Πιο συγκεκριμένα, για τη μείωση των δημοσίων επενδύσεων (κατά περίπου 2% του ΑΕΠ την περίοδο 2010-2011) αποδείχθηκε πολύ μεγαλύτερη και πιο επίμονη από ό,τι είχε προγραμματιστεί.
Οι δημόσιες επενδύσεις εκτιμάται πως, ενδεχομένως, χρησίμευαν ως μεταβλητή προσαρμογής για την ταχύτερη βελτίωση του δημοσιονομικού ισοζυγίου, καθώς η κυβέρνηση αντιμετώπισε πολιτική πίεση για να αποτρέψει την άσκοπη μείωση του επιπέδου της δημόσιας κατανάλωσης. Οπως επισημαίνεται, ήταν οικονομικά αδόκιμο να μειωθούν, δεδομένου του αντίκτυπου που είχαν στη μακροπρόθεσμη ευημερία της χώρας.
Στο μεταξύ, και το κόστος της προσαρμογής όσον αφορά στην απώλεια του ΑΕΠ κι άλλα οικονομικά στοιχεία (π.χ. ανεργία) ήταν πολύ υψηλότερα από το αναμενόμενο.
Συμπεράσματα
Από εκεί και πέρα, μερικά ακόμη σημαντικά συμπεράσματα της έρευνας είναι τα εξής:
Πιο... ξινός ο χυμός πορτοκαλιού το 2025
* Ενα μεγάλο μέρος της πτώσης του ΑΕΠ και της ταυτόχρονης αύξησης του λόγου «χρέος προς το ΑΕΠ» μπορεί να εξηγηθεί από την απώλεια εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία. Χρειάστηκαν περίπου δέκα χρόνια για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να επιστρέψουν στα επίπεδα εμπιστοσύνης που παρατηρήθηκαν πριν από το πρώτο πρόγραμμα.
* Παρότι στα τρία προγράμματα η πρόοδος ήταν άνιση, τα αποτελέσματα αυτής της άσκησης προτείνουν ότι σε μακροοικονομικό επίπεδο επιτεύχθηκαν τόσο οι δημοσιονομικές προσαρμογές όσο και οι προσαρμογές στην αγορά εργασίας. Αυτό, ωστόσο, προήλθε με υψηλό κοινωνικό κόστος και εις βάρος ορισμένων βασικών τομέων (π.χ. δημόσιες επενδύσεις), θέτοντας σε κίνδυνο την εμπιστοσύνη και τη μακροπρόθεσμη δυναμική της οικονομίας.
* Το ΔΝΤ και η Ε.Ε. αντιπροσωπεύουν διαφορετικούς οργανισμούς, οι οποίοι είχαν, ουσιαστικά, διαφορετικά μερίδια στην ελληνική κρίση. Γεγονός που επηρέασε τους όρους χρηματοδότησης και την απόφαση παροχής πρόσθετης χρηματοοικονομικής στήριξης, όπου και τα δύο είχαν αντίκτυπο στη βιωσιμότητα του χρέους.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου