Ποιοι εργαζόμενοι μπορούν όμως να διασφαλίσουν πλήρη μισθό αλλά και ότι θα ξαναπάνε στη δουλειά τους και δεν θα απολυθούν, κάνοντας και πρόωρη χρήση της κανονικής τους άδειας;
Το δικαίωμα αυτό τους το δίνει η εργατική νομοθεσία όπως εξηγεί στον «Ε.Τ.» ο δικηγόρος-εργατολόγος Γιάννης Καρούζος, με τη διαφορά ότι θα το χρησιμοποιήσουν τώρα λόγω ανωτέρας βίας, ώστε να μη χάσουν ούτε το μισθό τους ούτε τη δουλειά τους σε μαγαζιά και επιχειρήσεις που αναστέλλουν τη λειτουργία τους με κυβερνητική απόφαση για να περιοριστούν τα κρούσματα από τον κορονοϊό.
Η κανονική τους άδεια μπορεί όμως να αποδειχθεί σωσίβιο και για τις επιχειρήσεις, γιατί θα καταβάλουν μια δαπάνη που έτσι κι αλλιώς ήταν προγραμματισμένη για το καλοκαίρι.
Πέραν αυτών, οι εργαζόμενοι διασφαλίζονται και έναντι πιθανών απολύσεων καθώς όσο διαρκεί η άδεια απαγορεύεται να καταγγελθούν οι συμβάσεις τους. Από την άλλη, οι εργοδότες, στην περίπτωση που δώσουν άδειες αλλά διώξουν υπαλλήλους μετά τη λήξη τους, θα αποκλειστούν αυτομάτως από τα οικονομικά κίνητρα που περιλαμβάνει το πακέτο ενισχύσεων ύψους 2 δισ. ευρώ που θα πέσουν στην πραγματική οικονομία μετά τον κορονοϊό.
Στο πακέτο των 2 δισ. περιλαμβάνονται:
Επένδυση στην οικονομική παιδεία
- Η επιδότηση μισθού για τους εργαζομένους με 400 ευρώ το μήνα και για όσο διάστημα διαρκεί η αναστολή λειτουργίας των επιχειρήσεων. Τα 400 ευρώ «κλείδωσαν» χθες από το υπουργείο Εργασίας και το ποσό θα είναι ίδιο, ανεξάρτητα από το πλήθος των δικαιούχων εργαζομένων που θα το λάβουν.
- Η επιδότηση των επιχειρήσεων με μέρος του μισθού και των εισφορών για να διατηρήσουν τις ίδιες θέσεις απασχόλησης που είχαν πριν έρθουν τα περιοριστικά μέτρα του κορονοϊού.
- Η αναστολή καταβολής των τακτικών μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών για ένα τετράμηνο. Στην αναστολή περιλαμβάνονται οι εισφορές των επιχειρήσεων που θα έπρεπε να πληρωθούν μέχρι τέλος Μαρτίου για την απασχόληση μισθωτών κατά το μήνα Φεβρουάριο 2020. Στον ΕΦΚΑ δεν εξετάζεται να δοθεί τετράμηνη παράταση στις νέες εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών που αφορούν στον Ιανουάριο του 2020 και κανονικά πληρώνονται ως 20 Μαρτίου, εκτός αν πάνε για τέλος Μαρτίου.
Ο δικηγόρος-εργατολόγος Γιάννης Καρούζος επισημαίνει στον «Ε.Τ.» ότι ανάλογο μοντέλο προωθείται και στην Ιταλία με συμφωνία εργοδοτών και εργαζομένων.
Ο εργαζόμενος μπορεί βάσει της εργατικής μας νομοθεσίας να ζητήσει την κανονική του άδεια οποτεδήποτε μέσα στο έτος και η επιχείρηση υποχρεώνεται να την εγκρίνει καταβάλλοντας μισθό και επίδομα, χωρίς να έχει δικαίωμα να προχωρήσει σε καταγγελία σύμβασης (απόλυση) όσο διαρκεί η άδεια του υπαλλήλου.
Στην παρούσα φάση, οι επιχειρήσεις που σταματούν να λειτουργούν με κυβερνητική απόφαση δεν μπορούν να αρνηθούν τη χορήγηση της κανονικής άδειας στο προσωπικό τους αφενός επειδή εξακολουθούν να υφίστανται ως νομικά πρόσωπα και δεν έχουν οριστική διακοπή δραστηριότητας και αφετέρου διότι η δαπάνη των αδειών δεν αποτελεί πρόσθετη επιβάρυνση καθώς είναι έτσι κι αλλιώς προγραμματισμένη να γίνει τους καλοκαιρινούς μήνες.
Το κέρδος από μια «συμφωνία κυρίων» μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών για την καταβολή μισθού και επιδόματος άδειας νωρίτερα από το προγραμματισμένο διάστημα είναι ότι οι μεν εργαζόμενοι δεν θα χάσουν μισθό για τις μέρες που θα μείνει κλειστή η επιχείρηση που δουλεύουν, οι δε εργοδότες θα καταβάλουν πρόωρα αποδοχές που δεν θα τις βρουν μπροστά τους τους επόμενους μήνες.
Σύμφωνα με τον κ. Καρούζο, «η ομαδική χορήγηση άδειας στο προσωπικό μιας επιχείρησης με παράλληλη διακοπή των εργασιών της δεν απαγορεύεται από την εργατική νομοθεσία».
Οπως εξηγεί ο κ. Καρούζος: «Σε περίπτωση που εξυπηρετείται τόσο το συμφέρον της επιχειρήσεως (διότι π.χ. το διάστημα διακοπής της λειτουργίας και χορηγήσεως ομαδικά των αδειών είναι γι’ αυτήν διάστημα μειώσεως των εργασιών) όσο και το συμφέρον των μισθωτών θα ήταν αντίθετο προς την καλή πίστη να αντιτεθούν οι μισθωτοί στην ομαδική χορήγηση των αδειών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η χορήγηση ομαδικών αδειών σε πολλές επιχειρήσεις που κλείνουν αναγκαστικά λόγω των διακοπών του Αυγούστου. Αναλογικά, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί και στην προκειμένη περίπτωση, που δε χωρεί αμφιβολία ότι δεν αποτελεί απλώς μία εκτακτη συνθήκη, αλλά εξικνείται μέχρι των ορίων της ανωτέρας βίας. Σε κάθε περίπτωση, το μέτρο αυτό θα μπορούσε να εφαρμοσθεί, πάντοτε βέβαια υπό τον όρο της προηγούμενης πρόσκλησης των εργαζομένων σε συζήτηση και της τήρησης του βασικού κανόνα της καταβολής των αποδοχών γι’ αυτό το χρονικό διάστημα και του αντίστοιχου επιδόματος αδείας».
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου