. Τσίπρας -με την απολύτως σύμφωνη γνώμη των επιτελών και των μεγαλοστελεχών του ΣΥΡΙΖΑ- με σκοπό να τρομάξει όσους μπορεί να τρομάξει και η διαφορά υπέρ της Ν.Δ. στις εθνικές εκλογές να μη φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη, με ό,τι και αν αυτό σημαίνει για τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τη θέση του κ. Τσίπρα μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Φιντάν για ελληνοτουρκικά: Προτιμάμε συζήτηση - «πακέτο» για όλα τα θέματα και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας
Πρώτα έφταιγαν οι πολίτες που δεν κατάλαβαν τι ψηφίζουν, τώρα φταίνε και οι δανειστές που ξαναέγιναν «ακραίοι», ενώ μέχρι πριν από μία εβδομάδα ήταν, με βάση όσα έλεγαν στην κυβέρνηση, οι «προνομιακοί συνομιλητές της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που ήθελαν Αλέξη και στην επόμενη κυβέρνηση».
Είναι τέτοιο το βέρτιγκο στο οποίο βρίσκεται η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που την ίδια ώρα που διαφημίζει τη στροφή προς τη μεσαία τάξη καταθέτει (χθες) την τροπολογία για τη μη μείωση του αφορολογήτου και «θάβει» μαζί της την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης αλλά και σημαντικές φοροελαφρύνσεις που προβλέπονταν ως «αντίμετρα» και οι εκπρόσωποι της μεσαίας τάξης τα περίμεναν πώς και τι.
Το «μπαϊράκι Νο2» κατά των δανειστών έρχεται μετά από τη δημοσιοποίηση της έκθεσης της Κομισιόν, που βλέπει τρύπα 1,9 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με πληροφορίες, η αρχική έκθεση ήταν πιο σκληρή, περιείχε αυστηρότερες συστάσεις αλλά και αναφορά στην πιθανότητα να πρέπει να ληφθούν έκτακτα μέτρα τόσο για να επιτευχθεί το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 όσο και για να επιτευχθεί το πρωτογενές πλεόνασμα του 2020. Μετά από παρέμβαση του Μαξίμου και του οικονομικού επιτελείου, οι επικεφαλής των θεσμών και κυρίως ο επικεφαλής της Κομισιόν, Πιερ Μοσκοβισί, δέχθηκε να χαμηλώσει τους τόνους, ώστε η έκθεση να μη λάβει χαρακτήρα παρέμβασης στο προεκλογικό σκηνικό.
Η δήλωση Τσίπρα
Στη δήλωσή του ο κ. Τσίπρας υποστήριξε ότι είχε δίκιο όταν είπε ότι οι ευρωεκλογές ήταν ψήφος εμπιστοσύνης «στα μέτρα στήριξης και ελάφρυνσης της κοινωνικής πλειοψηφίας» καθώς «το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών άνοιξε την όρεξη τόσο στο παλιό πολιτικό κατεστημένο στην Ελλάδα όσο και σε ακραίους συντηρητικούς κύκλους στις Βρυξέλλες να αμφισβητήσουν τις πολιτικές μας επιλογές και να φέρουν προσκόμματα στο σχέδιό μας».
Ο κ. Τσίπρας μίλησε για «όρεξη που άνοιξε» στους δανειστές να ζητήσουν ακόμα και απολύσεις στο Δημόσιο, επειδή ο κ. Μητσοτάκης και η Ν.Δ. κέρδισαν στις ευρωεκλογές. Κάλεσε λοιπόν τους Ελληνες πολίτες, αυτούς που έδωσαν 9,3% υπέρ του Κυριάκου στις ευρωεκλογές και έδωσαν 12 από τις 13 περιφέρειες της χώρας στους υποψηφίους της Ν.Δ. να τις διοικήσουν, μπροστά στις κρίσιμες εθνικές εκλογές στις 7 Ιουλίου «να γνωρίζουμε την πλήρη αλήθεια, είναι το πιο κρίσιμο. Να συγκρίνουμε προγράμματα, αλλά κυρίως να έχουμε πλήρη επίγνωση».
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου