Μετά τις δύο θυελλώδεις συναντήσεις του υπουργού Οικονομικών, Χρήστου Σταϊκούρα, οι οποίες συνοδεύτηκαν και από υψηλούς τόνους για τη στάση των τραπεζών και από τον ίδιο τον πρωθυπουργό ο οποίος κάλεσε τις τράπεζες να αναλάβουν τις ευθύνες τους, πλέον η κυβέρνηση -και ειδικότερα το υπουργείο Οικονομικών- δηλώνουν επίσημα ότι περιμένουν τις προτάσεις των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Στο παρασκήνιο, όμως, υπάρχουν κινήσεις με μεγάλη ταχύτητα, σε μια προσπάθεια οι δύο πλευρές να φτάσουν το συντομότερο δυνατό σε συμφωνία. Οι εξελίξεις επιταχύνθηκαν μετά την έκτακτη συνάντηση που είχαν οι διοικήσεις των τραπεζών με τον διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα, την περασμένη Τρίτη, όπου σύμφωνα με πληροφορίες ύστερα από την ανταλλαγή απόψεων φάνηκε ότι το «χάσμα» μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών για θέματα όπως η προστασία των ευάλωτων δανειοληπτών, οι τραπεζικές προμήθειες και τα επιτόκια καταθέσεων φαίνεται να… γεφυρώνεται. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Τράπεζα της Ελλάδας έχει ενημερώσει το υπ. Οικονομικών για το περίγραμμα των προτάσεων που θα κάνουν οι τραπεζίτες στην επόμενη συνάντησή τους με τον Χ. Σταϊκούρα, την Τετάρτη στις 14 του μήνα.
Διεύρυνση
Ειδικότερα, στο κρίσιμο θέμα της προστασίας των ευάλωτων δανειοληπτών, φαίνεται ότι οι τράπεζες θα διευρύνουν κάπως την περίμετρο προστασίας από την αρχική προφορική τους πρόταση για προστασία έως και 30.000 δανειοληπτών στους 40.000, περιλαμβάνοντας και στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου τα οποία δεν έχουν καταγγελθεί, ώστε να καταστούν ξανά εξυπηρετούμενα. Η βοήθεια συνίσταται στην απορρόφηση ενός μεγάλου μέρους της επιβάρυνσης από την αύξηση των επιτοκίων και παράταση του χρόνου αποπληρωμής, με το κόστος να επωμίζονται στο σύνολό του οι τράπεζες, κάτι που αποτελούσε βασικό «προαπαιτούμενο» του υπουργείου Οικονομικών.
Προς εξορθολογισμό οι προμήθειες
Στο θέμα των προμηθειών, αυτό που συμφωνήθηκε στη συνάντηση με την ΤτΕ δεν είναι μια οριζόντια μείωση των 12 χρεώσεων που έθεσε υπ’ όψιν τους το υπ. Οικονομικών αλλά ένας εξορθολογισμός. Κατά τη σύσκεψη αναλύθηκε από πλευράς των τραπεζών ότι τα έσοδα των ελληνικών τραπεζών από προμήθειες, σε σχέση με τα συνολικά έσοδα, είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη. Ωστόσο, στις προμήθειες υπάρχει ανορθολογισμός αφού πολλές βασικές υπηρεσίες, όπως η τήρηση τραπεζικών λογαριασμών, παρέχονται δωρεάν ή σε πολύ χαμηλές τιμές, ενώ προμήθειες σε συναλλαγές διαμορφώνονται σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα. Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης όλοι οι τραπεζικοί λογαριασμοί επιβαρύνονται με μηνιαίες συνδρομές, αλλά οι συναλλαγές πραγματοποιούνται είτε δωρεάν είτε με πολύ χαμηλό κόστος. Καταληκτικά, συμφωνήθηκε ότι θα υπάρξει παρέμβαση από πλευράς των τραπεζών με τη μείωση κάποιων από τις χρεώσεις που επιβαρύνουν τις συναλλαγές και επιβαρύνουν σημαντικά τις επιχειρήσεις.
Αναπροσαρμογή στα επιτόκια καταθέσεων
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα που έχει θέσει επιτακτικά το υπουργείο Οικονομικών για αύξηση των επιτοκίων των καταθέσεων μετά την αρχική αρνητική στάση των τραπεζών το θέμα επανεξετάζεται και με την παρέμβαση της ΤτΕ. Υστερα από πρόσφατες κινήσεις που έχουν κάνει η Eurobank και η Alpha Bank στα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων, προτάσεις για αύξηση των επιτοκίων αναμένεται να καταθέσουν και άλλες δύο συστημικές τράπεζες, δηλαδή η Τράπεζα Πειραιώς και η Εθνική το αμέσως επόμενο διάστημα. Παράλληλα, με βάση τις συζητήσεις που γίνονται στο παρασκήνιο αναμένεται ότι θα υπάρχει και μια γενική δέσμευση από όλους, ότι η αναπροσαρμογή επιτοκίων θα συνεχιστεί και για τις 4 μεγαλύτερες εμπορικές τράπεζες μέσα στο 2023 ανάλογα με την πορεία της αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ.
Προϋπόθεση η συμφωνία του SSM
Από την άλλη πλευρά, η ΤτΕ έχει επικοινωνήσει στο υπ. Οικονομικών ότι οι τράπεζες θα πρέπει να εξασφαλίσουν τη συμφωνία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Εποπτικού Μηχανισμού των Τραπεζών (SSM) πριν προχωρήσουν σε οποιαδήποτε διευθέτηση ενήμερων ή μη δανείων. Τούτο, με δεδομένο ότι η κάθε ρύθμιση δανείου (ενήμερου ή σε καθυστέρηση) το μεταφέρει αυτόματα στα μη εξυπηρετούμενα και απαιτεί τον σχηματισμό προβλέψεων για τις εμπορικές τράπεζες. Με άλλα λόγια, θα πρέπει ο SSM να δεχθεί οι ελληνικές τράπεζες να επιδεινώσουν έστω και σε μικρό βαθμό τα χρηματοοικονομικά τους δεδομένα, παρουσιάζοντας μια βάσιμη αιτιολόγηση για μια τέτοια κίνηση. Η ΤτΕ ενημέρωσε ότι η αποτροπή του κινδύνου της δημιουργίας ενός νέου κύματος «κόκκινων» δανείων από την αύξηση των επιτοκίων είναι μια αποδεκτή αιτιολόγηση, αλλά θα πρέπει και οι απώλειες να είναι «λογικές».
Το υπουργείο έχει συμφωνήσει από την αρχή ότι κάθε κίνηση ελάφρυνσης θα πρέπει να είναι σύμφωνη με τους ενιαίους εποπτικούς κανόνες διαφορετικά -όπως έχει τονίσει πρόσφατα σε δηλώσεις του και ο υπουργός Οικονομικών- θα δημιουργηθούν νέα προβλήματα, τα οποία θα κληθεί και πάλι να πληρώσει ο ελληνικός λαός.