Τα στοιχεία για το πρώτο τρίμηνο του 2020 θα είναι αρνητικά, αλλά εκείνα του δεύτερου τριμήνου θα είναι χειρότερα. Οι χώρες της Νότιας Ευρώπης πήραν τον Μάρτιο σκληρότερα μέτρα καραντίνας, πράγμα που σημαίνει ότι η κανονική οικονομική δραστηριότητα το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου θα μετριάσει κάπως τον αντίκτυπο του COVID-19 κατά το πρώτο τρίμηνο. Ωστόσο, με τα μέτρα καραντίνας σε πλήρη ισχύ τον Απρίλιο και με την προοδευτική άρση των μέτρων ενδεχομένως τον Μάιο, το δεύτερο τρίμηνο πιθανότατα θα παρουσιάσει βαθύτερη μείωση του ΑΕΠ στη Νότια Ευρώπη. Επίσης, τα ποσοστά ανεργίας μειώθηκαν σταθερά από την κορύφωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης στις αρχές του 2010. Στις αρχές του 2020 η ανεργία ήταν κάτω από 10% σε Πορτογαλία, Γαλλία και Ιταλία, περίπου 14% στην Ισπανία και 16% στην Ελλάδα. Αλλά αυτά τα ποσοστά αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά τους επόμενους μήνες. Τα μέτρα καραντίνας αφάνισαν εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην Ευρώπη. Επιπρόσθετα, τα επιδόματα ανεργίας και οι κρατικές επιχορηγήσεις δεν αποτελούν πλήρη υποκατάσταση του μισθού, γεγονός που μειώνει την ικανότητα των εργαζομένων για κατανάλωση.
Τις τελευταίες εβδομάδες, οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν διοχετεύσει τεράστια ποσά στην οικονομία ως κρατικά δάνεια σε εταιρίες, για καθυστερήσεις στις πληρωμές φόρων από τα νοικοκυριά και ως βοήθεια στους εργαζόμενους που έχασαν τη δουλειά τους. Ενα μεγάλο μέρος αυτών των μέτρων θα χρηματοδοτηθεί με την ανάληψη πρόσθετου χρέους. Μέχρι στιγμής, οι νοτιοευρωπαϊκές κυβερνήσεις κατάφεραν να πάρουν νέο χρέος με χαμηλά επιτόκια, εν μέρει λόγω της παρέμβασης της ΕΚΤ στις αγορές χρεογράφων. Αλλά όταν η μετάδοση του COVID-19 τελειώσει, οι χώρες αυτές θα βρεθούν με υψηλότερα επίπεδα χρέους εν μέσω βαθιάς ύφεσης.
Το ιταλικό επιχειρηματικό λόμπι Confindustria πρόσφατα υπολόγισε ότι το χρέος της χώρας θα μπορούσε να φθάσει στο 147,2% του ΑΕΠ το 2020 από 134,8% το 2019. Η Goldman Sachs, στο μεταξύ, είπε ότι το χρέος της Ιταλίας θα φθάσει στο 160% του ΑΕΠ φέτος. Σύμφωνα με την ελβετική Credit Suisse, το κρατικό χρέος της Ισπανίας θα φθάσει στο 105,3% του ΑΕΠ το 2020 από 94,4% το 2019. Και η ιταλική τράπεζα Unicredit ανέφερε ότι το χρέος της Πορτογαλίας θα μπορούσε να φθάσει στο 145,7% από 117,6% πριν από έναν χρόνο.
Το βασικό ερώτημα που θα προσπαθήσουν να απαντήσουν οι αγορές μετά την πανδημία είναι αν τα επίπεδα αυτά είναι βιώσιμα. Ενα από τα σημεία που θα αναζητήσουν απαντήσεις είναι τα δημοσιονομικά ελλείμματα, με την κατάσταση να μην είναι καθησυχαστική. Οι οίκοι αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας θα μπορούσαν να αντιδράσουν σε αυτά τα επίπεδα χρέους και ελλείμματος, υποβαθμίζοντας τις χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Αυτό θα έκανε ακριβότερο τον δανεισμό για τις κυβερνήσεις και σε κάποιες χώρες, όπως η Ιταλία, θα μπορούσε να φέρει το χρέος επικίνδυνα κοντά στην κατηγορία «σκουπίδι», πράγμα που σημαίνει ότι πολλοί επενδυτές δεν θα μπορούσαν να αγοράσουν ιταλικό χρέος λόγω των εσωτερικών τους κανόνων ως προς την επικινδυνότητα. Η υποβάθμιση της ποιότητας των ομολόγων θα είχε επίσης αρνητικό αντίκτυπο στο χαρτοφυλάκιο περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών που τα έχουν στην κατοχή τους.
