Ηταν το τρίτο βήμα του πολιτικού σχεδιασμού (είχαν προηγηθεί οι αλλαγές στο ΕΓ του ΠΑΣΟΚ και ο ανασχηματισμός).
Ο κ. Σημίτης περίμενε τις δημοσκοπήσεις του Νοεμβρίου – τις παρέλαβε τελικά 2 Δεκεμβρίου – για να πάρει τις τελικές του αποφάσεις. Δυστυχώς για αυτόν, η Κοινωνική Χάρτα, οι δεσμεύσεις για αυξήσεις μισθών και μειώσεις της φορολογίας δεν έδωσε στο κυβερνών ΠΑΣΟΚ παρά κάτι δεκαδικά ψηφία στις δημοσκοπήσεις. Η διαφορά υπέρ της Ν.Δ. έμεινε αναλλοίωτη.
Τότε, στο ΠΑΣΟΚ έκριναν ότι η πλειοψηφία της ελληνικής κοινής γνώμης είχε πάρει τις αποφάσεις του και δεν τις άλλαζε λόγω των εξαγγελιών παροχών, παρά το ότι το πακέτο ήταν ιδιαίτερα γενναίο.
Η συνέχεια γνωστή. Διαβάζοντας τις δημοσκοπήσεις, ο κ. Σημίτης πήρε τις αποφάσεις του, έδωσε το δακτυλίδι στον Γ. Παπανδρέου και οι εκλογές του Μαρτίου του 2004 έφεραν τη Ν.Δ. μπροστά με 10 μονάδες διαφορά, παρά το ότι δεν υπήρχε ούτε τέτοιας έκτασης πολιτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική κρίση, ούτε η ακραία ως ληστρική – σύμφωνα με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων – υπερφορολόγηση.
Οι χθεσινές δημοσκοπήσεις της ALCO και του ΠΑΜΑΚ, ενώ έχουν μετρήσει όλες τις κινήσεις της κυβέρνησης και του κ. Τσίπρα προσωπικά να αλλάξουν τα δεδομένα, καταγράφουν την παγίωση της διαφοράς που έχει η αξιωματική αντιπολίτευση, από 7 ως 10 ποσοστιαίες μονάδες, ανάλογα με τη δημοσκόπηση. Υπάρχει μία κινητικότητα στο κέντρο, αλλά η σχέση ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Ν.Δ. δεν έχει αλλάξει. Οι αιτίες είναι πολλές και εμφανείς.
Η κοινωνική πλειοψηφία της μεσαίας τάξης δεν θεωρεί ότι το πρωτογενές πλεόνασμα, άρα και το κοινωνικό μέρισμα προέρχεται από την υπεραπόδοση της οικονομίας, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, αλλά από την υπερφορολόγηση, ενώ η πλειοψηφία στέκεται απέναντι στο κυβερνητικό αφήγημα και περί εξόδου από τα μνημόνιο.
Σημαντικό, ποιοτικό «χτύπημα» στο κυβερνητικό αφήγημα το γεγονός ότι η κοινωνική πλειοψηφία δείχνει ότι προτιμούσε αντί εκτάκτων επιδομάτων το κοινωνικό μέρισμα να αφορούσε οριζόντια μείωση στη φορολογία.
Και εφόσον στην οικονομία – με την αμέριστη συμπαράσταση των δανειστών που πήραν ό,τι επί σειρά ετών ήθελαν όχι τώρα, αλλά στην προηγούμενη αξιολόγηση, αυτή του περασμένου Μαΐου – η κυβέρνηση δεν δείχνει ότι μπορεί να αλλάξει τα πράγματα, έρχονται τα διάφορα θέματα της ευρείας και «αδηφάγας» καθημερινότητας και επιδεινώνουν την κατάσταση.
Ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Πάνος Καμμένος – όπως φάνηκε ξεκάθαρα χθες κατά τη συζήτηση στη Βουλή και το απολογητικό του ύφος – αποτελεί πλέον ωρολογιακή βόμβα για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον πρωθυπουργό.
Οι πολιτικοί και επικοινωνιακοί χειρισμοί στην ανθρώπινη καταστροφή που συνέβη στη Μάνδρα και τη Νέα Πέραμο έδειξαν ότι το κυβερνητικό καράβι, εκεί που ήταν το δυνατό του σημείο, στην επικοινωνία, αρχίζει και μπάζει νερά, καθώς ούτε οι χθεσινές αιφνιδιαστικές οικονομικές εξαγγελίες υπέρ των πληγέντων λειτουργούν υπέρ της κυβέρνησης, ούτε η συζήτηση στη Βουλή για το κοινωνικό μέρισμα δείχνει να βελτιώνει το φιλολαϊκό πρόσωπο της κυβέρνησης.
Σε αυτά, εφόσον προστεθεί το γενικευμένο αίσθημα περί ανομίας και έλλειψης ασφάλειας που παίζει ρόλο στη διαμόρφωση των πραγμάτων, με εικόνες και συμβολικής καταρράκωσης όπως η είσοδος του Ρουβίκωνα στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας, το Πεντάγωνο, συμπληρώνεται η μεγάλη εικόνα.
Επιπλέον, η πρόσφατη ανακίνηση του ενδιαφέροντος μίας – μικρής αλλά υπαρκτής – μερίδας των πολιτών για τα συμβαίνοντα στον χώρο της Κεντροαριστεράς φαίνεται να δημιουργεί ήδη πρόβλημα στον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς αυξάνονται οι διαρροές του προς τη Δημοκρατική Συμπαράταξη. Εξ ου και οι «επιθέσεις φιλίας»…
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, είναι κοντά οι ημέρες – σε αντίθεση με ό,τι εκτιμά η ηγετική ομάδα του Μαξίμου – που εντός του κυβερνώντος κόμματος θα υπάρξουν θέματα. Αντιδράσεις εναντίον της συνεργασίας με τον κ. Καμμένο, πιέσεις για επαναδιαπραγμάτευση των υψηλών στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων που ήδη θέτουν στελέχη όπως ο Νίκος Φίλης, ο Πάνος Σκουρλέτης κ.ά.
Ο κ. Τσίπρας θα συνεχίσει με τη σκανδαλολογία, θα προσπαθήσει να προσεγγίσει τους εκδότες και τους καναλάρχες, θα κάνει ανασχηματισμό, θα πάρει και άλλα καλά λόγια από τους δανειστές και θα περιμένει τα επόμενα δύο κύματα των δημοσκοπήσεων για να πάρει τις τελικές του αποφάσεις. Ενα λίγο πριν τις γιορτές και ένα ακόμα τέλος Φεβρουαρίου, αρχές Μαρτίου.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΜΠΟΥΡΑΚΗΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου