Στη Γαλλία
Αν και μεγάλωσε μέσα στον φούρνο των γονιών του, τους οποίους βοηθούσε από μικρό παιδί, δεν αρκέστηκε στις εμπειρικές γνώσεις που είχε αποκτήσει από 11 ετών και μεγαλώνοντας αποφάσισε να ταξιδέψει στη Γαλλία για να μάθει τη δουλειά από τους πλέον ειδικούς στον κλάδο των μπουλανζερί πατισερί. Θέλοντας να κάνει τη δική του επιχείρηση, πριν φύγει από τη Γαλλία, ζήτησε από τους φημισμένους φούρνους «Paul» να χρησιμοποιήσει το brand τους στην Ελλάδα, ωστόσο το οικονομικό κόστος για μια τέτοια επένδυση ήταν δυσβάστακτο. Επιστρέφοντας, όπως έχει πει σε παλαιότερη συνέντευξή του, ό,τι οικονομίες είχε τις έριξε για να μετατρέψει έναν συνοικιακό φούρνο στο Παλαιό Φάληρο σε ένα γαλλικού τύπου αρτοποιείο. Υστερα από αρκετές δυσκολίες, το 2011 άνοιξε και δεύτερο κατάστημα και δημιούργησε την πρώτη του αλυσίδα μπουλανζερί, την οποία στη συνέχεια πούλησε, κίνηση που, όπως έχει παραδεχτεί, αποδείχτηκε λανθασμένη.
Για πολλά χρόνια και ενώ εργαζόταν ως σύμβουλος σε μεγάλη αλυσίδα φούρνων, ο Δημήτρης Γρίβας πειραματιζόταν με διάφορες συνταγές πάνω στο κουλούρι, μέχρι που το 2015 ανοίγει το πρώτο κατάστημα των «Κουλουράδων» στον Πειραιά. Επτά χρόνια μετά διαθέτει δίκτυο σχεδόν 200 καταστημάτων, τρία εκ των οποίων σε Βαλένθια, Νέα Υόρκη και Σίδνεϊ.
«Η ιδέα των “Κουλουράδων” ξεκίνησε περίπου 5 χρόνια πριν από την ίδρυση του πρώτου καταστήματος στον Πειραιά, στην οδό Ναυαρίνου το 2015. Η φιλοσοφία ήταν και παραμένει απλή. Παράγουμε το πιο υγιεινό, παραδοσιακό και νόστιμο κουλούρι Θεσσαλονίκης», αναφέρει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής. Και προσθέτει ότι οι «Κουλουράδες» είναι από τα λίγα μονοθεματικά projects της γρήγορης εστίασης που επικεντρώνονται στο κουλούρι Θεσσαλονίκης και τα παράγωγά του. «Δημιουργήσαμε πάνω από 60 υπέροχες γεύσεις, γλυκές και αλμυρές, έτσι ώστε να καλύψουμε όλες τις απαιτήσεις των καταναλωτών και ειδικά τους καταναλωτές του πρωινού. Η φράση “Σας φτιάχνουμε το πρωινό” είναι η καθημερινότητά μας», επισημαίνει ο κ. Γρίβας.
Ερωτηθείς ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας των «Κουλουράδων», απαντά: «Ξεχωρίσαμε λόγω του προϊόντος και ειδικά της πραγματικά ξεχωριστής γεύσης μας. Η ανάγκη του οικονομικού προϊόντος με την καλύτερη δυνατή ποιότητα πιστεύω πως σ’ εμάς λειτουργεί άψογα».
Πλέον, η εταιρία διαθέτει δίκτυο καταστημάτων σε όλη την Ελλάδα με σχεδόν 200 καταστήματα, ενώ μεγαλύτερη παρουσία έχει στην Αττική, με 120 σημεία πώλησης. Οπως τονίζει ο ίδιος στον «Ε.Τ.» της Κυριακής, εντός συνόρων στόχος της είναι η επέκταση στην επαρχία, τα επόμενα 3 χρόνια, και ειδικά στα νησιά.
Franchise υπό έναν όρο
Οσον αφορά στην ανάπτυξή μέσω franchise, ο ιδρυτής των «Κουλουράδων» υπογραμμίζει ότι η επιλογή του συνεργάτη έχει έναν όρο. «Πρέπει να εργάζεται στο κατάστημα και να κατέχει ηγετικό ρόλο, γνωρίζοντας όλα τα πόστα. Με αυτόν τον τρόπο τα καταστήματα έχουν καλύτερη λειτουργία και έλεγχο», λέει χαρακτηριστικά. Σημειώνει δε ότι το ωράριο (06.00-15.00) και οι ημέρες εργασίας (Δευτέρα-Σάββατο) είναι το πιο ελκυστικό μοντέλο για οικογένειες.
Σε ό,τι αφορά το εξωτερικό, όπου η αλυσίδα λειτουργεί με το brand «crunchies», το πρώτο κατάστημα έγινε στη Βαλένθια και το δεύτερο πιλοτικά στην πόλη της Νέας Υόρκης. «Εκεί έχουμε αρκετό δρόμο μπροστά μας, έτσι ώστε να κατανοήσουμε την αγορά και να εξετάσουμε την ανάπτυξή μας», εξηγεί και συμπληρώνει ότι τελευταία μεγάλη πόλη όπου εισήλθαν είναι το Σίδνεϊ.
Ωστόσο, δεν περιορίζεται μόνο εκεί, αποκαλύπτοντας ότι σχεδιάζει την περαιτέρω επέκταση της αλυσίδας και σε άλλες αγορές εξωτερικού, κυρίως, όπου υπάρχουν Ελληνες: «Προχωράμε ακάθεκτοι. Το κουλούρι Θεσσαλονίκης είναι ένα προϊόν που μπορεί να τοποθετηθεί στην παγκόσμια αγορά και σίγουρα με τον τρόπο των “Κουλουράδων”, γίνεται ακόμα πιο ελκυστικό. Προσπαθούμε να εναρμονιστεί το concept σε κάθε χώρα διαφορετικά. Η κουλτούρα των λαών στο φαγητό ποικίλλει και πρέπει πάντα να μελετάς την αγορά όπου πρόκειται να απευθυνθείς. Οπου υπάρχει Ελληνισμός και σε όσες χώρες είμαστε πολύ κοντά στην κουλτούρα του φαγητού, είναι υπό διερεύνηση η ανάπτυξή μας».
«Αντιμετωπίζουμε μια… Λερναία Υδρα»
Ο κ. Γρίβας δεν παραλείπει να αναφερθεί και στις συνεχείς προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη όχι μόνο η ελληνική οικονομία, αλλά και η παγκόσμια. «Εδώ και δύο χρόνια δίνουμε μια μάχη και κάθε μέρα που περνά δεν μοιάζει με την προηγουμένη. Είναι η πρώτη φορά που συσσωρεύονται τόσο πολλά προβλήματα μαζί χωρίς να υπάρχουν λύσεις. Τα lockdowns άλλαξαν την καθημερινότητά μας, πολλά εμπορικά σημεία που είχαμε επιλέξει δεν είναι πλέον εμπορικά, με αποτέλεσμα να χρειάζεται μετεγκατάσταση. Τα γραφεία ακόμα δεν είναι γεμάτα με τους ανθρώπους, οπότε η ανασυγκρότηση έχει γίνει μέρος της καθημερινότητάς μας», εξηγεί και συμπληρώνει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία έδειξε «πόσο ρευστά είναι τα πράγματα και πόσο, τελικά, είμαστε συνδεδεμένοι με τις αγορές παγκοσμίως. Ακόμα δεν έχουμε συνέλθει από την καραντίνα και μαζί με την ενέργεια και τις λοιπές αυξήσεις πρώτων υλών έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια… Λερναία Υδρα. Διορθώνεις κάτι και αυτόματα δημιουργείται κάτι άλλο».
Οπως επισημαίνει, οι ανατιμήσεις πλέον είναι κάτι συνηθισμένο, ωστόσο το ζητούμενο είναι να μπορεί ο καταναλωτής να αγοράζει. «Το να εξετάζουμε την αντοχή της ημερήσιας κατανάλωσης με τις αυξήσεις απλώς δεν θα οδηγήσει πουθενά. Χρειάζονται παρεμβάσεις για συγκράτηση των τιμών και συνεννόηση με όλους τους εμπλεκομένους», καταλήγει.
Ειδήσεις σήμερα
Συντάξεις: Οι 6 κατηγορίες που θα πάρουν αύξηση – Πότε θα γίνει η πληρωμή [αναλυτικοί πίνακες]
Νικηφόρα αντεπίθεση και στη Νότια Ουκρανία – Υποχωρούν διαρκώς οι Ρώσοι
Η Amazon κάνει «έξυπνο νησί» την Νάξο – Τι προβλέπει το σχέδιο