Αυτό προβλέπει η φορολογική νομοθεσία και αυτό ακολουθούν πλέον οι εφορίες όσον αφορά στην αντιμετώπιση των αιτημάτων για επιστροφή φόρου.
Οι φορολογούμενοι που, για παράδειγμα, δικαιούνται επιστροφής φόρου εισοδήματος αλλά ταυτόχρονα τους έχει βεβαιωθεί και ΕΝΦΙΑ θα πρέπει να επισκεφθούν το τμήμα Εσόδων της εφορίας στην οποία υπάγονται και να υποβάλλουν γραπτό αίτημα για συμψηφισμό της οφειλής από τον ΕΝΦΙΑ με το επιστρεφόμενο ποσό από τον φόρο εισοδήματος.
Για παράδειγμα, όπως γράφει το capital.gr στην περίπτωση που το επιστρεφόμενο ποσό είναι 500 ευρώ και ο ΕΝΦΙΑ 400 τότε θα γίνει κατόπιν του αιτήματος συμψηφισμός και ο φορολογούμενος θα πρέπει να δηλώσει στην εφορία έναν τραπεζικό αριθμό IBAN προκειμένου να του επιστραφεί η διαφορά των 100 ευρώ. Συνήθως η κατάθεση του επιστρεφόμενου ποσού στον τραπεζικό λογαριασμό του φορολογούμενου γίνεται εντός δυο εβδομάδων από την υποβολή του σχετικού αιτήματος.
Άλλο παράδειγμα. Φορολογούμενος καλείται να πληρώσει ΕΝΦΙΑ 1.000 ευρώ και ταυτόχρονα δικαιούται επιστροφή φόρου ύψους 600 ευρώ. Θα γίνει κατόπιν αιτήματός του συμψηφισμός των πρώτων τριών από τις πέντε δόσεις του ΕΝΦΙΑ και θα κληθεί να πληρώσει μόνο τις δυο τελευταίες δόσεις του φόρου ακινήτων (Δεκεμβρίου 2016 και Ιανουαρίου 2017), δηλαδή συνολικά 400 ευρώ (200 ευρώ η κάθε δόση).
Αν και η νομοθεσία προβλέπει αυτόματους συμψηφισμούς, η σχετική διαδικασία δεν εφαρμόζεται ακόμη από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων λόγω τεχνικών δυσκολιών.
Ταμείο Ανάκαμψης: Ποια νέα έργα εντάσσονται στις χρηματοδοτήσεις του Ταμείου;
Να σημειωθεί ότι όσοι δεν υποβάλουν αίτημα στην εφορία τους και παράλληλα δεν έχει προχωρήσει ο αυτεπάγγελτος συμψηφισμός θα πρέπει να πληρώσουν κανονικά τον ΕΝΦΙΑ σε πέντε μηνιαίες δόσεις από τον Σεπτέμβριο μέχρι και τον Ιανουάριο του 2017 και αφού εξοφλήσουν το φόρο για τα ακίνητά τους η εφορία θα τους επιστρέψει το φόρο εισοδήματος που δικαιούνται. Έτσι, θα πρέπει δηλαδή να περιμένουν μέχρι το Φεβρουάριο, για να λάβουν την επιστροφή φόρου εισοδήματος.
Σημειώνεται ότι σε συμψηφισμό υπόκεινται :
1. Οι βεβαιωμένες οφειλές είτε είναι ληξιπρόθεσμες είτε όχι.
2. Οι βεβαιωμένες οφειλές που τελούν σε δικαστική ή διοικητική αναστολή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 67 του Ν .3842/2010.
3. Οι βεβαιωμένες οφειλές που για οποιοδήποτε λόγο καταβάλλονται τμηματικά (είτε με διευκόλυνση τμηματικής καταβολής είτε με νομοθετική ρύθμιση είτε με διοικητική πράξη).
4. Οι παραγεγραμμένες οφειλές, οι οποίες αντιτάσσονται σε συμψηφισμό για μία τριετία από τη συμπλήρωση της παραγραφής τους.