Βλέποντας τις… Συμπληγάδες να ορθώνονται στον ορίζοντα και πιεσμένος ανάμεσα στο Βερολίνο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, πετάει το ένα μετά το άλλο όλα τα επικοινωνιακά αφηγήματα της κυβέρνησής του. Γιατί μπορεί την προηγούμενη εβδομάδα και σε κλίμα πανηγυρικό να δήλωνε έτοιμος να φορέσει ακόμα και γραβάτα (συνοδεύοντας τη συγκεκριμένη δήλωση από το περιλάλητο «too good to be true»), ωστόσο μπροστά στα αδιέξοδα του Μαξίμου κάνει όπισθεν ολοταχώς από διακηρυγμένους στόχους, οι οποίοι αποτέλεσαν… σωσίβιο για τους «153» της Κουμουνδούρου και του κόμματος Καμμένου, προκειμένου να υπερψηφίσουν τα μέτρα-λαιμητόμο της συμφωνίας. Επισκεπτόμενος το υπουργείο Περιβάλλοντος, στο πλαίσιο των τετ α τετ με τους υπουργούς της κυβέρνησής του, ο κ. Τσίπρας χάραξε αλλαγή ρότας για το μέχρι χθες καυτό θέμα της ελάφρυνσης του χρέους.
Ο πρωθυπουργός, που λίγα εικοσιτετράωρα πριν είχε σηκώσει σαν «λάβαρο» τις προειδοποιήσεις προς τους δανειστές ότι εάν δεν δεσμευτούν σε συγκεκριμένα βήματα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους τότε η συγκυβέρνηση δεν θα εφαρμόσει τα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα, χαμήλωσε εμφανώς τους τόνους μπροστά στον κίνδυνο να χαθεί το τρένο και της 15ης Ιουνίου. Και όχι μόνο αυτό. Ο κ. Τσίπρας, σηματοδοτώντας τη στροφή 180 μοιρών της συγκυβέρνησης, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να αποδεχθεί την πρόταση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (αυτή που οι κυβερνητικοί απέρριψαν πριν από λίγα εικοσιτετράωρα), ενώ έσπευσε να αντικαταστήσει το όλο αφήγημα με την επιχείρηση «έξοδος στις αγορές» μετά τον Αύγουστο του 2018.
«Πιστεύω πως ο στρατηγικός στόχος να μπορέσει η χώρα με το πέρας του τρίτου προγράμματος που είναι τον Αύγουστο του 2018 να έχει μια σταθερή δυνατότητα δανεισμού με βιώσιμα επιτόκια από τις αγορές είναι στρατηγικός στόχος που παραμένει και είναι κοντά… Μπορεί να επιτευχθεί, είτε να πάρουμε μια λύση που μας παρουσίασε ο κ. Σόιμπλε και αρνηθήκαμε, πόσω δε μάλλον με μια καλύτερη λύση για την οποία διαπραγματευόμαστε», υποστήριξε ο πρωθυπουργός στις δηλώσεις του στο υπουργείο Περιβάλλοντος, εκτιμώντας, ταυτόχρονα, ότι θα έχουμε πρόσβαση στις αγορές με καλούς όρους.
H τοποθέτηση του πρωθυπουργού δεν θύμιζε τίποτα από τη μέχρι πρόσφατα «πολεμική» στάση του, όταν και δήλωνε επανειλημμένως πως «εάν δεν υπάρξει ελάφρυνση του ελληνικού χρέους δεν θα εφαρμοστούν τα μέτρα του 2019-2020». Αποκορύφωμα, δε, ήταν οι εξαιρετικά υψηλές προσδοκίες που είχε φροντίσει να καλλιεργήσει η ελληνική κυβέρνηση λίγες ημέρες πριν από το Eurogroup.
Κατά τα φαινόμενα, ο κ. Τσίπρας εγκαταλείπει πλέον το χρέος ως «σημαία» του, αφήνοντας μάλιστα ως επιλογή το σχέδιο Σόιμπλε-ΔΝΤ, που αφορά στη συμμετοχή του Ταμείου χωρίς χρηματοδοτικό ρόλο μέχρι η ευρωζώνη να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για πώς θα χειριστεί την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και το οποίο ο κ. Τσακαλώτος είχε απορρίψει με κάθετο τρόπο. «Η Ελλάδα μετά από επτά χρόνια υποτίμησης και ύφεσης έχει πολύ καλές προοπτικές. Εχουμε εξυγιάνει τα οικονομικά και αυτό δημιουργεί τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις για ένα δυνατό come back και για αυτό ζητούμε μια απόφαση για το χρέος που θα αντανακλά και τις θυσίες του ελληνικού λαού. Αυτό παλεύουμε, αυτό επιδιώκουμε… Η Ελλάδα κρατήθηκε στον πυρήνα της ευρωζώνης και με προοπτικές θετικών ρυθμών ανάπτυξης… Θέλουμε αυτό το come back να συνδυαστεί με απόφαση για το χρέος που θα πολλαπλασιάζει την ήδη διαφαινόμενη δυναμική», είπε ο πρωθυπουργός.
