Κατά τη χθεσινή ημέρα η Ελλάδα συμμετείχε στην ανάσα που πήραν οι αναδυόμενες αγορές με άνοδο κατά 2,02% του ΧΑΑ και μια μικρή υποχώρηση στην απόδοση του 10ετούς ομολόγου στο 4,2% από 4,3% που ήταν τις προηγούμενες μέρες. Την ίδια ώρα, το 10ετές ιταλικό ομόλογο μείωσε χθες την απόδοση κάτω από το 3%, ενώ η τουρκική λίρα συνέχισε τη βελτίωση της σχέσης ισοτιμίας της με το δολάριο.
Παρά όμως την παράλληλη κίνηση στις αναδυόμενες αγορές, μερίδα των αναλυτών θεωρεί ότι η Ελλάδα (λόγω των όρων της εξόδου από το τρίτο Μνημόνιο) χάνει την ευκαιρία να παίξει το ρόλο του καταφυγίου από τα ιταλικά ομόλογα με δεδομένο ότι έχει εξασφαλίσει ένα προστατευμένο περιβάλλον στο δρόμο της προς τις αγορές μετά τις αποφάσεις των Ευρωπαίων.
Φαίνεται όμως ότι εκτός από τις υψηλές υποχρεώσεις αμφιβολίες έχουν αρχίσει πλέον να αναδύονται στον ξένο Τύπο και για την επόμενη μέρα στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων.
Πιο χαρακτηριστικό είναι το χθεσινό δημοσίευμα του Bloomberg που εμφανίζεται να αμφιβάλει για τη βούληση στον -πονεμένο- τομέα των αποκρατικοποιήσεων που συνδέεται με τις άμεσες ξένες επενδύσεις.
Οπως αναφέρει, η αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, που κάποτε χαρακτηριζόταν από τη χρονοτριβή της στο θέμα των αποκρατικοποιήσεων, τώρα ενδιαφέρεται να «εντείνει την προσπάθεια ιδιωτικοποιήσεων», είπε στις 10 Αυγούστου ο πρόεδρος του Enterprise Greece, Γρηγόρης Στεργιούλης.
Ωστόσο, παρότι η προθυμία για ιδιωτικοποιήσεις είναι ενθαρρυντική, το «ιστορικό» της κυβέρνησης ίσως μπορεί να δικαιολογήσει το σκεπτικισμό κάποιων επενδυτών, υπογραμμίζει το Bloomberg. Η Ελλάδα δεν πλησίασε ποτέ το στόχο των 50 δισ. ευρώ από τις ιδιωτικοποιήσεις, καθώς τα έσοδα από 38 πωλήσεις μεταξύ 2011 και 2017 έφθασαν τα 4,7 δισ. ευρώ, με άλλα 7,8 δισ. να εκκρεμούν από δεσμευτικές προσφορές.
Τέλος, το Bloomberg παραθέτει μία λίστα με τις υλοποιηθείσες (ΔΕΣΦΑ, ΟΛΘ, ΟΤΕ κ.λπ.) ιδιωτικοποιήσεις και άλλες που είναι καθ’ οδόν ή έχουν προγραμματιστεί όπως τα ΕΛ.ΠΕ., η ΔΕΠΑ και η ΔΕΗ.
Οι μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν
Στις μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν, όπως η αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας, της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας, εντοπίζει την κριτική της η αμερικανική εφημερίδα «Wall Street Journal».
Οπως σημειώνει το δημοσίευμα, παρά τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις στις οποίες προχώρησε η Ελλάδα στα οκτώ χρόνια των Μνημονίων, ούτε οι Ελληνες πολιτικοί ούτε οι δανειστές έχουν αποδείξει ότι μπορούν να λύσουν τα προβλήματα που υποβόσκουν και ταλαιπωρούν την οικονομία της χώρας, οδηγώντας τη στην πιο σοβαρή κρίση χρέους των τελευταίων ετών.
Το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι εγκλωβισμένο στη γραφειοκρατία που παγώνει τα σχέδια για επενδύσεις έως και δεκαετίες. Το χαοτικό επίπεδο στελέχωσης του δημόσιου τομέα έχει περιοριστεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, κατ’ εντολή των τεχνοκρατών της Ε.Ε. και του ΔΝΤ, αλλά το κράτος δεν έχει γίνει περισσότερο αποδοτικό, αναφέρεται.
Στο θέμα της γραφειοκρατίας επικεντρώνεται και ο πρόεδρος της Minoan, Κρίστοφερ Εγκλετον. «Η γραφειοκρατία είναι πιο ισχυρή απ’ ό,τι αντιλαμβάνεται ο κόσμος», δηλώνει. Είναι ενδεικτικό, σημειώνει η «WSJ», το γεγονός ότι η εταιρία μόλις πρόσφατα και έπειτα από 20 χρόνια προσπαθειών στα δικαστήρια κατάφερε να εξασφαλίσει τις άδειες για ένα τουριστικό συγκρότημα στην Κρήτη. Προσθέτει δε ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ε.Ε. που είναι ακόμη χωρίς ηλεκτρονική καταγραφή ακινήτων.
«Το θετικό είναι ότι οι Ελληνες και η κυβέρνησή τους έχουν πλέον καταλάβει ότι οι ξένες επενδύσεις ωφελούν τον τόπο», επισημαίνει ωστόσο ο κ. Εγκλετον.
Ενας ακόμα τομέας που έχει αποδειχτεί απρόσβλητος στις μεταρρυθμίσεις είναι το δικαστικό σύστημα της Ελλάδας, που παραμένει ένα από τα βραδυκίνητα και πιο αναποτελεσματικά στην Ευρώπη, ενώ συχνά γίνεται αντικείμενο πολιτικών παρεμβάσεων, υπογραμμίζει η «WSJ», επισημαίνοντας ότι διαδικασίες πτώχευσης απαιτούν κατά μέσο όρο 3,5 χρόνια στην Ελλάδα, συγκριτικά με 1,2 στη Γερμανία και 1,9 στη Γαλλία.
Τέλος, η αμερικανική εφημερίδα σημειώνει ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών απέτυχαν να μειώσουν σημαντικά τη φοροδιαφυγή. Εδώ και 200 χρόνια οι Ελληνες είναι διστακτικοί στο να πληρώσουν για ένα κράτος που θεωρούν διεφθαρμένο, αναποτελεσματικό και απρόβλεπτο, αναφέρει το άρθρο χαρακτηριστικά.
Τέλος, σημειώνεται ότι η λεγόμενη «σκαιώδης οικονομία» εκτιμάται στο 20,8% του ΑΕΠ, το υψηλότερο επίπεδο στην Ευρώπη, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου του Tübingen στη Γερμανία. Πολλοί επιχειρηματίες και ελεύθεροι επαγγελματίες υποστηρίζουν ότι ο μόνος τρόπος να τα βγάλουν πέρα είναι η φοροδιαφυγή, κάτι που οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο, με ολοένα και υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές να επιβάλλονται σε Ελληνες που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να αποφύγουν τους φόρους τους, παρεμποδίζοντας την οικονομική ανάπτυξη, καταλήγει η «WSJ».
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]