Σύμφωνα με το ΥΠΕΝ η εφαρμογή του μοντέλου – στόχου και η σύζευξη της ελληνικής με την ιταλική αρχικά και τη βουλγαρική αγορά στη συνέχεια θα επιφέρουν σημαντικά οφέλη, όπως:
- Αύξηση του ανταγωνισμού και μείωση του χονδρεμπορικού κόστους ενέργειας
- Μείωση της ενδεχόμενης συγκέντρωσης της αγοράς και εξασφάλιση ισότιμων και διαφανών όρων πρόσβασης σε αυτή
- Αποδοτικότερη διαχείριση των διασυνδέσεων με τις γειτονικές χώρες
- Μεγαλύτερη σύγκλιση τιμών με τις ευρωπαϊκές αγορές
- Ενίσχυση του βάθους και της ρευστότητας της εγχώριας αγοράς
- Διευρυμένη πρόσβαση σε οικονομικότερες πηγές ενέργειας και αύξηση της ασφάλειας εφοδιασμού
- Διευκόλυνση της ενσωμάτωσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα μέσω εισαγωγής νέων αγορών, πλησιέστερων στον πραγματικό χρόνο κατανάλωσης (Ενδοημερήσια Αγορά, Αγορά Εξισορρόπησης)
- Δίκαιη αποζημίωση των μονάδων παραγωγής μέσω της Αγοράς Εξισορρόπησης.
Η Ελλάδα είναι η τελευταία από τις χώρες της Ε.Ε. που προχωρά στην εφαρμογή του target model, γεγονός που, όπως τονίζει ο υπουργός, είναι ένας από τους βασικούς λόγους για μια «ανεπιθύμητη πρωτιά»:
«Η χώρα μας έχει την υψηλότερη χονδρεμπορική τιμή ρεύματος στην Ε.Ε., με σημαντικές παρενέργειες για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Ελαιόλαδο: Στα 9 ευρώ εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει η τιμή του [πίνακες]
Αυτό επιδιώκουμε να αλλάξει! Θα απαιτηθεί βεβαίως μια περίοδος προσαρμογής, όπως έδειξε το προηγούμενο της εφαρμογής του νέου μοντέλου στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Χρειάστηκε κάποιος χρόνος μέχρι να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα οι συμμετέχοντες στην αγορά (παραγωγοί, προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, διαχειριστές, εποπτικές αρχές)» επισημαίνει, τονίζοντας παράλληλα ότι «η εφαρμογή του είχε αδιαμφισβήτητα θετικά αποτελέσματα. Αυτόν τον δρόμο θα ακολουθήσουμε και εμείς. Την 1η Νοεμβρίου ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην ελληνική αγορά ενέργειας».
Από την έντυπη έκδοση