Η… κυβίστηση του κ. Τσίπρα, αλλά και η ενδεχόμενη αποδοχή του σχεδίου Σόιμπλε θέτει πολλά ερωτηματικά γύρω από το στόχο για συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αλλωστε, ακόμα και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών την Τρίτη φρόντισε να ρίξει του τόνους περί QE σημειώνοντας απλώς ότι είναι μία απόφαση που θα πρέπει να πάρει η ΕΚΤ. Η εγκατάλειψη του ονείρου για ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση σημαίνει αυτομάτως και εγκατάλειψη ενός άλλου στόχου. Αυτός δεν είναι άλλος από τη δοκιμαστική έξοδο στις αγορές αυτό το καλοκαίρι, κάτι στο οποίο δεν αναφέρθηκε καν χθες ο κ. Τσίπρας.
Αργά το βράδυ, πάντως, ο κ. Τσίπρας προσπαθώντας να εξηγήσει το… ναυάγιο του Eurogroup, επανέφερε το θέμα του χρέους και επιχείρησε να μαζέψει τις αναφορές του στο υπουργείο Περιβάλλοντος.
«Υπάρχει η προϋπόθεση της ρύθμισης του χρέους. Ο προσδιορισμός των μεσοπρόθεσμων μέτρων που θα υλοποιηθούν μετά τη λήξη του προγράμματος. Και τώρα είναι καθήκον της Ευρώπης να ικανοποιήσει αυτή τη συνθήκη. Διότι ήταν η ίδια η Ευρώπη ή μάλλον κάποιοι από τους εταίρους μας που απαιτούν τη συμμετοχή του Ταμείου. Και αυτή η συμμετοχή δεν μπορεί να είναι à la carte. Δεν μπορεί να λέμε δηλαδή ναι στις μεταρρυθμίσεις και στα μέτρα και όχι στο χρέος. Δεν γίνεται να θέλουμε και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο», είπε, μιλώντας στο Σύνδεσμο Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος. «Από τη δική μας πλευρά προτείνουμε μια καθαρή διέξοδο:
Μια πρόταση ρύθμισης του ελληνικού χρέους που θα αποτελεί τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή. Για την Ελλάδα, για τη Γερμανία, για το Ταμείο, αλλά και για όλες τις υπόλοιπες χώρες και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Και σε αυτή την προσπάθεια δεν γίνεται παρά να απαιτούνται υποχωρήσεις από όλες τις πλευρές. Εμείς έχουμε κάνει τις δικές μας. Τώρα είναι η ώρα και για τη Γερμανία και για το Ταμείο να κάνουν τις δικές τους», πρόσθεσε.
«Δεν θα χρειαστεί ελάφρυνση χρέους αν τα πλεονάσματα κρατηθούν πάνω από 3% μέχρι το 2038»
Δόση τώρα, περιγραφή – ποσοτικοποίηση μέτρων τον Οκτώβριο, εφαρμογή των μέτρων το 2018 και υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα κάτω από αυστηρή εποπτεία των δανειστών ως το 2038 είναι σε αδρές γραμμές η λύση που προτείνει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μη θέλοντας να δυσαρεστήσει το εσωτερικό του κοινό εν όψει των εθνικών εκλογών στη Γερμανία.
Το χθεσινό δημοσίευμα της «Handelsblatt» έλεγε ξεκάθαρα ότι ο κ. Σόιμπλε και ο Πόουλ Τόμσεν έχουν συμφωνήσει τουλάχιστον στο πρώτο σκέλος. Δηλαδή την κατ’ αρχήν αποδοχή της καθυστέρησης ποσοτικοποίησης των μέτρων μέχρι και τις γερμανικές εκλογές, με το ΔΝΤ να δέχεται κατ’ αρχήν τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα. Μέχρι και την πλήρη περιγραφή των μέτρων, θα έχει μεν πρόγραμμα με την Ελλάδα αλλά δεν θα εκταμιεύει δόσεις προς την Ελλάδα μέχρι να έχει διαθέσιμα αναλυτικά τα μέτρα που θα αποφασίσουν οι Ευρωπαίοι.
