Το μπλοκάρισμα της δόσης των 15 δισ. ευρώ ήταν ένα μήνυμα του Βερολίνου όχι τόσο προς την Αθήνα όσο προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως αναφέρουν διπλωματικές πηγές από τις Βρυξέλλες.
Οι συζητήσεις για τη μη περικοπή των συντάξεων διαρκούν εδώ και μήνες στην Αθήνα. Ωστόσο, το Βερολίνο δεν αντέδρασε τον Ιούνιο, αφού ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο αναπληρωτής του Γιώργος Χουλιαράκης διαβεβαίωναν τους πάντες και σε κάθε ευκαιρία ότι οι δεσμεύσεις θα τηρηθούν στο ακέραιο.
Τα «τύμπανα του πολέμου» ήχησαν όταν ο Γάλλος επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί πήρε την ευθύνη, κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, να αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο της μη περικοπής των συντάξεων αν δεν απειλείται ο δημοσιονομικός στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Την αφορμή για την παρέμβαση του Βερολίνου έδωσε άλλη μια άστοχη ενέργεια του Ελληνα πρωθυπουργού μετά τη Σύνοδο Κορυφής για το προσφυγικό, ο οποίος εξήγγειλε τη διατήρηση του καθεστώτος χαμηλού ΦΠΑ σε Λέρο, Λέσβο, Κω, Σάμο και Χίο για έξι μήνες. Τούτο ενώ είχε συμφωνήσει για το μέτρο μόνο με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και όχι και με τους υπόλοιπους θεσμούς και στη λογική ότι το κόστος ήταν μόνο 28 εκατ. ευρώ και μάλλον κανείς δεν θα δημιουργούσε θέμα, από τη στιγμή που είχε εγκριθεί το κλείσιμο της τέταρτης αξιολόγησης.
Ωστόσο, με δεδομένο ότι τυπικά η Ελλάδα βρίσκεται ακόμη σε πρόγραμμα και η αύξηση του ΦΠΑ στα πέντε νησιά ήταν μνημονιακή υποχρέωση, η Γερμανία έκανε την κίνησή της για να ξεκαθαρίσει τα πράγματα όχι μόνο για μέχρι τις 20 Αυγούστου αλλά και για την περίοδο μετά το πρόγραμμα. Η κίνηση ήταν προσεκτική ώστε να μη διαμορφωθεί πάλι μια εικόνα ενός νέου προβλήματος με την Αθήνα. Γι’ αυτό, αυτή τη φορά δεν επιστράτευσε και τους υπόλοιπους «σκληρούς» του Βορρά (Ολλανδία, Φινλανδία, Αυστρία και Σλοβακία) στο μπλοκάρισμα της δόσης για την Ελλάδα (οι υπόλοιπες τέσσερις χώρες είναι υποχρεωμένες να εγκρίνουν τη δόση από τα εθνικά τους κοινοβούλια και ενέκριναν χθες το οριστικό κλείσιμο του προγράμματος και την εκταμίευση της δόσης των 15 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα).
Έμμεση προειδοποίηση
Ωστόσο, διπλωματικές πηγές από τις Βρυξέλλες ερμήνευσαν τη γερμανική κίνηση ως προειδοποίηση κατά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία εμφανίστηκε να παίρνει… υπερβολικές πρωτοβουλίες.
Έρχονται εκατομμύρια ευρώ: Ο «χάρτης» των πληρωμών από τον e-ΕΦΚΑ και τη ΔΥΠΑ - Ποιοι οι δικαιούχοι
Με δεδομένο λοιπόν ότι το πάνω χέρι στη μεταμνημονιακή εποπτεία θα το έχει η Κομισιόν και όχι κάποιος άλλος από τους θεσμούς, η Γερμανία ήθελε να προειδοποιήσει ότι δεν θα ανεχθεί αλλαγές σε μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί στο τρίτο Μνημόνιο.
Τούτο, με δεδομένο ότι τουλάχιστον μέχρι και το 2020 ο ESM θα βρίσκεται σε καθεστώς μετεξέλιξης από τη σημερινή του θεσμική υπόσταση σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο ώστε να μπορεί να πρωταγωνιστήσει σε εποπτείες προγραμμάτων που χρηματοδότησε μετά την ολοκλήρωσή τους. Την ίδια ώρα το ΔΝΤ έχει προαναγγείλει εξάμηνη χαλαρή εποπτεία, ενώ η ΕΚΤ, η οποία θα συμμετέχει στην ομάδα παρακολούθησης κατά τις τρίμηνες αξιολογήσεις, θα ασχολείται κυρίως με την πορεία εξυγίανσης των χαρτοφυλακίων και τη διοίκηση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών. Ο ESM συμμετείχε -ούτως ή άλλως- με το ρόλο του χρηματοδότη του προγράμματος, δεν είχε και δεν πρόκειται να έχει ουσιαστική παρέμβαση στην εποπτεία μετά το πρόγραμμα. Με τα δεδομένα αυτά, το μήνυμα του Βερολίνου ήταν σαφές και συνοψίζεται στο ότι και μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος η Γερμανία θα είναι παρούσα και θα παρεμβαίνει όπου εντοπίζει παραβίαση της συμφωνίας.
Ζητούμενο ο ρυθμός ανάπτυξης και η μείωση των «κόκκινων» δανείων
Ο δεύτερος μεγάλος κριτής θα είναι οι αγορές, τις οποίες «επισκέφθηκαν» από τις αρχές της εβδομάδας ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο αναπληρωτής Γιώργος Χουλιαράκης, ο οποίος τηρεί ακόμη στάση αναμονής. Υστερα από 18 επαφές που είχαν από τη Δευτέρα μέχρι και την Τετάρτη σε Νέα Υόρκη και Βοστόνη παρουσίασαν τη λύση για το χρέος και περιέγραψαν το αναπτυξιακό τοπίο τα επόμενα χρόνια. Οι ενστάσεις των εκπροσώπων τόσο των μεγάλων επενδυτικών τραπεζών όσο και των κερδοσκοπικών κεφαλαίων (Hedge Fund) στη Νέα Υόρκη ήταν δύο:
1. Πότε και πώς θα μειωθεί το τεράστιο χαρτοφυλάκιο των «κόκκινων» δανείων και κατά συνέπεια πότε οι ελληνικές τράπεζες θα εμφανίσουν ξανά αξιόλογη κερδοφορία. Οι Ελληνες αξιωματούχοι ανέπτυξαν τη στρατηγική που έχει εκπονηθεί για μείωσή τους στο 24% του συνόλου το 2020 από 48% του συνόλου που είναι σήμερα.
2. Πότε και πώς η Ελλάδα θα εκπληρώσει το χαρακτηρισμό της ως αναδυόμενη αγορά και θα δούμε ξανά ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 3,5-4% του ΑΕΠ. Μάλιστα το θέμα της ανάπτυξης έδειξε να απασχολεί περισσότερο, καθώς οι προβλέψεις τόσο της Ε.Ε. όσο και του ΔΝΤ για μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη 1% του ΑΕΠ μετά το 2022 μάλλον δεν ικανοποίησαν. Εδώ οι εξηγήσεις που δόθηκαν επίσης δεν έπεισαν, αφού βασίστηκαν κυρίως στο αναπτυξιακό σχέδιο και σε υποσχέσεις για την επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων.
Υπήρχαν, επίσης, και διάσπαρτες ερωτήσεις για τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και τα θέματα της φορολογίας (ειδικότερα η σταθερότητα του φορολογικού συστήματος), οι οποίες επίσης απαντήθηκαν από το οικονομικό επιτελείο. Οι πιο σταθεροί θεσμικοί επενδυτές, με τους οποίους το οικονομικό επιτελείο είχε συναντήσεις στη Βοστόνη, μπήκαν και σε ένα άλλο θέμα, το χρόνο κατά τον οποίο η ελληνική πλευρά υπολογίζει ότι θα αναβαθμιστεί άλλες τέσσερις βαθμίδες, ώστε να φτάσει στην ΒΒΒ, όπου θα μπορεί να διεκδικήσει μόνιμους επενδυτές. Μια πρώτη εκτίμηση που έκανε η ελληνική ομάδα, είναι ότι η Ελλάδα μπορεί να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα ΒΒΒ ως το τέλος του 2020, αν φυσικά υπάρχει ομαλότητα στις αγορές. Το οικονομικό επιτελείο σχεδιάζει και άλλες ανάλογες παρουσιάσεις σε μεγάλους επενδυτικούς οίκους σε Ασία και Ευρώπη.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]