Κατά τα δύο τελευταία χρόνια περίπου (1.1.2023 μέχρι τέλη Νοεμβρίου) οι φούρνοι, οι καφετέριες και τα ψητοπωλεία που άνοιξαν ήταν κατά πολύ περισσότερα από αυτά που έβαλαν «λουκέτο». Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία που έχει στην κατοχή του ο «Ε.Τ.», φαίνεται πως ήταν υπερδιπλάσιες, αθροιστικά, οι εγγραφές (969) των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτά τα τρία είδη εστίασης, από τις διαγραφές (432).
Κατά είδος
Και μεμονωμένα, καθένα από αυτά τα είδη επιχείρησης, είχε περισσότερες ενάρξεις, από ό,τι διαγραφές. Πιο συγκεκριμένα, από την αρχή του 2023 μέχρι σήμερα άνοιξαν 77 φούρνοι στην Αττική και έκλεισαν 42. Επιπρόσθετα, ξεκίνησαν να λειτουργούν 237 ψητοπωλεία και έβαλαν «λουκέτο» 117. Τέλος, άνοιξαν 655 καφετέριες και έκλεισαν 273.
Διευκρινίζεται πως τα παραπάνω στοιχεία αφορούν αποκλειστικά σε μέλη του ΕΕΑ. Και παρότι δεν αποτυπώνουν τι συμβαίνει στο σύνολο της χώρας -ή ακόμη και όλης της Αθήνας- δείχνουν μια σημαντική τάση που υπάρχει στον τομέα της εστίασης.
Στο μεταξύ, αξίζει να επισημανθεί πως ο αριθμός των επιχειρήσεων που ενεγράφησαν στο ΕΕΑ από 1.1.2023 μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου ανέρχεται σε 29.801. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται επιχειρήσεις από πλήθος κλάδων της οικονομίας. Στον αντίποδα, ο αριθμός των επιχειρήσεων που διαγράφτηκαν από το ΕΕΑ το ίδιο χρονικό διάστημα ήταν 6.747. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως οι επιχειρήσεις που άνοιξαν ήταν υπερ-τετραπλάσιες, σε σύγκριση με αυτές που έκλεισαν.
Τα παραπάνω στοιχεία αφορούν στις εγγραφές και διαγραφές στο Επιμελητήριο και όχι στο πότε οι επιχειρήσεις προέβησαν σε έναρξη και διακοπή εργασιών (μέσω της Εφορίας).
Πειραιάς
Σύμφωνα με στοιχεία από το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς (ΕΒΕΠ), για το ίδιο χρονικό διάστημα, στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά έγιναν 64 εγγραφές που αφορούν σε καταστήματα «εστίασης», έναντι 14 διαγραφών. Ακόμη 64 εγγραφές που καταγράφηκαν σχετίζονται με «χονδρικό εμπόριο τροφίμων» (έναντι 85 διαγραφών), 34 με το «λιανικό εμπόριο τροφίμων – ποτών» (έναντι 24 διαγραφών) και 8 με τη «βιομηχανία τροφίμων» (έναντι 1 διαγραφής).
80.000 επιχειρήσεις εστίασης στην Ελλάδα
Ο κλάδος της εστίασης αποτελεί νευραλγικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας, διότι συγκεντρώνει 80.000 επιχειρήσεις, κύκλο εργασιών 9,3 δισ. ευρώ, ενώ απασχολεί 400.000 εργαζόμενους. Συνδέεται οργανικά με τομείς-κλειδιά για την ελληνική οικονομία, όπως ο τουρισμός και η αγροδιατροφή, γεγονός που δημιουργεί τη βάση ενός ισχυρού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος τόσο σε επίπεδο αστικών κέντρων όσο και στην περιφέρεια.
Αιτήματα
Μερικά από τα πάγια αιτήματα του κλάδου αφορούν στα εξής:
* Κατάργηση τέλους επιτηδεύματος, που θεσμοθετήθηκε κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής και αποτελεί έναν κεφαλικό φόρο που επιβάλλεται ανεξάρτητα με την κατάσταση που βρίσκονται οι επιχειρήσεις (εάν έχουν κέρδη ή ζημιές).
* Κατάργηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στον καφέ. O Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης που επιβλήθηκε στον καφέ το 2017, οδήγησε σε υψηλή αύξηση της τιμής του έως και 30%, καθώς διπλασίασε το κόστος της πρώτης ύλης του καφέ. Επιπλέον, φαίνεται ότι οδήγησε και σε αύξηση των φαινομένων λαθρεμπορίου, κάτι που εκτός από την απώλεια που προκαλεί στα δημόσια έσοδα και τον υγιή ανταγωνισμό, θέτει και ζητήματα ασφαλούς κατανάλωσης των προϊόντων που εκ των πραγμάτων δεν ελέγχονται.
* Μείωση ειδικού φόρου κατανάλωσης στα ποτά. Η Ελλάδα κατατάσσεται μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. των 27 με τα πιο ακριβά ποτά. Το 2021, ο ελληνικός δείκτης τιμών για τα αλκοολούχα ποτά ανήλθε στις 154,8 μονάδες και ήταν αυξημένος κατά 18 μονάδες σε σχέση με το 2020 (136,8 μονάδες).