Η ΕΚΤ χρησιμοποίησε στοιχεία για την εισοδηματική κατάσταση των δανειοληπτών από έρευνά της (Household Finance and Consumption Survey), η οποία πραγματοποιήθηκε μεταξύ του 2016 και του 2018, για να εκτιμήσει την επίπτωση στην ικανότητα των νοικοκυριών να αποπληρώσουν τα δάνειά τους. Για να παρακάμψει το γεγονός ότι τα στοιχεία αφορούν σε προηγούμενα έτη, προχώρησε σε προβολή των στοιχείων στο 2022, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη των βασικών οικονομικών μεταβλητών.
Στο καθοδικό σενάριο, η κεντρική τράπεζα εκτιμά ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL) των τραπεζών της Ευρωζώνης θα αυξηθούν 80 μονάδες βάσης (0,8 της ποσοστιαίας μονάδας) αλλά από πολύ χαμηλό επίπεδο και θα αφορούν κυρίως δάνεια που έχουν νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα.
Για τις ελληνικές τράπεζες, ο δείκτης των NPL αναμένεται να αυξηθεί οριακά στο βασικό σενάριο και πιο σημαντικά στο καθοδικό σενάριο.
Συγκεκριμένα, το βασικό σενάριο προβλέπεται αύξηση των NPL στο 6,77% από 6,71% για τα στεγαστικά δάνεια και στο 3,23% από 3,21% για τα καταναλωτικά δάνεια. Το σενάριο αυτό βασίζεται στην υπόθεση ότι θα “κοκκινίσουν” τα δάνεια όλων των νοικοκυριών που το διαθέσιμο εισόδημά τους δεν επαρκεί για τις βασικές ανάγκες τους – διατροφή, ενέργεια και στέγαση – και την πληρωμή της δόσης των δανείων τους και επιπλέον οι καταθέσεις ή άλλα ρευστά περιουσιακά στοιχεία τους δεν επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών αυτών ούτε για έναν μήνα.
Τα νοικοκυριά αυτά θεωρείται ότι στερούνται ρευστότητας (illiquid) και εντοπίζονται κυρίως στη χαμηλότερη εισοδηματική κατηγορία. Σύμφωνα με την ΕΚΤ, το ποσοστό των ελληνικών νοικοκυριών που στερούνται ρευστότητα, με βάση τον παραπάνω ορισμό, ανερχόταν στο 2,16% του συνόλου των νοικοκυριών πριν από το πληθωριστικό σοκ και εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 0,43% εξ αιτίας του.
Το καθοδικό σενάριο εκτιμά ότι ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα αυξηθεί στο 8% για τα στεγαστικά και στο 3,59% για τα καταναλωτικά δάνεια. Η υπόθεση στην περίπτωση αυτή είναι ότι θα κοκκινίσουν και όλα τα δάνεια των νοικοκυριών με ανεπαρκές διαθέσιμο εισόδημα, τα οποία όμως έχουν ρευστά περιουσιακά στοιχεία που καλύπτουν τις βασικές δαπάνες και τη δαπάνη για τη δόση του δανείου τους για διάστημα έως 12 μήνες. Τα νοικοκυριά αυτά θεωρούνται ότι είναι υπό πίεση (distressed). H EKT σημειώνει ότι η πορεία των δανείων τους θα εξαρτηθεί από την πορεία του πραγματικού εισοδήματός τους φέτος και το 2023 και από τα κρατικά μέτρα στήριξης.
Καθώς ο πληθωρισμός έχει ως αιχμή τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, ο αντίκτυπος είναι μεγαλύτερος στα νοικοκυριά με το χαμηλότερο εισόδημα, τα οποία δαπανούν πολύ μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός του για την κάλυψη των αναγκών αυτών. Στο σύνολο της Ευρωζώνης, τα φτωχότερα νοικοκυριά διαθέτουν το 70% του εισοδήματός για την κάλυψη βασικών αναγκών έναντι 34% που είναι το αντίστοιχο ποσοστό για τα νοικοκυριά μεσαίου εισοδήματος.