Ενα μεγαλύτερο χρέος, σε συνδυασμό με υψηλότερο κόστος δανεισμού, θα περιόριζε επίσης το περιθώριο των κυβερνήσεων της Νότιας Ευρώπης για εσωτερικές δαπάνες. Η οικονομική κρίση θα δημιουργήσει επίσης προβλήματα στις τράπεζες που κατέχουν ιδιωτικό χρέος. Τα τελευταία χρόνια, οι τράπεζες στη Νότια Ευρώπη έχουν μειώσει την έκθεσή τους σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια με ταχείς ρυθμούς. Ωστόσο, ο κίνδυνος νοικοκυριά και εταιρίες να μην μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους θα αυξηθεί παράλληλα με την αύξηση της ανεργίας και τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας. Τα τέσσερα κράτη-μέλη της Ε.Ε. με τον υψηλότερο δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων βρίσκονται όλα στον Νότο. Είναι η Ελλάδα, η Κύπρος, η Πορτογαλία και η Ιταλία.
Η κρίση του COVID-19 έφερε προσωρινή πολιτική σταθερότητα σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Οι πολιτικοί σε όλη την Ενωση έβαλαν στην άκρη τις ιδεολογικές τους διαφορές για να στηρίξουν τα έκτακτα μέτρα, αυξάνοντας τη δημοτικότητα πολλών κυβερνήσεων. Αλλά όταν το χειρότερο μέρος της υγειονομικής κρίσης τελειώσει, οι πολιτικές διαφωνίες θα επιστρέψουν. Και οι κυβερνήσεις που ήταν είτε εύθραυστες (όπως της Ιταλίας) είτε μη δημοφιλείς (όπως της Γαλλίας) θα δουν τα παλιά τους προβλήματα να επιστρέφουν. Μόλις περάσει η έκτακτη ανάγκη, το παιχνίδι καταλογισμού ευθυνών θα ξεκινήσει, καθώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα εστιάσουν την κριτική τους στα πράγματα που οι κυβερνήσεις θα έπρεπε να είχαν κάνει διαφορετικά. Εθνικιστικά και ευρωσκεπτικιστικά κόμματα στον Νότο θα επιτεθούν στις χώρες του Βορρά λόγω της έλλειψης αλληλεγγύης.
Τα μέτρα λιτότητας θα μπορούσαν να περιπλέξουν περαιτέρω την πολιτική κατάσταση. Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης στις αρχές της δεκαετίας του 2010, οι περισσότερες κυβερνήσεις που έκαναν μη δημοφιλείς περικοπές δαπανών τιμωρήθηκαν από τους ψηφοφόρους στις επόμενες εκλογές. Η κρίση συνέβαλε επίσης στην εμφάνιση αντισυστημικών κομμάτων, μερικά από τα οποία είχαν θέσεις κατά της μετανάστευσης και κατά της Ε.Ε. Μέχρι στιγμής, τα εθνικιστικά κόμματα, όπως η Λίγκα στην Ιταλία και η Εθνική Συσπείρωση στη Γαλλία, παλεύουν να επωφεληθούν από την πανδημία. Ωστόσο, αυτά τα κόμματα ακμάζουν σε περιόδους ύφεσης, πράγμα που σημαίνει ότι η πόρτα θα είναι ανοιχτή για τα υπάρχοντα ή νέα κόμματα που θα εμφανιστούν ως αποτέλεσμα της νέας οικονομικής κρίσης που μόλις αρχίζει να ξεκινά στην Ευρώπη.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου