Οι διατάξεις με βάση τις οποίες υπολογίζονται οι τελικές φορολογικές επιβαρύνσεις επί των εισοδημάτων του 2018 δεν παρουσιάζουν ουσιαστικές αλλαγές σε σύγκριση με αυτές που ίσχυσαν πέρυσι, κατά τη φορολόγηση των εισοδημάτων του 2017. Σε κάθε περίπτωση εγγάμων φορολογουμένων ή φορολογουμένων που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, ο φόρος υπολογίζεται ξεχωριστά για το εισόδημα του καθενός, ακόμη κι αν υποβάλλουν κοινή φορολογική δήλωση.
Αναλυτικά, κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλουν φέτος τα φυσικά πρόσωπα, ισχύουν οι εξής βασικοί κανόνες:
1 Εφαρμογή φορολογικής κλίμακας με συντελεστές 22% – 45% για τα εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις, ατομικές επιχειρήσεις και αγροτικές δραστηριότητες. Τα εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις και τα εισοδήματα από επιχειρηματικές δραστηριότητες (από ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις, από ατομικές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ή από την ατομική άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος) που τυχόν δηλώνει κάθε φυσικό πρόσωπο φορολογούνται με ενιαία κλίμακα, αφού προηγουμένως αθροιστούν.
Στην κλίμακα αυτή, ο κατώτατος συντελεστής φόρου ανέρχεται στο 22% και επιβάλλεται μέχρι το επίπεδο ετήσιου εισοδήματος των 20.000 ευρώ. Πάνω από το επίπεδο ετήσιου εισοδήματος των 20.000 ευρώ και μέχρι τις 30.000 ευρώ επιβάλλεται συντελεστής φόρου 29%, ενώ πάνω από τις 30.000 και μέχρι τις 40.000 ευρώ εφαρμόζεται συντελεστής φόρου 37%. Για το τμήμα του ετήσιου εισοδήματος άνω των 40.000 ευρώ προβλέπεται συντελεστής φόρου 45%.
Η ίδια κλίμακα εφαρμόζεται και για τον υπολογισμό του φόρου στα εισοδήματα από αγροτικές δραστηριότητες. Η φορολόγηση όμως των αγροτικών εισοδημάτων με την κλίμακα αυτή γίνεται αυτοτελώς, δηλαδή τα αγροτικά εισοδήματα δεν αθροίζονται με τα εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις και επιχειρηματικές δραστηριότητες για να φορολογηθούν κατόπιν με την κλίμακα.
2 Εκπτωση φόρου εισοδήματος έως 1.900-2.100 ευρώ για μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ’ επάγγελμα αγρότες: Ειδικά για τα ετήσια εισοδήματα μέχρι 20.000 ευρώ από μισθούς και συντάξεις, καθώς επίσης και για τα ετήσια εισοδήματα μέχρι 20.000 ευρώ από αγροτικές δραστηριότητες που αποκτούν οι κατ’ επάγγελμα αγρότες προβλέπεται έκπτωση φόρου:
* 1.900 ευρώ, για φορολογουμένους χωρίς προστατευόμενα τέκνα. Η έκπτωση αυτή ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο 8.636,36 ευρώ (1.900 ευρώ / 22% = 8.636,36 ευρώ).
* 1.950 ευρώ, για φορολογουμένους με ένα προστατευόμενο τέκνο. Η έκπτωση αυτή ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο 8.863,64 ευρώ (1.950 ευρώ / 22% = 8.863,64 ευρώ).
* 2.000 ευρώ, για φορολογουμένους με δύο προστατευόμενα τέκνα. Η έκπτωση αυτή ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο 9.090,91 ευρώ (2.000 ευρώ / 22% = 9.090,91 ευρώ).
* 2.100 ευρώ για φορολογουμένους με 3 ή περισσότερα προστατευόμενα τέκνα. Η έκπτωση αυτή ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο 9.545,45 ευρώ (2.100 ευρώ / 22% = 9.545,45 ευρώ).
Το ισχύον κατά περίπτωση ποσό έκπτωσης φόρου αφαιρείται από τον αρχικώς αναλογούντα φόρο, ο οποίος έχει προκύψει από την εφαρμογή του συντελεστή φόρου 22% επί του ετήσιου εισοδήματος. Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία ο φόρος που αναλογεί με βάση τον ελάχιστο συντελεστή 22% είναι μικρότερος από την ισχύουσα έκπτωση φόρου, το ποσό της έκπτωσης αυτής περιορίζεται ακριβώς στο ύψος του αναλογούντος φόρου και τον μηδενίζει.
Για όσους από τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατ’ επάγγελμα αγρότες έχουν ετήσιο εισόδημα άνω των 20.000 ευρώ, η ισχύουσα κατά περίπτωση έκπτωση φόρου (των 1.900-2.100 ευρώ) θα μειώνεται κατά το 1% του πέραν των 20.000 ευρώ τμήματος του ετήσιου εισοδήματος.
Διαβάστε περισσότερα στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής