Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από αναλυτικούς πίνακες που επεξεργάστηκε και παρουσιάζει σήμερα ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής. Επιπλέον, για κάθε χρεωστική αρχική ή τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος που θα υποβάλει κάθε ένα από τα παραπάνω νομικά πρόσωπα για να υπαχθεί στη συγκεκριμένη ρύθμιση θα υποχρεωθεί να πληρώσει αυτοτελές πρόστιμο εκπρόθεσμης υποβολής, το οποίο ανέρχεται σε 250 ευρώ αν τηρούνται απλογραφικά βιβλία ή 500 ευρώ αν τηρούνται διπλογραφικά βιβλία.
Αναλυτικά, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016:
1 Τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα που δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ελλιπή ή ανακριβή δήλωση μπορούν μέχρι 31-5-2017 να υποβάλουν αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, ΦΠΑ, φορολογίας ακινήτων και λοιπών φόρων και τελών, στις οποίες μπορούν να συμπεριλάβουν φορολογητέα ύλη μη δηλωθείσα κατά τα έτη 2001-2015 καθώς και μέχρι τις 30-9-2016.
Παπαθανάσης: 187 επενδυτικά σχέδια για τη δημιουργία 989 νέων θέσεων εργασίας
Στις περιπτώσεις αυτές, οι αρμόδιες φορολογικές υπηρεσίες θα προβαίνουν σε έκδοση πράξεων άμεσου διοικητικού ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρων και οι φορολογούμενοι θα καλούνται να πληρώσουν τα βασικά ποσά επιβαρύνσεων που αναλογούν στην αποκαλυφθείσα φορολογητέα ύλη προσαυξημένα με πρόσθετους φόρους ή πρόστιμα εκπρόθεσμης υποβολής, καθώς και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, αλλά με απαλλαγή:
● Από τα πρόστιμα ανακριβούς δήλωσης του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών, τα οποία ανέρχονται σε ποσοστά από 25% έως και 100% επί των διαφορών φόρου.
● Από τυχόν πρόστιμα για έκδοση ή αποδοχή πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων ή για μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση φορολογικών στοιχείων.
● Από το μέτρο της αναστολής λειτουργίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων.
● Από τις ποινικές κυρώσεις για φοροδιαφυγή.
Οι κύριοι φόροι που αναλογούν θα υπολογίζονται με βάση τους φορολογικούς συντελεστές που ίσχυαν για τις χρήσεις (διαχειριστικές περιόδους) για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση υποβολής εμπρόθεσμων δηλώσεων της αποκρυβείσας και νυν αποκαλυπτόμενης φορολογητέας ύλης.
2 Για δηλώσεις που θα υποβληθούν μέχρι 31-3-2017 ο πρόσθετος φόρος ορίζεται στο 8% του κύριου φόρου, ενώ για δηλώσεις που θα υποβληθούν μετά την ημερομηνία αυτή ο οφειλόμενος πρόσθετος φόρος ορίζεται στο 10%. Σε κάθε περίπτωση, ο πρόσθετος φόρος προσαυξάνεται κατά 5% έως και 25% εάν η κανονική προθεσμία υποβολής της δήλωσης έληξε σε έτη πριν από το 2010 και συγκεκριμένα στα έτη 2001-2009 (χρήσεις 2000-2008). Οπως προκύπτει από τους αναλυτικούς πίνακες που επεξεργάστηκε και παρουσιάζει ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής, τα συνολικά ποσά των κύριων και πρόσθετων φόρων εισοδήματος που θα καλούνται να πληρώσουν οι υπαγόμενες στη ρύθμιση αυτή εταιρίες επί των αποκαλυπτόμενων εισοδημάτων θα κυμαίνονται από 21,6% έως 52,5%, ανάλογα με τις χρήσεις τις οποίες θα αφορούν οι δηλώσεις που θα υποβληθούν, το χρόνο υποβολής τους και το εάν έχουν εκδοθεί ή όχι εντολές ελέγχου ή και πράξεις προσωρινού προσδιορισμού του φόρου.
3 Στις ρυθμίσεις για την οικειοθελή αποκάλυψη αδήλωτης φορολογητέας ύλης μπορούν να υπαχθούν και εταιρίες για τις οποίες έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου ή θα εκδοθεί εντολή ελέγχου μέχρι 31-5-2017.
Στις περιπτώσεις που ήδη έχει κοινοποιηθεί εντολή ελέγχου ή πρόσκληση παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013, ο πρόσθετος φόρος ορίζεται στο 13% του κύριου φόρου, η δε δήλωση πρέπει να υποβληθεί εντός 60 ημερών από τη δημοσίευση των διατάξεων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλαδή μέχρι τις 23-2-2017.
Στις περιπτώσεις που ο έλεγχος έχει φθάσει ήδη στη φάση της κοινοποίησης πράξης προσωρινού προσδιορισμού φόρου, ο πρόσθετος φόρος ορίζεται στο 25% του κύριου φόρου, η δε δήλωση πρέπει να υποβληθεί μέχρι τις 7-2-2017.
4 Η καταβολή της συνολικής οφειλής που θα προκύπτει από την υποβολή των δηλώσεων, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, θα πρέπει να γίνεται εφάπαξ, εντός 30 ημερών από την ημερομηνία υποβολής των δηλώσεων. Ο οφειλέτης θα μπορεί, εναλλακτικά, να υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις περί «πάγιας ρύθμισης», οι οποίες επιτρέπουν την τμηματική εξόφληση των βεβαιωθέντων ποσών έως και σε 12 μηνιαίες δόσεις με επιβάρυνση τόκων.