Οι εκδοχές
Με βάση το κείμενο που έφερε στο τραπέζι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας και αποκάλυψε στο σύνολό του το Reuters περιέχει τρία σενάρια:
1. Η Ελλάδα δεν θα χρειαζόταν ελάφρυνση του χρέους εάν μπορούσε να κρατήσει το πρωτογενές πλεόνασμα στα επίπεδα του 3,5% του ΑΕΠ ή πάνω από αυτό μέχρι το 2032 και πάνω από το 3% μέχρι το 2038. Το σενάριο αυτό συμπληρώνεται με πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης 1,3% ως το 2060.
Εναλλακτικό του πρώτου σεναρίου είναι αυτό που προβλέπει ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% μέχρι το 2022, στη συνέχεια να μειωθεί στο 2% μέχρι τα μέσα του 2030 και στο 1,5% μέχρι το 2048, διαμορφώνοντας τον μέσο στόχο της περιόδου 2023-2060 στο 2,2%.
2. Εχει δομηθεί με βάση τις υποθέσεις του ΔΝΤ για μέση ανάπτυξη της τάξης του 1% και την επιστροφή το 2023 σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% μετά από πέντε χρόνια διατήρησής του στο 3,5%. Αυτό προβλέπει ότι το ελληνικό χρέος θα αυξηθεί και θα αγγίξει το 226% το 2060.
Σε αυτή την περίπτωση οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να ανακεφαλαιοποιηθούν και οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα είναι στα τέλη του 2020 πάνω από το όριο του 15% του ΑΕΠ που υποσχέθηκαν οι υπουργοί της ευρωζώνης, αγγίζοντας επίπεδα άνω του 50% το 2060.
3. Συνδυασμός πρώτου και δεύτερου σεναρίου: Προβλέπει μέσο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης της τάξης του 1,25%, πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022 και σταδιακή μείωσή του στη συνέχεια στο 1,8% αντί στο 2,2% για την περίοδο 2023-2060.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, το ελληνικό χρέος θα μπορούσε να καταστεί βιώσιμο με την παράταση των μέσων σταθμισμένων λήξεων κατά 15 έτη, με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080, την επιβολή ανώτατου ορίου στα επιτόκια των δανείων στο 1% και τον καθορισμό του ανώτατου ορίου απόσβεσης στο 0,4% του ελληνικού ΑΕΠ.
Στο έγγραφο αναφέρεται ότι η μέγιστη δυνατή ελάφρυνση χρέους που εξετάζεται είναι η επέκταση της μέσης σταθμισμένης ωρίμασης των δανείων κατά 17,5 έτη από τα 32,5 έτη που είναι σήμερα, με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080.
Ο ESM μπορεί να ορίσει «ταβάνι» 1% στο επιτόκιο των δανείων έως το 2050. Οι τόκοι που θα υπερβαίνουν το 1% θα αναβάλλονται έως το 2050 και το ποσό θα ενσωματωθεί στο κόστος χρηματοδότησης του ταμείου διάσωσης.
Επίσης, ο ESM θα επαναγοράσει το 2019 τα 13 δισ. ευρώ που η Ελλάδα οφείλει στο ΔΝΤ καθώς αυτά τα δάνεια είναι πολύ πιο ακριβά από αυτά της ευρωζώνης.
Τα παραπάνω αναμένεται να διατηρήσουν τις μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας στο 13% του ΑΕΠ έως το 2060 και θα οδηγήσουν το λόγο χρέους προς ΑΕΠ στο 65,4% το 2060, από περίπου 180% του ΑΕΠ σήμερα.
Απαισιοδοξία
Στο μεταξύ οι Βρυξέλλες εκφράζουν συγκρατημένη απαισιοδοξία θεωρώντας πλέον πιθανό ενδεχόμενο να αναβληθεί η λύση για το ελληνικό χρέος μετά τις γερμανικές εκλογές.
Στις Βρυξέλλες θεωρούν δεδομένο ότι στις 15 Ιουνίου θα αποφασιστεί η εκταμίευση της δόσης και σχεδόν δεδομένο ότι οι Ευρωπαίοι θα δώσουν τις εγγυήσεις στον Μάριο Ντράγκι για να εντάξει την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Είναι προφανές ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να βγει στις αγορές με το ζήτημα του χρέους σε εκκρεμότητα. Η έξοδος στις αγορές σε συνδυασμό με την ποσοτική χαλάρωση θα αποκαθιστούσε πλήρως την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Τελευταία ελπίδα για την Ελλάδα είναι ότι ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ θα βάλει πλάτη την τελευταία στιγμή για να αποτρέψει τα χειρότερα. Πολλά θα εξαρτηθούν και από τη στάση του νέου προέδρου της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν. Αν δηλαδή πιέσει τη Γερμανία για μια καλή λύση για το χρέος της Ελλάδας ή αν θα μείνει στη φραστική υποστήριξη που παρέχει έως τώρα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΑΤΣΙΟΣ
ΤΑΣΟΣ ΔΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΛΟΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου