Πώς μεταφράζεται αυτό στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης; Κοινή παραδοχή είναι ότι άλλο δάνειο (πακέτο στήριξης) δεν έχει. Επομένως, ή θα επιτευχθεί έξοδος στις αγορές στο ορατό μέλλον ή η χώρα «θα σαπίσει εν ευρώ» σύμφωνα με μια έκφραση που είχε χρησιμοποιήσει ο πρώην υπουργός Αλέκος Παπαδόπουλος.
Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική ένταση στο εσωτερικό δεν γίνεται εύκολα κατανοητή από τους παρατηρητές εκτός συνόρων, που θεωρούν αδιανόητη την αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης σε μια συγκυρία τόσο ευαίσθητη για την ελληνική οικονομία αλλά και για την παγκόσμια σταθερότητα.
Όταν όλοι κρατούν την αναπνοή τους μέχρι τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές της 8ης Νοεμβρίου, πώς μπορούν να φανταστούν ένα σενάριο ξαφνικής προσφυγής στις κάλπες στην πιο υπερχρεωμένη χώρα της ευρωζώνης; Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα εκλεγεί η «συστημική» Χίλαρι Κλίντον και όλα θα εξελιχθούν ομαλά, όμως οι δημοσκοπήσεις πέφτουν έξω τα τελευταία χρόνια και το ζήσαμε ξανά πρόσφατα με το Brexit. Η Αμερική είναι μια πολύ μεγάλη χώρα με συνέχεια στη θεσμική της λειτουργία, παρ’ όλα αυτά το φαινόμενο Τραμπ δεν έχει προηγούμενο και για το λόγο αυτόν δεν είναι ασφαλής οποιαδήποτε πρόβλεψη για ενδεχόμενη μετάβαση των ΗΠΑ σε μια εποχή Τραμπ.
Υπάρχουν δυο σχολές σκέψης γύρω από την παγκόσμια αναταραχή και το ελληνικό ζήτημα. Κατά τη μία ανάλυση, όσο υπάρχει τέτοια αναστάτωση στον κοντινό και ευρύτερο περίγυρο η οικονομική ασφάλεια της χώρας είναι δεδομένη, αφού θα γίνουν τα πάντα για να μη σκάσει η ελληνική φούσκα. Κατά την άλλη ανάλυση, αν μια χώρα πρέπει περισσότερο να ανησυχεί για την αντάρα γύρω αυτή είναι η δική μας, που παραμένει φτερό στον άνεμο λόγω των οικονομικών προβλημάτων και των θεσμικών ελλειμμάτων.
Έχουμε μπροστά μας το δημοψήφισμα στην Ουγγαρία για το προσφυγικό-μεταναστευτικό που πραγματοποιείται σήμερα, το δημοψήφισμα, στα τέλη Νοεμβρίου, για τη συνταγματική αναθεώρηση στην Ιταλία, το οποίο μπορεί να οδηγήσει τον πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι σε απόφαση για εκλογές, αν το χάσει. Η Ισπανία βρίσκεται σε πολιτικό αδιέξοδο από τον Δεκέμβριο του 2015. Η χρονική προθεσμία μέσα στην οποία οι πολιτικοί αρχηγοί θα προσπαθούν να σχηματίσουν κυβέρνηση εκπνέει στα τέλη του Νοέμβρη του 2016. Εάν δεν υπάρξει κάποια εξέλιξη έως τότε, η χώρα θα οδηγηθεί εκ νέου σε εκλογές, για τρίτη φορά.
Έχουμε τις προεδρικές εκλογές στην Αυστρία τον Δεκέμβριο, με τον ακροδεξιό υποψήφιο Αντρέας Χόφερ να προηγείται στις δημοσκοπήσεις, τις βουλευτικές εκλογές στην Ολλανδία τον Μάρτιο του 2017, με την Ακροδεξιά ισχυρή, τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές στη Γαλλία το διάστημα Απρίλιος-Ιούνιος 2017, με το κόμμα της Λεπέν να θεωρείται ότι έχει σίγουρη την πρωτιά στον πρώτο γύρο. Εχουμε στη συνέχεια τις βουλευτικές εκλογές στη Γερμανία τον Σεπτέμβριο του 2017, με την ξενοφοβική Εναλλακτική για τη Γερμανία να παγιώνεται ως τρίτη πολιτική δύναμη ασκώντας μεγάλη πίεση στους Χριστιανοδημοκράτες της Ανγκελα Μέρκελ μαζί με τους επανακάμπτοντες Φιλελεύθερους που διεμβολίζουν. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ως πιθανή την πτώση του πανεθνικού ποσοστού της γερμανικής Κεντροδεξιάς κάτω από το 30% που ήταν το όριο ασφαλείας που της εξασφάλιζε την πρωτιά. Ο Β. Σόιμπλε ισχυροποιείται και θεωρείται από πολλούς ως πιθανός διάδοχος της Ανγκελα Μέρκελ και όλα αυτά τίποτα καλό δεν μπορεί να σημαίνουν για εμάς.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής